Κρίσιμη μάζα έχουν αποκτήσει ήδη μέσα στο 2024 τα έργα ΑΠΕ χωρίς εγγυημένο έσοδο και τα οποία επομένως αποκομίζουν έσοδα συμμετέχοντας απευθείας στις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Μάλιστα, οι εκτιμήσεις στελεχών της αγοράς είναι πως η τάση αυτή θα συνεχιστεί και φέτος, με συνέπεια μέχρι το τέλος του 2025 να έχει διαμορφωθεί ένα διόλου ευκαταφρόνητο χαρτοφυλάκιο έργων «χωρίς ταρίφα», το οποίο θα αθροίζει σε εγκαταστημένη ισχύ περί τα 2.400 MW.
Η εξέλιξη αυτή είναι κρίσιμη για την περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ, με δεδομένο ότι όπως έχει προαναγγέλλει η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ, έχει επέλθει το τέλος των επιδοτήσεων στον κλάδο, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Κατά συνέπεια, ένα ερώτημα που ανέκυπτε αυτονόητα από την «αλλαγή πλεύσης» ήταν το κατά πόσο οι «πράσινες» επενδύσεις θα συνεχιστούν, στον ρυθμό που χρειάζεται ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί για την απανθρακοποίηση του μίγματος ηλεκτροπαραγωγής.
Τα στοιχεία ωστόσο δείχνουν πως η αγορά έχει αρχίσει ήδη να ανταποκρίνεται στο «σήμα» της πολιτείας για τη δραστηριοποίηση στον κλάδο χωρίς πλέον τη διασφάλιση εγγυημένων εσόδων μέσω της λειτουργικής ενίσχυσης. Ενδεικτικό της δραστικής αλλαγής που προκλήθηκε με αυτό τον τρόπο στον κλάδο είναι ότι, σύμφωνα με το πιο πρόσφατο μηνιαίο δελτίο του ΔΑΠΕΕΠ, για τον Οκτώβριο του 2024, ανέρχονταν σε 1.127,8 MW τα έργα που συμμετέχουν απευθείας στην αγορά.
Ένα χρόνο νωρίτερα, δηλαδή τον Οκτώβριο του 2023, το αντίστοιχο νούμερο ήταν μόλις 149,8 MW.
Ορόσημο το 2024
Απευθείας συμμετοχή στην αγορά για ένα έργο ΑΠΕ σημαίνει αποκόμιση εσόδων με δύο εναλλακτικούς τρόπους – είτε με την πώληση της παραγωγής στις χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, είτε με τη σύναψη «πράσινων» PPAs. Και οι δύο πάντως αυτές φόρμουλες ήταν εν πολλοίς άγνωστες για τους περισσότερους εγχώριους επενδυτές το 2023.
Αντίθετα, το 2024 αποδείχθηκε έτος ορόσημο για τα φωτοβολταϊκά και αιολικά χωρίς ταρίφα. Απόδειξη το γεγονός ότι με αφετηρία την «επίδοση» του τέλους του 2023 (223,3 MW), το μέγεθος στο οποίο διευρύνθηκε το χαρτοφυλάκιο μέχρι τον Οκτώβριο του 2024, «μεταφράζεται» σε αύξηση των σταθμών χωρίς εγγυημένο έσοδο κατά 904,5 MW μέσα στο 10μηνο του προηγούμενου έτους. Δηλαδή κάθε μήνα ενισχυόταν κατά 90 MW περίπου.
Παράγοντες του κλάδου εκτιμούν ότι ανάλογη ήταν η αύξηση και το τελευταίο δίμηνο του 2024, με συνέπεια το περασμένο έτος να κλείσει με 1.200 MW ΑΠΕ χωρίς λειτουργική ενίσχυση. Μάλιστα, προβλέπεται πως με τον ίδιο ρυθμό θα συνεχίσουν να αυξάνονται οι σταθμοί «εκτός ταρίφας» και το 2025, με συνέπεια να προστεθούν φέτος επιπλέον 1.200 MW.
Κλειδί τα «πράσινα» PPAs
Από τις δύο «φόρμουλες» συμμετοχής απευθείας στις αγορές, προς το παρόν κυρίαρχη είναι η σύναψη «πράσινων» PPAs, δηλαδή μακροχρόνιων συμβολαίων αγοραπωλησίας ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας με βιομηχανικούς καταναλωτές και προμηθευτές. Αν και οι διμερείς συμβάσεις δεν έχουν αποκτήσει ακόμη τη δυναμική που θα επέτρεπε η ελληνική αγορά, η αλήθεια είναι πως την τελευταία 2ετία έχουν γίνει σημαντικά βήματα προς τα εμπρός.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, όσον αφορά το 2023, η έκθεση της Pexapark, κορυφαία εταιρεία ανάλυσης στα PPAs, είχε κατατάξει την Ελλάδα στην 5η υψηλότερη θέση των ευρωπαϊκών χωρών. Μάλιστα, οι «πράσινες» διμερείς συμβάσεις αποτέλεσαν την πρώτη επιλογή για ανάπτυξη έργων ΑΠΕ χωρίς ταρίφα, καθώς εξασφαλίζουν για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα (συνήθως 5-8 έτη) σταθερό και εγγυημένο εισόδημα για τις «πράσινες» μονάδες. Επομένως, ήταν και η πρώτη εναλλακτική λύση εμπορικής δραστηριοποίησης, για την οποία πείσθηκαν οι τράπεζες να χρηματοδοτήσουν αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα χωρίς λειτουργική ενίσχυση.
Στην πορεία ωστόσο άρχισαν να κατασκευάζονται -και να δανειοδοτούνται- και μονάδες που προορίζονται για πώληση της παραγωγής τους απευθείας στις χονδρεμπορικές αγορές. Αν και τα έργα αυτά είναι σαφώς λιγότερα και εξασφαλίζουν χρηματοδότηση υπό προϋποθέσεις -π.χ. ανήκουν σε εταιρείες που διαθέτουν επίσης μονάδες με ταρίφα- φαίνεται πως τα «πράσινα» PPAs δεν αποτελούν πλέον αναγκαστικά μονόδρομο.
Αλλαγή και στο προφίλ των επενδυτών
Όπως είναι φυσικό, η έλλειψη κρατικά εγγυημένου εσόδου σημαίνει ρίσκο για τα έσοδα ενός έργου ΑΠΕ. Σε αυτό το πλαίσιο, η αύξηση των αιολικών και φωτοβολταϊκών χωρίς ταρίφα αποτελεί ακόμη πιο αξιοσημείωτη εξέλιξη στη δεδομένη συγκυρία – όπου οι συνθήκες στην αγορά (με τις περικοπές ΑΠΕ και τις μηδενικές ή αρνητικές τιμές) ενισχύουν ακόμη περισσότερο αυτό το ρίσκο.
Ωστόσο, μπορεί αυτό το απαιτητικό περιβάλλον κάθε άλλο παρά να έχει «παγώσει» τον κλάδο, όμως έχει αλλάξει το προφίλ των επενδυτών. Πλέον το πρώτο λόγο έχουν οι μεγάλες ενεργειακές εταιρείες, οι οποίες έχουν κατ΄ αρχάς την κεφαλαιακή επάρκεια να χρηματοδοτήσουν τα έργα τους, αφού η δανειοδότηση από τις τράπεζες γίνεται με προϋπόθεση τη μεγαλύτερη συμμετοχή του επενδυτή με ίδια κεφάλαια.
Επίσης, τα έργα «εκτός ταρίφας» απαιτούν μεγάλους «παίκτες» της αγοράς, οι οποίοι να διαθέτουν τμήματα ανάλυσης της αγοράς – ώστε να μπορούν να εκτιμήσουν τόσο τη βιωσιμότητα μίας υποψήφιας επένδυσης, αλλά και να διαχειρίζονται τη λειτουργία των έργων με τον βέλτιστο οικονομικά τρόπο. Σε αυτό το πλαίσιο, ακόμη μεγαλύτερη ισορροπία στο ρίσκο που αναλαμβάνουν πετυχαίνουν οι διεθνείς εταιρείες ΑΠΕ (καθώς έχουν ως ένα ακόμη αντίδοτο τη γεωγραφική διασπορά του χαρτοφυλακίου τους, σε περισσότερες από μία αγορές) καθώς και οι καθετοποιημένοι Όμιλοι (αξιοποιώντας το «φυσικό hedging» που τους παρέχει η δραστηριοποίησή τους επίσης στο trading ηλεκτρικής ενέργειας ή στην προμήθεια ρεύματος).