Σταθερά διατήρησε τα επιτόκια η Fed, προχωρώντας στη δεύτερη συνεχόμενη παύση στον κύκλο των αυξήσεων, κρούοντας πάντως «καμπανάκι» για την πρόσφατη άνοδο των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων και τον πιθανό αντίκτυπο στην οικονομία και στον πληθωρισμό, ενώ αφήνει ανοιχτό το «παράθυρο» για νέα αύξηση μελλοντικά.
Η Κεντρική Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ κράτησε αμετάβλητα τα επιτόκια στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 22 ετών, στο εύρος του 5,25% - 5,5% (όπου διαμορφώθηκαν τον Ιούλιο), σε μία κίνηση που είχε προεξοφληθεί από τις αγορές.
Πρόκειται για τη δεύτερη συνεχόμενη συνεδρίαση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοιχτής Αγοράς (FOMC), η οποία καταλήγει στην απόφαση για παύση, μετά από 11 διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων, εκ των οποίων οι τέσσερις έλαβαν χώρα εντός του 2023.
- Διαβάστε ακόμα: Πάουελ (Fed): Δεν κηρύσσουμε τη νίκη επί του πληθωρισμού, προχωράμε προσεκτικά - «Βλέποντας και κάνοντας» με τα επιτόκια
Η σημερινή απόφαση της Fed έρχεται λίγο μετά τα τελευταία στοιχεία για την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας, η οποία έφθασε στο 4,9% στο τρίτο τρίμηνο, ξεπερνώντας τις προσδοκίες.
Άλλωστε, η Fed στην ανακοίνωσή της, μετά το πέρας της διήμερης συνεδρίασης (της 31ης Οκτωβρίου - 1ης Νοεμβρίου) παρατηρεί ότι η οικονομική δραστηριότητα στις ΗΠΑ «αναπτύχθηκε με ισχυρό ρυθμό κατά το τρίτο τρίμηνο», τονίζοντας πάντως ότι «ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός».
Όπως επισημαίνει, ακόμα, η Fed θα λάβει υπ'όψιν της μια σειρά από στοιχεία «για να καθορίσει την έκταση της πρόσθετης σύσφιξης της πολιτικής που μπορεί να είναι κατάλληλη για να επιστρέψει ο πληθωρισμός στο 2% με την πάροδο του χρόνου».
Την ίδια ώρα, οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων συνεχίζουν τις «υψηλές πτήσεις», μετά και την «εκτίναξη» της απόδοσης τους 10ετούς ομολόγου πάνω από το 5% τον Οκτώβριο.
«Οι πιο σφιχτές χρηματοοικονομικές και πιστωτικές συνθήκες για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις είναι πιθανό να επιβαρύνουν την οικονομική δραστηριότητα, τις προσλήψεις και τον πληθωρισμό» σημειώνει, παράλληλα, στην ανακοίνωσή της η Fed.
«Η έκταση αυτών των επιπτώσεων παραμένει αβέβαιη» σημειώνει. «Η Επιτροπή παραμένει ιδιαίτερα προσεκτική πληθωριστικούς κινδύνους» τονίζει.