Ενώ οι πληθωριστικές πιέσεις δείχνουν τάσεις αποκλιμάκωσης διεθνώς, στην Ελλάδα το μεγαλύτερο πρόβλημα παραμένει η «τσουχτερή» τιμή των τροφίμων.
Ολόκληρες κατηγορίες βασικών ειδών διατροφής εμφανίζονται όλο και πιο σπάνια και σε μικρότερες ποσότητες στο τραπέζι των καταναλωτών, λόγω των αυξημένων τους τιμών.
Σε αρκετές περιπτώσεις, πληρώνουμε πάνω από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.
Συνολικά, τον Σεπτέμβριο του 2023, με τον γενικό δείκτη της ΕΛΣΤΑΤ να αυξάνεται κατά 1,6%, τα τρόφιμα στην Ελλάδα γνώρισαν ετήσια αύξηση 9,6%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή, την στιγμή που ο μέσος όρος της ΕΕ ανήλθε σε 9,2%, ενώ στην Ευρωζώνη ακόμη βραδύτερα κατά 9,1%.
Σε μεγάλο βαθμό, η παραπάνω «ψαλίδα» στις λιανικές τιμές εξηγείται από τις αυξημένες τιμές χονδρικής της Ελλάδας, με την αύξηση κατά το ίδιο διάστημα να «τρέχει» κατά 6,8% την στιγμή που ο αντίστοιχος ρυθμός σε Ευρωζώνη ανήλθε σε 5,2% και στην ΕΕ σε 4,9%.
Όπως παρουσιάζεται και στο παρακάτω γράφημα, ενώ η Ελλάδα σταθερά από τον Μάρτιο του 2021 απολάμβανε χαμηλότερες ταχύτητες αύξησης στις τιμές παραγωγού με πολύ μεγάλη διαφορά από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, τον περασμένο Ιούνιο προσπέρασε, παραμένοντας έκτοτε υψηλότερα.
«Αλμυρό» το κρέας
Ένα από τα βασικά προϊόντα διατροφής για κάθε οικογένεια, το κρέας, είναι και ένα από όσα καταγράφονται επίμονες αυξήσεις στις τιμές.
Τον Σεπτέμβριο η ακρίβεια του κρέατος στην Ελλάδα «έτρεξε» με ταχύτητα 8,4%, έναντι 7,1% στην ΕΕ και 6,6% στην Ευρωζώνη. Και σε αυτή την περίπτωση οι τιμές χονδρικής που πληρώθηκαν στους Έλληνες κτηνοτρόφους αυξήθηκαν περισσότερο, κατά 9%, έναντι 8% στην Ευρωζώνη και 7,3% στην ΕΕ.
Συγκεκριμένα στο μοσχάρι, οι τιμές που πλήρωσαν οι καταναλωτές στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο αυξήθηκαν κατά 9,8% έναντι 4,7% στην ΕΕ και 4,5% στην Ευρωζώνη.
Στο χοιρινό ο ρυθμός αύξησης της τιμής ήταν ακόμη μεγαλύτερος, κατά 13,5% έναντι 9,3% στην ΕΕ και 8% στην Ευρωζώνη.
Στα αμνοερίφια οι τιμές αυξήθηκαν κατά 6,7% έναντι 5,7% στην ΕΕ και 5,5% στην Ευρωζώνη.
Στα πουλερικά η εικόνα είναι καλύτερη, καθώς στην Ελλάδα οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν μόλις κατά 0,7% έναντι 3,1% στην Ευρωζώνη και 2,5% στην ΕΕ, ενώ αντίστοιχα και στα ψάρια και θαλασσινά η χώρα μας πλήρωσε μικρότερες αυξήσεις από την Ευρώπη, με 4,1% έναντι 7,3% στην ΕΕ και 6,2% στην Ευρωζώνη.
Εδώ, μάλιστα, οι αυξήσεις τιμές παραγωγού παρουσιάζουν αξιοσημείωτη σταθερότητα και διαφορές σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους (1,9% τον Αύγουστο, έναντι 8,3% σε ΕΕ και Ευρωζώνη).
Ακρίβεια στο γάλα
Εκτός όμως από το κρέας και ορισμένα ζωικά παράγωγα στοιχίζουν ακριβά στα νοικοκυριά. Το φρέσκο γάλα, αν και τον Σεπτέμβριο η τιμή στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 3%, εξακολουθεί να είναι μία από τις υψηλότερες στην Ευρώπη.
Αν και σε χαμηλότερα επίπεδα από το 2022, η χονδρική τιμή του γάλακτος που πληρώθηκε στους Έλληνες παραγωγούς ήταν η τρίτη υψηλότερη σε όλη την ΕΕ. Συγκεκριμένα, τα 100 κιλά γάλακτος κόστιζαν 51,5 ευρώ, μετά από την Κύπρο στα 63,5 ευρώ και την Μάλτα στα 56,1 ευρώ.
Φυσικά, δεν πρέπει να παραγνωριστεί και σε αυτή την περίπτωση όπως και στο κρέας, η κολοσσιαία καταστροφή που υπέστη και η ζωική παραγωγή από τις θεομηνίες που έπληξαν το καλοκαίρι την χώρα, θανατώνοντας αναρίθμητα ζώα.