Το πρόβλημα της τηλεθέρμανσης της Δυτικής Μακεδονίας έμοιαζε με Λερναία Ύδρα, για το οποίο πολλοί περίμεναν ότι δεν θα βρεθεί λύση, σημείωσε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θεόδωρος Σκυλακάκης, σε συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε πριν από λίγο, με θέμα την παρουσίαση της συμφωνίας που επετεύχθη για την κάλυψη των θερμικών αναγκών των κατοίκων των Δήμων Εορδαίας, Κοζάνης και Αμυνταίου.
Όπως επισήμανε, με τη συμφωνία θα έπρεπε καταρχάς να αντιμετωπιστεί τα χρέη που είχαν συσσωρευτεί έως τώρα, τα οποία ήταν πολύ μεγάλα. «Μόνο για μία πόλη οι οφειλές ήταν 111 εκατ. ευρώ, ενώ αθροιστικά τα χρέη ξεπερνούσαν τα 130 εκατ. ευρώ», υπογράμμισε. Στην περίπτωση του Δήμου Εορδαίας, που είχε και τις μεγαλύτερες οφειλές, τα χρέη θα καλυφθούν κατά 1/3 από το ΥΠΕΝ, κατά 1/3 από τη ΔΕΗ και κατά 1/3 από δημοτικούς πόρους (τις εισροές από το ειδικό τέλος ΑΠΕ).
Παράλληλα, σύμφωνα με τον υπουργό, ήταν απαραίτητο να βρεθεί φόρμουλα για τη διαχείριση της μεταβατικής περιόδου (σ.σ. μέχρι την κατασκευή της μονάδας ΣΗΘΥΑ που θα αναλάβει την τροφοδοσία της τηλεθέρμανσης, μετά την πλήρη απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων). Τέλος, έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος ώστε να προκαθοριστούν τα επίπεδα στα οποία θα κινείται η τιμή της τηλεθέρμανσης στο μέλλον, για την επόμενη τουλάχιστον 25ετία.
«Η λύση διασφαλίζει τιμές οι οποίες είναι πολύ χαμηλότερες από όσους καταναλωτές δεν καλύπτονται με τηλεθέρμανση – και θα παραμείνουν τουλάχιστον για την επόμενη 20ετία. Επίσης, επιτυγχάνεται τακτοποίηση των χρεών χωρίς να δημιουργηθεί κάποιο μείζον πρόβλημα για τη λειτουργία των τοπικών αυτοδιοικητικών αρχών», συμπλήρωσε. Πρόσθεσε πάντως ότι θα πρέπει να γίνουν εγκαίρως όλα τα έργα, έτσι ώστε μετά το 2026-2027 που θα αποσυρθούν οι λιγνιτικές μονάδες, να υπάρχει η μονάδα ΣΗΘΥΑ (Συμπαραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης).
Επισήμανε πως ο επιμερισμός αυτού του προβλήματος έγινε σε πολλές και διαφορετικές πηγές, ώστε να υπάρχει δικαιοσύνη και να διασφαλιστούν οι κατά το δυνατόν χαμηλότερες χρεώσεις στους χρήστες της τηλεθέρμανσης. Σημείωσε πως προβλέπονται 8 με 9 διαφορετικές πηγές χρηματοδότησης.
Θεσμική μνήμη η πολιτεία
Όπως εξήγησε, η φετινή περίοδος θέρμανσης ξεκινά με μέση τιμή στα επίπεδα των 7 λεπτών ανά κιλοβατώρα, περίπου 60% χαμηλότερα από το πετρέλαιο θέρμανσης. Η μονάδα ΣΗΘΥΑ θα είναι έτοιμη σε μία 2ετία από σήμερα, ώστε να καλύψει τις ανάγκες από την περίοδο θέρμανσης του 2026. Οι οφειλές θα καλυφθούν κατά ένα μέρος από το ειδικό τέλος ΑΠΕ, κατά ένα δεύτερο μέρος από το ΥΠΕΝ μέσω του ΤΕΜ και κατά ένα τρίτο σκέλος από τη ΔΕΗ.
Στη μεταβατική φάση, η χονδρική τιμή τηλεθέρμανσης θα είναι 32 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Στην περίπτωση υπέρβασης αυτής της τιμής, θα υπάρχει επιδότηση σε πρώτη φάση από την Περιφέρεια, σε δεύτερη από το ΥΠΕΝ και σε τρίτη από τους Δήμους.
Κατά την τρίτη και τελική φάση, που η τηλεθέρμανση θα βασίζεται στη λειτουργία της μονάδας ΣΗΘΥΑ, η τιμή θα προκύπτει από μια μαθηματική φόρμουλα (με βάση το κόστος ρύπων και την τιμή του αερίου). Αν ξεπερνά τα 32 ευρώ ανα Μεγαβατώρα, τότε θα ενεργοποιούνται μία σειρά από πόροι για επιδότηση του κόστους. Αν φτάσει να ξεπεράσει τα 43 ευρώ ανα Μεγαβατώρα, τότε θα εφαρμόζεται και επιδότηση από το ΤΕΜ, με ένα ποσό έως 7,5 εκατ. τον χρόνο.
Υπογράμμισε πως εξετάστηκε η εφαρμογή κάποιας εναλλακτικής λύσης, π.χ., με την εγκατάσταση αντλιών θερμότητας μαζικά στην περιοχή. «Ο λόγος που κρατήσαμε την τηλεθέρμανση ήταν γιατί είχαμε τις μεγάλες επενδύσεις στα δίκτυα και, κατά δεύτερον, επειδή το ύψος των επενδύσεων των νοικοκυριών για αντλίες θερμότητας θα έπρεπε να είναι πάρα πολύ μεγάλο».
Πρόσθεσε πως ήταν καθοριστική η συμβολή της Περιφέρειας στη διαπραγμάτευση, ενώ επαίνεσε και τους Δημάρχους, που είχαν τη δύναμη και πολιτικό σθένος να καταλήξουμε σε συμφωνία. Την ίδια στιγμή, η ΔΕΗ συνεισφέρει ένα σημαντικό αντίτιμο, ενώ συμβάλλει και με την τεχνική της δεξιότητα για να λυθεί το θέμα.
«Πρόκειται για μία σύνθετη συμφωνία. Η περιοχή στήριξε το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας επί 60 χρόνια, με την ενέργεια που παρήγαγε. Αυτή η στήριξη είχε πολλές επιπτώσεις, με μία από αυτές το γεγονός ότι με βάση τους ευρωπαϊκούς κανόνες εμφάνιζε ακαθάριστο εθνικό προϊόν που είχε ως συνέπεια να λαμβάνει μικρότερα ευρωπαϊκά κονδύλια. Η πολιτεία πρέπει να έχει τη θεσμική μνήμη και να αντιλαμβάνεται τη συνεισφορά των ανθρώπων και των περιοχών, ακόμη κι αν περάσουν 10ετίες», κατέληξε.
Σδούκου: Δίκαιη κατανομή των υποχρεώσεων
Η αγωνία των κατοίκων της περιφέρειας για το παρόν και το μέλλον της τηλεθέρμανσης είναι απολύτως εύλογη, σημείωσε η Υφυπουργός ΠΕΝ, Αλεξάνδρα Σδούκου. Υπογράμμισε πως ήταν πάρα πολύ δύσκολο να βρεθεί κοινός τόπος.
«Δεν θα αφήναμε να τεθεί σε διακινδύνευση η τηλεθέρμανση, προσπαθήσαμε σε αυτή τη συμφωνία να υπάρχει δίκαιη κατανομή των υποχρεώσεων, επιβεβαιώνοντας την καλή συνεργασία όλων των εμπλεκομένων, συμπλήρωσε.
Μίλησε για επωφελή συμφωνία, όταν η τιμή προμήθειας θα ξεπερνά τα 43 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, θα υπάρχει κάλυψη από το ΤΕΜ και ενίσχυση από το ειδικό τέλος ΑΠΕ ώστε να υπάρχει σταθερή τιμή προμήθειας στους χρήστες της τηλεθέρμανσης.
«Οι στόχοι είναι 5: 1ον να διακανονιστούν οι οφειλές, 2ον να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα και να μην δημιουργηθούν νέες οφειλές, 3ον να υλοποιηθούν τα έργα σχεδιασμού, 4ον να καλυφθούν οι ανάγκες θέρμανσης σε ανταγωνιστικό κόστος και 5ον να ολοκληρωθούν έγκαιρα όλα τα έργα διασύνδεσης», κατέληξε.
Αμανατίδης: Αμοιβαία επωφελής λύση
Σκοπός ήταν η λύση που θα βρεθεί να είναι συμφέρουσα για όλους, τόνισε ο Περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας, Γιώργος Αμανατίδης. Όπως τόνισε, οι διαπραγματεύσεις κράτησαν τόσο όσο και η αξία της συμφωνίας.
«Ευχαριστώ τον Υπουργό για τις προτάσεις που υπέβαλε και την υπομονή που είχε, έτσι ώστε να συγκλίνουν όλες οι πλευρές. Η διαφωνία ήταν παραγωγική, γιατί όλοι είχαμε σκοπό να λήξει θετικό το θέμα», υπογράμμισε.
Πρόσθεσε πως υπάρχουν και άλλα στάδια που θα δρομολογηθούν, ξεκινώντας από την υπογραφή των διμερών συμβάσεων, την υλοποίηση των έργων και την ψήφιση της νομοθετικής ρύθμισης στη Βουλή. Επίσης, τοποθετήθηκαν οι τρεις Δήμαρχοι που καλύπτονται από τηλεθερμάνσεις, δηλαδή Εορδαίας, Κοζάνης και Αμυνταίου.
Στάσσης: Συνεχίζουμε να επενδύουμε στην περιοχή
Το πρόβλημα ήταν εξαιρετικά πολυσύνθετο, βρέθηκε λύση που εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα της τηλεθέρμανσης, και στο μεσοδιάστημα και όταν θα υλοποιηθεί η τελική λύση, υπογράμμισε ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης. Πρόσθεσε πως είναι σημαντικό να προχωρήσουν τάχιστα τα επόμενα βήμα, με κάποια από τα προβλεπόμενα έργα να γίνουν από τη ΔΕΗ. Κάποια έργα γίνονται από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, με τη ΔΕΗ να είναι διατεθειμένη να συνδράμει στην υλοποίησή τους.
«Πρέπει να προχωρήσουμε τάχιστα ώστε το αργότερο σε δύο χρόνια να ολοκληρωθεί η τελική λύση. Η ΔΕΗ ήταν πάροχος της τηλεθέρμανσης και με αυτή τη λύση θα συνεχίσει να είναι. Είμαστε παρόντες στην περιοχή και συνεχίσουμε να επενδύουμε, σκεφτόμαστε και επενδύσεις σε data centers», τόνισε.
Υπογράμμισε ότι η συμφωνία εξασφαλίζει χαμηλότερο κόστος θέρμανσης από κάθε άλλη λύση.