Μικρή άνοδος, κατά 2%, καταγράφηκε τον Δεκέμβριο στα τιμολόγια ρεύματος των ελληνικών νοικοκυριών, όπως δείχνει το νέο δελτίο του δείκτη τιμών ενέργειας για οικιακή χρήση (HEPI), που προσδιορίζεται σε μηνιαία βάση από τις Ρυθμιστικές Αρχές Ενέργειας της Αυστρίας και της Ουγγαρίας, σε συνεργασία με την εταιρεία VaasaETT.
Σύμφωνα με το δελτίο, τον προηγούμενο μήνα η τελική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας (συμπεριλαμβάνοντας ρυθμιζόμενες χρεώσεις, τέλη, φόρους αλλά και την επιδότηση) ήταν 24,33 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα στην Αθήνα (καθώς η έρευνα διεξάγεται σε επίπεδο ευρωπαϊκών πρωτευουσών). Επομένως, διαμορφώθηκε σε ελαφρώς υψηλότερα επίπεδα από τον Νοέμβριο, όταν είχε κλείσει στα 23,25 λεπτά ανά κιλοβατώρα.
Με την «επίδοση» του Δεκεμβρίου, η τιμή για τα ελληνικά νοικοκυριά παρέμεινε κάτω από τον μέσο όρο των πρωτευουσών των 27 κρατών-μελών της Ε.Ε., ο οποίος ήταν στα 24,54 λεπτά ανά KWh. Επίσης, η Αθήνα ήταν η 18η ακριβότερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το ευρωπαϊκό τοπίο
Τον Δεκέμβριο, η μέση τελική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας σημείωσε αύξηση 1% σε ολόκληρη την Ευρώπη, διατηρώντας τη σταδιακή αλλά σταθερά ανοδική τάση που παρατηρείται από τις αρχές του καλοκαιριού. Από τις 33 πρωτεύουσες που περιλαμβάνεται στο δείγμα του Δελτίου, σε 14 καταγράφηκαν αυξήσεις σε διάφορα επίπεδα, ενώ σε 17 δεν υπήρξε μεταβολή. Μόνο αξιοσημείωτη μείωση καταγράφηκε στην πόλη του Λουξεμβούργου, με μηνιαία μείωση 15%.
Οι πιο σημαντικές αυξήσεις σημειώθηκαν στις Βρυξέλλες (9%), στο Όσλο (5%) και το Άμστερνταμ (4%), κυρίως λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών και της χαμηλής παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ. Εκτεταμένες περίοδοι «dunkelflaute», δηλαδή περίοδοι με ασθενείς ανέμους και εκτεταμένη νεφοκάλυψη, οδήγησαν σε υψηλότερες τιμές χονδρικής σε αρκετές περιοχές της Ευρώπης, καθώς η αυξημένη ζήτηση έπρεπε να καλυφθεί με ακριβότερα ορυκτά καύσιμα.
Το φαινόμενο αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές στη Γερμανία. Παρόλο που οι καταναλωτές στη χώρα δεν επηρεάστηκαν άμεσα, λόγω της τιμολόγησής τους μέσω μακροπρόθεσμων σταθερών συμβολαίων, υπήρξαν αρνητικές επιπτώσεις στις διασυνδεδεμένες χονδρεμπορικές αγορές, οι οποίες εξάγουν ηλεκτρική ενέργεια στη Γερμανία.
Τα κυμαινόμενα προϊόντα
Όσον αφορά την Ελλάδα, ανάλογη ελαφρώς αυξητική εικόνα προκύπτει αν ληφθούν υπόψη τα δεδομένα μόνο των κυμαινόμενων οικιακών τιμολογίων. Ο μέσος όρος τον Δεκέμβριο διαμορφώθηκε σε αυτή την περίπτωση στα 23,66 λεπτά ανά kWh (συμπεριλαμβάνοντας και πάλι ρυθμιζόμενες χρεώσεις, τέλη και φόρους), από 22,85 λεπτά ανά kWh τον Νοέμβριο.
Λαμβάνοντας υπόψη τις τιμές τα 15 κράτη-μέλη της Ε.Ε. έως το 2004, το μέσο κυμαινόμενο ελληνικό οικιακό τιμολόγιο ήταν τον Δεκέμβριο το 12ο φθηνότερο. Επίσης, κινήθηκε σε αισθητά χαμηλότερα επίπεδα από τον μέσο όρο των 15 αγορών, ο οποίος ήταν 29,34 λεπτά ανά κιλοβατώρα.
Ο απολογισμός του 2024
Με βάση τα στοιχεία του HEPΙ για τους 12 μήνες του 2024, προκύπτει πως η μέση τιμή για τα νοικοκυριά στην Αθήνα (Ελλάδα) διαμορφώθηκε στα 22,17 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Επομένως, ήταν 17% χαμηλότερη από το αμέσως προηγούμενο έτος, όταν διαμορφώθηκε στα 26,61 λεπτά ανά κιλοβατώρα.
Όπως φαίνεται από το σχετικό διάγραμμα, η «βουτιά» σε ετήσια βάση οφείλεται κατά κύριο λόγο στις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές που επικράτησαν κατά την άνοιξη – λόγω της αντίστοιχης αποκλιμάκωσης των χονδρεμπορικών τιμών, η οποία προκλήθηκε από τη σημαντική κάλυψη της ζήτησης από τις ΑΠΕ. Αντίθετα, το τελευταίο τρίμηνο του 2024, οι τιμές διαμορφώθηκαν σε παραπλήσια επίπεδα με το 2023, κι αυτό παρόλο που τον Δεκέμβριο δόθηκαν επιδοτήσεις στα νοικοκυριά από την πολιτεία.
Σε επίπεδο Ε.Ε. καταγράφηκε επίσης μείωση των οικιακών τιμών το 2024, αν και σε μικρότερο βαθμό από ό,τι στη χώρα μας. Πιο συγκεκριμένα, η μέση τιμή διαμορφώθηκε στα 24,3 λεπτά ανά κιλοβατώρα, μειωμένη κατά 9% σε σχέση με το 2023 (26,63 λεπτά).