Στην θετική πορεία αλλά και τις προκλήσεις για το ελληνικό χρέος, εστίασαν η Julia Lendvai, επικεφαλής της Κομισιόν για την Ελλάδα, ο Joong Shik Kang επικεφαλής του ΔΝΤ για την Ελλάδα, ο Paolo Fioretti, επικεφαλής του ESM για την Ελλάδα και ο Μιχάλης Αργυρού, επικεφαλής του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΣΟΕ) στο πάνελ στο πλαίσιο της 28ης Στρογγυλής Τραπέζης του «Economist» - 28th Annual Economist Government Roundtable, που συντόνισε ο δημοσιογράφος Γιάννης Παπαγεωργίου.
Εύσημα αλλά και κάλεσμα για δημοσιονομική πειθαρχία
Οι επικεφαλής των θεσμών στην Ελλάδα εμφανίζονται αισιόδοξοι για την πορεία της οικονομίας, αλλά διαμηνύουν πως πρέπει να συνεχιστεί η δημοσιονομική πειθαρχία. Προέτρεψαν την κυβέρνηση να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, ειδικά στον τομέα της Δικαιοσύνης και της οικονομίας, ενώ παράλληλα, ζήτησαν να αυξηθούν οι δαπάνες για υγεία και εκπαίδευση, οι οποίες υπολείπονται σε σχέση με άλλες χώρες. Άπαντες πάντως συμφώνησαν ότι το ελληνικό χρέος είναι σε καλή τροχιά και θεωρούν ότι αυτό μπορεί να συνεχιστεί, αλλά η Ελλάδα δεν αλλάξει ρότα.
Αξιοσημείωτη η πρόοδος της Ελλάδας
Παίρνοντας τον λόγο, η κα Lendvai επεσήμανε πως η Ελλάδα έχει διασχίσει πολύ δρόμο από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης και έχει επιτύχει αξιοσημείωτη πρόοδο στην δημοσιονομική της σταθερότητα, χάρη στις διαρθρωτικές αλλαγές και τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες που υιοθέτησε, γεγονός που αποτυπώθηκε και στην ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας κατά τη διάρκειας της πανδημίας του κορονοϊού και της ενεργειακής κρίσης. Παρατήρησε επίσης πως βελτιώθηκε και η ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα, με υποχώρηση των κόκκινων δανείων από την σημαντική βοήθεια από τον Ηρακλή.
Σύμφωνα με την ίδια, η θετική πορεία της οικονομίας εκδηλώθηκε και στην αγορά των ομολόγων, με το spread να διαμορφώνεται στις -35 μονάδες για τα ελληνικά έναντι των ιταλικών, δηλαδή η απόδοση των ελληνικών τίτλων είναι 0,35% χαμηλότερη από εκείνη της γειτονικής μας χώρας. Παράλληλα, επέστρεψε η εμπιστοσύνη των επενδυτών ενώ η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αποτελεί ένα σημαντικό ορόσημο για την ελληνική οικονομία.
Τo IG επέφερε χαμηλότερο κόστος δανεισμού, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και υψηλότερη ανάπτυξη, ενώ πρόσθεσε πως υπήρξε ισχυρό rebound για την Ελλάδα από την πανδημία, με το potential της ανάπτυξης να παραμένει δυναμικό. Εκτίμησε πως η παραγωγικότητα έχει περιθώρια βελτίωσης, ενώ διεμήνυσε πως οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχιστούν σε όλους τους τομείς της κοινωνίας μαζί με τις τράπεζες.
Ωστόσο, σημείωσε ότι θα πρέπει πλέον να υπάρξει μεγαλύτερη τόλμη από την κυβέρνηση προκειμένου να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις, ειδικά στην ταχύτητα απονομής της Δικαιοσύνης αλλά και στον οικονομικό τομέα. Στάθηκε επίσης στην ανάγκη για δημιουργία νέων μόνιμων θέσεων εργασίας, οι οποίες θα μπορέσουν να αντικαταστήσουν τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Κράτησε πάντως αποστάσεις από τα όσα συμβαίνουν στο διεθνές περιβάλλον, σημειώνοντας ότι θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη.
Το ΑΕΠ στην Ελλάδα έχει αυξηθεί πάνω από 16%
Από την πλευρά του, ο κ. Joong Shik συνεχάρη την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας και τους γρήγορους ρυθμούς απομείωσης χρέους, το οποίο βέβαια παραμένει υψηλό. Κατά τον ίδιο, πρέπει να δοθεί έμφαση στην ανάπτυξη, στην δημοσιονομική πειθαρχία και στις απαραίτητες πολιτικές που θα διασφαλίσουν τη μεσο-μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Επίσης, έκανε ειδική μνεία στο πρωτογενές πλεόνασμα και ανάγκη για επενδύσεις, υπογραμμίζοντας πως οι φιλοαναπτυξιακές πρωτοβουλίες και η δημοσιονομική σταθερότητα είναι κομβικές για την Ελλάδα.
Το ΑΕΠ στην Ελλάδα έχει αυξηθεί πάνω από 16%, και σε αυτό έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο η δημοσιονομική προσαρμογή. Βασική επιδίωξη, τόνισε, είναι «να πετύχουμε υψηλή ανάπτυξη με βιώσιμο τρόπο. Στόχος είναι να έχουμε δημοσιονομική ανάπτυξη με φιλικό τρόπο». Ανέφερε επίσης ότι «η εκτίμησή μας είναι ότι η δημοσιονομική προσαρμογή δεν θα εκτροχιαστεί». Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη τόνωσης των δαπανών για υγεία και εκπαίδευση, διευκρινίζοντας ότι «οι δαπάνες στην υγεία και στην εκπαίδευση είναι χαμηλότερες από τους ομόλογούς της και πρέπει να διευρυνθούν ή τουλάχιστον να παραμείνουν στα ίδια επίπεδα».
Ο νέος «κύκλος»
Με τη σειρά του, ο κ. Ρaolo Fioretti εστίασε στην ευκαιρία που έχει μπροστά της η Ελλάδα, από έναν νέο «ενάρετο κύκλο» που αφορά πια τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την προώθηση της ανάπτυξης και την μείωση του χρέους. Εξήγησε πως είναι πλέον κρίσιμος ο ρόλος των τραπεζών, ενώ η κατάσταση για την ελληνική οικονομία άλλαξε, με τη δημοσιονομική πειθαρχία να φέρνει την επενδυτική βαθμίδα.
«Ένας ενάρετος κύκλος ξεκίνησε να αποδίδει τον τελευταίο χρόνο και υπό προϋποθέσεις μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στη μείωση του δημοσίου χρέους. Καθοριστικός είναι ο ρόλος των τραπεζών σε αυτόν τον ενάρετο κύκλο. Πέρα από την ανάπτυξη, η Ελλάδα ήταν συνεπής στη δημοσιονομική της πειθαρχία. Η οικονομία αναπτύσσεται και οι τράπεζες έχουν πολύ καλές επιδόσεις. Ξεκλειδώνει η ανάπτυξη για τα επόμενα χρόνια» διεμήνυσε.
Καλό το ταξίδι - Δεν φτάσαμε ακόμη στον προορισμό
Τέλος, ο κ. Αργυρού εκτίμησε πως η Ελλάδα τα πηγαίνει καλά μέχρι τώρα, καθώς η κατάσταση δεν ήταν έτσι πριν από 5 χρόνια. «Είμαστε σε ταξίδι, δεν έχουμε φτάσει στον προορισμό» εξήγησε χαρακτηριστικά, συμπληρώνοντας πως από το 2020 και μετά καταγράφεται σημαντική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, με άνοδο της ανάπτυξης και πτώση της ανεργίας. Πλέον, υπάρχει ικανοποιητική ανάκαμψη, με την ελληνική οικονομία να γίνεται όλο και περισσότερο εξαγωγική, εξωστρεφής και ανθεκτική, ενώ είναι πολλά υποσχόμενη για το μέλλον. «Κλειδί» είναι η δημοσιονομική σταθερότητα και η ανάπτυξη του microsite της ελληνικής οικονομίας, με προώθηση των μεταρρυθμίσεων.
«Η Ελλάδα έχει σημειώσει πολύ σημαντική πρόοδο το 2020 όσον αφορά τα δημοσιονομικά της. Έχουμε πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης τόσο σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια όσο και σε σχέση με τους ομολόγους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχουμε σταθερά και υγιή πλεονάσματα τα τελευταία χρόνια. Με βάση τα στοιχεία, έχουμε τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης τα τελευταία πέντε χρόνια, με τον όγκο των επενδύσεων να έχει αυξηθεί κατά 40% τα τελευταία πέντε χρόνια» ανέφερε.