Τα τελευταία χρόνια ήταν μια περίοδος πρωτοφανών προκλήσεων για τις νομισματικές αρχές, καθώς κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει τις αλλεπάλληλες διαταραχές της προσφοράς που έπληξαν την οικονομία της ζώνης του ευρώ αλλά και την άνοδο του πληθωρισμού που επακολούθησε, σύμφωνα με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννη Στουρνάρα.
«Παρ’ όλα αυτά, καταφέραμε να πορευθούμε εν μέσω όλης αυτής της αβεβαιότητας. Η πρόκληση για την προσεχή περίοδο είναι να εξασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να υποχωρεί και θα πλησιάσει εγκαίρως το στόχο μας, ενώ παράλληλα θα ενισχύονται οι ρυθμοί ανάπτυξης φθάνοντας σε διατηρήσιμα επίπεδα που εγγυώνται πλήρη απασχόληση» τόνισε ο επικεφαλής της ΤτΕ στον χαιρετισμός του στο 6ο Endless Summer Conference on Financial Intermediation and Corporate Finance.
«Ωστόσο, η φύση των κινδύνων που αντιμετωπίζουμε είναι ασυνήθιστη. Όλο και περισσότερο θα επενεργούν και θα οδηγούν σε μεταβλητότητα των ρυθμών ανάπτυξης και πληθωρισμού δύο μείζονος σημασίας διαρθρωτικοί παράγοντες: ο γεωπολιτικός κατακερματισμός και η κλιματική αλλαγή. Οι κίνδυνοι αυτοί, από τους οποίους έχουμε ελάχιστη εμπειρία, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν και να προβλεφθούν. Θέτουν μια πρωτόγνωρη πρόκληση για τις κεντρικές τράπεζες – μια πρόκληση που απαιτεί και διαφορετικό τρόπο αντίδρασης» πρόσθεσε.
«Σε αυτό το νέο και εξαιρετικά αβέβαιο περιβάλλον, στρεφόμαστε στους πανεπιστημιακούς και τους ερευνητές για να μας καθοδηγήσουν σε αχαρτογράφητα νερά. Μόνο μέσα από την καινοτόμο έρευνα θα μπορέσουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής να διευρύνουν τις γνώσεις τους. Επιπλέον, κατά την άποψή μου, είναι πλέον σαφές ότι τα συγκεντρωτικά στοιχεία δεν επαρκούν και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής χρειάζονται πιο αναλυτικά δεδομένα. Τα μικροδεδομένα μας επιτρέπουν αφενός να κατανοήσουμε καλύτερα το μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και αφετέρου να ερμηνεύσουμε σωστά τα συγκεντρωτικά στοιχεία και έτσι να προβλέψουμε καλύτερα την εξέλιξη των αντίστοιχων μεγεθών. Οι μεθοδολογικές βελτιώσεις σε συνδυασμό με την αυξημένη διαθεσιμότητα μικροδεδομένων διευκολύνουν μια πολύ πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση και ποσοτική εκτίμηση των επιπτώσεων των διαφόρων τύπων διαταραχών και, κυρίως, της επίδρασης των διαφόρων τύπων μέτρων πολιτικής» ανέφερε.
Καταληκτικά, επεσήμανε πως θεωρεί ότι μια σημαντική αποστολή του ερευνητικού έργου των κεντρικών τραπεζών είναι να γεφυρώνει το πιθανό χάσμα μεταξύ ακαδημαϊκής έρευνας και άσκησης πολιτικής και να δημιουργεί ευκαιρίες αλληλεπίδρασης με την ακαδημαϊκή κοινότητα. «Πεποίθησή μας είναι ότι η έκθεση σε εξωτερικές ιδέες και στις νεότερες εξελίξεις του τομέα προάγει την έρευνα» υπογράμμισε.