Θετικά είναι τα περισσότερα διδάγματα για την Ευρώπη από την ενεργειακή κρίση, όπως επισημαίνεται σε μελέτη του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών (CSIS) της Ουάσιγκτον, καθώς η Ε.Ε. κατάφερε να ενισχύσει την ενεργειακή της ασφάλεια. Έτσι, έπεσαν στο κενό οι εκβιασμοί της Μόσχας, η οποία αποπειράθηκε να χρησιμοποιήσει για αυτό τον σκοπό την προμήθεια με φυσικό αέριο των ενεργειακών αγορών.
Ωστόσο, η κρίση προκάλεσε σημαντικά δημοσιονομικά πλήγματα στις ευρωπαϊκές οικονομίες και, μέσω της εκτίναξης των τιμών και του πληθωρισμού, έγινε η αφορμή να αναδυθούν περισσότερα αντισυστημικά κόμματα, πολλά από τα οποία επιδιώκουν να «φρενάρουν» πυλώνες της ενεργειακής μετάβασης. Επίσης, σύμφωνα με τη μελέτη του CSIS, που τιτλοφορείται «Power Plays - Η απάντηση της Ευρώπης στην ενεργειακή κρίση» ακόμη δεν έχει κλείσει το νέο «κεφάλαιο» για τις ευρωπαϊκές ενεργειακές αγορές, το οποίο άνοιξε με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα
Ένας σημαντικός λόγος είναι πως οι τιμές ενέργειας συνεχίζουν να κινούνται σε υψηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα, γεγονός το οποίο καθιστά πιθανό να βρουν ακόμη μεγαλύτερο έδαφος λαϊκιστικές φωνές, που συνδέουν το ενεργειακό κόστος με την «πράσινη» ατζέντα. Κρίσιμο είναι επίσης η στροφή στην καθαρή ενέργεια να μην δημιουργήσει μία νέα μορφής εξάρτηση της Ευρώπης – τεχνολογική αυτή τη φορά, από την Κίνα.
Η μελέτη αποτέλεσε αφετηρία για τη συζήτηση που είχαν στο 8ο Southeast Europe Energy Forum (SEEF2024) στη Θεσσαλονίκη την Παρασκευή, 6 Σεπτεμβρίου 2024, ο Διευθυντής ενεργειακής ασφάλειας και κλιματικής αλλαγής του CSIS, Joseph Majkut, και η Γενική Διευθύντρια Στρατηγικής Ομίλου ΔΕΗ, Έλενα Γιαννακοπούλου.
Όπως αναφέρθηκε στη συζήτηση, από την άποψη της διαφοροποίησης, η Ευρώπη έχει βρει τον τρόπο να αντικαταστήσει το ρωσικό αέριο. Αλλά αυτή η ενέργεια προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από πηγές εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι, το κόστος αυτών των εναλλακτικών πηγών θα είναι υψηλότερο και, συνεπώς, θα επηρεάσει την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι δημοκρατίες και οι αγορές της Ευρώπης αποδείχθηκαν ανθεκτικές σε κραδασμούς, η Ρωσία απέτυχε στην προσπάθειά της να εκβιάσει τα κράτη μέλη της ΕΕ ως προς την υποστήριξη στην Ουκρανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση απέδειξε γεωπολιτικό θάρρος εν μέσω μιας δυνητικά καταστροφικής κρίσης.
Τι μας έμαθε η κρίση
- Οι δημοκρατίες και οι αγορές είναι ανθεκτικές και μπορούν να απορροφήσουν κραδασμούς. Η Ευρώπη έδειξε τεράστια ανθεκτικότητα απαντώντας στο ενεργειακό σοκ που υπέστη. Το σοκ αυτό δοκίμασε όχι μόνο τον ενεργειακό τομέα της Ευρώπης αλλά και την ίδια την πολιτική Ένωση, την ανθεκτικότητα του δημοκρατικού πολιτικού συστήματος, της οικονομίας της αγοράς και των ελεύθερων και ανοιχτών κοινωνιών.
- Δεν πρέπει να υποτιμάται η ικανότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιδρά. Καθώς άρχισε να εξελίσσεται η κρίση, όλοι οι μεγάλοι παράγοντες υποτίμησαν την ισχύ και την ανθεκτικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και των ίδιων των Ευρωπαίων.
- Η Ρωσία απέτυχε στην προσπάθειά της να εκβιάσει τα κράτη μέλη της ΕΕ. Τελικά, η Μόσχα έχασε τον ενεργειακό πόλεμο με την Ευρώπη. Η Ρωσία έχει πλέον σημαντικές υποδομές φυσικού αερίου που δεν πρόκειται να αποσβεστούν ποτέ, γεγονός το οποίο οδήγησε σε σημαντικές οικονομικές απώλειες την Gazprom.
- Το αμερικανικό LNG αποδείχθηκε σημαντικό στο να μετριαστούν οι συνέπειες της κρίσης και μπορεί να παίξει βαρύνοντα ρόλο στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Οι αμερικανικές εξαγωγές LNG κάλυψαν το τεράστιο κενό που άφησε το ρωσικό φυσικό αέριο στον ανεφοδιασμό της Ευρώπης.
- Το σοκ αξιοποιήθηκε για την επιτάχυνση της ανάπτυξης των ΑΠΕ, ιδιαίτερα της ηλιακής ενέργειας. Αν και η στροφή προς το LNG και τις εναλλακτικές εισαγωγές φυσικού αερίου ήταν κεντρικής σημασίας για τη διατήρηση της ενεργειακής ασφάλειας, η επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ήταν εξίσου αξιοσημείωτη και απέδειξε ότι είναι δυνατή η ταχεία ανάπτυξη και ενίσχυση της διείσδυσης στο ενεργειακό μίγμα.
- Για την Ευρώπη αποτελεί επείγουσα ανάγκη η επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης. Η απώλεια πρόσβασης στο φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο, το οποίο υποκατέστησε το εισαγόμενο LNG, έχει επηρεάσει την οικονομική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, με σημαντικές επιπτώσεις ιδιαίτερα για τη Γερμανία. Επομένως, η επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης για την Ευρώπη είναι απαραίτητη όχι μόνο για την επίτευξη των κλιματικών στόχων, ή για να ενισχύσει την ενεργειακή της ασφάλεια, αλλά και να εξασφαλίσει την οικονομική ανταγωνιστικότητά της.
- Η συνεργασία ΗΠΑ-ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας και πρέπει να ενισχυθεί. Η σημασία θεμάτων που άπτονται της ενέργειας, του κλίματος και του εμπορίου θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, καθώς η επανάσταση βρίσκεται σε εξέλιξη η στροφή στις καθαρές τεχνολογίες, ενώ είναι επίσης κρίσιμη για το οικονομικό μοντέλο και των δύο μπλοκ και για την ευρύτερη γεωπολιτική τους θέση, έναντι της Κίνας.
- Η κρίση προστέθηκε στις δημοσιονομικές πιέσεις που δέχεται η Ευρώπη. Χρειάστηκαν τεράστιες δημοσιονομικές δαπάνες για να διατηρηθεί ζωντανή η βιομηχανία ζωντανή, ιδιαίτερα στη Γερμανία. Οι πληθωριστικές επιπτώσεις της πιο ακριβής ενέργειας είχαν βαθύτατο αρνητικό αντίκτυπο στα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και την ευρωπαϊκή οικονομία.
- Οι πολιτικές αντιδράσεις είχαν ως στόχο τον συστημικό πολιτικό κόσμο, και όχι την Ουκρανία. Το 2022 εκφράζονταν φόβοι ότι το σοκ του ενεργειακού κόστους θα έστρεφε τους Ευρωπαίους κατά της υποστήριξης στην Ουκρανία, χωρίς ωστόσο αυτό να συμβεί. Ωστόσο, η δυσαρέσκεια για τις οικονομικές συνθήκες είχε αρνητικές επιπτώσεις στους φορείς χάραξης πολιτικής σε όλη την Ευρώπη- η ενεργειακή κρίση δεν ήταν απαλλαγμένη πολιτικού κόστους.
Οι προκλήσεις
Σύμφωνα με τη μελέτη, δύο και πλέον χρόνια μετά την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία, η Ευρώπη έχει ενισχύσει την ενεργειακή της ασφάλειας, καταφέρνοντας να κρατήσει σε τροχιά την «πράσινη» μετάβαση και να αποφύγει την ύφεση. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη προκλήσεις, καθώς η αύξηση του ενεργειακού κόστους συνιστά πλέον συστημικό κίνδυνο για την ευρωπαϊκή βιομηχανία και ανταγωνιστικότητα.
Παρόλο που δεν έχει καμφθεί η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη στην Ουκρανία και η απειλή του ρωσικού ενεργειακού εκβιασμού έχει σε μεγάλο βαθμό εξαλειφθεί, πι πολιτικές επιπτώσεις από το ενεργειακό σοκ εξακολουθούν να γίνονται αισθητές. Το αντισυστημικό κλίμα διατηρεί σημαντικές διαστάσεις, γεγονός που οδηγεί σε διεύρυνση της απήχησης των ακροδεξιών κομμάτων.
Η συνέπεια είναι η Ευρώπη να αντιμετωπίζει διασταυρούμενες πιέσεις. Από τη μία πλευρά, υπάρχει έντονη ανάγκη από οικονομική σκοπιά για αύξηση του ενεργειακού εφοδιασμού από ευρωπαϊκές πηγές. Για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, η λιγότερο κοστοβόρα λύση είναι η επιθετική ανάπτυξη των ΑΠΕ. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, αυξάνονται όμως οι κίνδυνοι για οπισθοδρόμηση.
Εάν για το υψηλό ενεργειακό κόστος ενοχοποιηθεί η μετάβαση σε ένα ενεργειακό σύστημα χαμηλών εκπομπών άνθρακα, θα μπορούσαν να ενισχυθούν οι λαϊκιστικές φωνές κατά της «πράσινης ατζέντας» και να ανακοπεί το μομέντουμ τα επόμενα χρόνια. Παράλληλα, παραμένει πρόκληση για την Ε.Ε. η δημιουργία μίας ασφαλούς αλυσίδας εφοδιασμού για τις τεχνολογίες «καθαρής» ενέργειας, ώστε η ενεργειακή εξάρτηση να μην δώσει τη θέση στην τεχνολογική εξάρτηση.