Τις εκτιμήσεις της για την οικονομική ανάπτυξη της Κίνας το 2024 και το 2025 αναβάθμισε η Παγκόσμια Τράπεζα, με τον διεθνή Οργανισμό να προειδοποιεί, ωστόσο, πως η επιδείνωση της καταναλωτικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης, σε συνδυασμό με τις αντιξοότητες στον τομέα ακινήτων, θα συνεχίσουν να λειτουργούν επιβαρυντικά για την οικονομία το επόμενο έτος.
Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη έχει δοκιμαστεί φέτος, κυρίως εξαιτίας της κρίσης στον τομέα στέγασης αλλά και της υποτονικής εγχώριας ζήτησης. Η προαναγγελθείσα αύξηση των αμερικανικών δασμών στα κινεζικά αγαθά από όταν ο Ντόναλντ Τραμπ αναλάβει την προεδρία τον Ιανουάριο είναι πιθανό να πλήξει με τη σειρά της την ανάπτυξη.
«Η αντιμετώπιση των προκλήσεων στον τομέα ακινήτων, η ενίσχυση των δικτύων κοινωνικής ασφάλειας και η βελτίωση των οικονομικών της τοπικής αυτοδιοίκησης θα είναι ουσιαστικής σημασίας για την ενεργοποίηση μιας βιώσιμης ανάκαμψης», εκτιμά η Mara Warwick, διευθυ της Παγκόσμιας Τράπεζας για την Κίνα. «Είναι σημαντικό να εξισορροπηθεί η βραχυπρόθεσμη στήριξη στην ανάπτυξη με τις μακροπρόθεσμες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», προσθέτει.
Χάρη στην επίδραση της πρόσφατης χαλάρωσης της πολιτικής και της βραχυπρόθεσμης εξαγωγικής δυναμικής, η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της Κίνας θα διαμορφωθεί στο 4,9% φέτος, από την πρόβλεψη του Ιουνίου για 4,8%.
Το Πεκίνο είχε προβλέψει έναν ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του «περίπου 5%» φέτος, έναν στόχο που πιστεύει ότι θα πετύχει.
Αν και η ανάπτυξη για το 2025 αναμένεται να κόψει ρυθμό στο 4,5%, το εκτιμώμενο μέγεθος εξακολουθεί να είναι υψηλότερο από την προηγούμενη πρόβλεψη της Παγκόσμιας Τράπεζας για 4,1%.
Η βραδύτερη αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών και η αρνητική επίδραση στον πλούτο από τις χαμηλότερες τιμές των κατοικιών αναμένεται να επηρεάσουν την κατανάλωση το 2025, πρόσθεσε η Τράπεζα.