Σε αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας προχώρησε η Standard & Poor’s, αποδίδοντας εύσημα για τη φορολογική συμμόρφωση που, σε συνδυασμό με την ανθεκτική οικονομική ανάκαμψη, επιτρέπουν στη χώρα μας να υπεραποδίδει έναντι των δημοσιονομικών της στόχων.
Πλέον η μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας είναι «BBB», από «BBB-» προηγουμένως, με την S&P να γίνεται ο τρίτος οίκος (μαζί με τις Scope και DBRS), που έχει τη χώρα μας 2 βαθμίδες πάνω από το όριο της επενδυτικής βαθμίδας. Το outlook της αξιολόγησης είναι «σταθερό».
Εξηγώντας το σκεπτικό της απόφασής του, ο διεθνής οίκος αξιολόγησης επίσημαίνει πως η Ελλάδα ξεπέρασε σημαντικά τους δημοσιονομικούς στόχους της για το 2024. Εκτιμά ότι η ελληνική κυβέρνηση πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα περίπου 3,5% του ΑΕΠ το 2024 (αντιστοιχεί σε πλέονασμα 0,5% του ΑΕΠ), που «είναι πολύ υψηλότερο από τον αρχικό προϋπολογισμό για πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ». Η S&P αποδίδει μέρος της υπεραπόδοσης στην υποεκτέλεση των προγραμματισμένων επενδύσεων, η οποία είναι πιθανό να αντιστραφεί το 2025. Ωστόσο, η υπέρβαση των προσπαθειών φορολογικής συμμόρφωσης υποστήριξε για άλλη μια φορά την υπεραπόδοση, με την S&P να αναμένει ότι αυτό θα συνεχίσει να υποστηρίζει την αύξηση των εσόδων και φέτος.
Η δημοσιονομική τροχιά είναι πολύ σταθερή, σημειώνει ο οίκος, ενώ προβλέπει ότι η κυβέρνηση θα διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα κατά μέσο όρο 2,7% του ΑΕΠ για την περίοδο 2025-2028. Μετά τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης, το νέο υπουργικό συμβούλιο παραμένει προσηλωμένο στη δημοσιονομική σύνεση και στην ανοικοδόμηση των αποθεμάτων ρευστότητας. Επιπλέον, η σταθερή πολιτική γραμμή συνεχίζει να υποδεικνύει θετικά κυκλικά κέρδη για τον κρατικό κορβανά, γεγονός που δίνει στην κυβέρνηση ουσιαστική δημοσιονομική ευελιξία να λάβει μέτρα της διακριτικής της ευχέρειας. H S&P αναμένει ότι τυχόν πρόσθετα, έκτακτα έσοδα θα διατεθούν ως επί το πλείστον στην ενίσχυση των επενδύσεων σε δημόσιες υποδομές, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπόψιν ότι το Ταμείο Ανάκαμψης θα αρχίσει να περιορίζεται από το 2027.
- Χατζηδάκης: Απάντηση στην καταστροφολογία η αναβάθμιση από την S&P
- Πιερρακάκης για S&P: Η Ελλάδα εξελίσσεται, μεταρρυθμίζεται και κερδίζει τη διεθνή εμπιστοσύνη
- Παπαθανάσης: Η νέα διεθνής αναγνώριση επιταχύνει τις μεταρρυθμίσεις για ακόμα περισσότερες επενδύσεις και θέσεις εργασίας
Οι προβλέψεις για ΑΕΠ, χρέος, επενδύσεις, ανεργία
Σύμφωνα με την S&P, η Ελλάδα θα συνεχίζει να υπεραποδίδει έναντι της Ευρωζώνης. Οι αναλυτές προβλέπουν ότι η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα είναι κατά μέσο όρο στο 2,3% την περίοδο 2025-2028. Δεδομένων των περιορισμένων άμεσων διασυνδέσεων, ο αντίκτυπος στην Ελλάδα από τους υψηλότερους δασμούς των ΗΠΑ είναι πιθανό να είναι μέτριος. Από την άλλη πλευρά, η αύξηση της επενδυτικής δραστηριότητας που συνδέεται με το Ταμείο Ανάκαμψης την περίοδο 2025-2026 θα προσφέρει σημαντική ώθηση. Σύμφωνα με τον οίκο, μεσοπρόθεσμα, η ανάπτυξη αναμένεται να ενισχυθεί από τη συνεχιζόμενη βελτίωση των επιπέδων απασχόλησης, την αύξηση των πραγματικών μισθών και τις πιθανές θετικές επιπτώσεις από τα ισχυρότερα μέτρα τόνωσης από τη Γερμανία και τις ευρύτερες ευρωπαϊκές δαπάνες.
Ο λόγος του καθαρού δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ παρουσιάζει σαφή και συνεχή βελτίωση. Τα συνεχή πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την ανθεκτική ανάπτυξη, «μας οδηγούν στο να προβλέψουμε ότι αυτός ο λόγος θα μειωθεί στο 114% το 2028. Αυτό θα σήμαινει υποχώρηση κατά 50 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το επίπεδο του δείκτη στα τέλη του 2019 και σηματοδοτούσε μια από τις ισχυρότερες βελτιώσεις παγκοσμίως τα τελευταία χρόνια», σημειώνει οίκος.
Η ελληνική οικονομία συνέχισε να υπεραποδίδει του δυνητικού εκτιμώμενου ρυθμού ανάπτυξης του 1,9% που εκτιμά η Τράπεζα της Ελλάδος. Με οδηγό το Ταμείο Ανάκαμψης που ενισχύει την επενδυτική δραστηριότητα, το ολοένα και αυξανόμενο διαθέσιμο εισόδημα και την ισχυρή τουριστική ζήτηση, η συνολική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ έφτασε το 2,3% το 2024. Η οικονομία όχι μόνο ξεπέρασε την εκτίμηση της Τράπεζας της Ελλάδος σε επίπεδο δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης, αλλά ξεπέρασε και την ανάπτυξη του 0,9% που πέτυχε η Ευρωζώνη στο σύνολο της πέρυσι. Οι επενδύσεις σε όλη την οικονομία αυξάνονται αλλά εξακολουθούν να υστερούν έναντι των ιστορικών επιπέδων και βασίζονται σε επενδύσεις του Δημόσιου και όχι του ιδιωτικού τομέα. Επιπλέον, ένα μεγάλο μέρος της επενδυτικής δραστηριότητας του ιδιωτικού τομέα αφορά το real estate που πλαισιώνει τον τουρισμό και έτσι δεν συμβάλλει τόσο στην ενίσχυση της παραγωγικότητας, όσο άλλες επενδύσεις όπως αυτές σε μηχανολογικό εξοπλισμό.
Σύμφωνα με τα τελευταία εναρμονισμένα στοιχεία για την ανεργία, το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα υποχώρησε στο 8,6% τον Φεβρουάριο του 2025, με τη χώρα μας να υποχωρεί έτσι από τη δεύτερη θέση (ήταν στα τέλη του 2024) στην τέταρτη υψηλότερη στην ΕΕ. Παράλληλα, ο πληθυσμός έχει γεράσει καθώς οι νέοι εργαζόμενοι έφυγαν στο εξωτερικό, ενώ τα ποσοστά γεννήσεων έχουν καταρρεύσει από τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Εντούτοις, αν και ο πληθυσμός της Ελλάδας είναι πλέον σημαντικά μεγαλύτερος ηλικιακά, το ποσοστό απασχόλησης στη χώρα τείνει να ξεπεράσει το πιο πρόσφατο υψηλό του, το 2008. Αυτό αντικατοπτρίζει το αυξανόμενο ποσοστό συμμετοχής των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, καθώς και τις διάφορες μεταρρυθμίσεις που κατήργησαν μέτρα/ποινές που αποθάρρυναν τους ηλικιωμένους εργαζόμενους να επανενταχθούν στο εργατικό δυναμικό. Σε συνδυασμό με την αύξηση των πραγματικών μισθών, η S&P αναμένει ότι η αύξηση των επιπέδων απασχόλησης θα συνεχίσει να παίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια.
Πώς θα επηρεαστεί η Ελλάδα από τους δασμούς
Η S&P χαρακτηρίζει «διαχειρίσιμο» τον κίνδυνο για την Ελλάδα από τους νέους δασμούς των ΗΠΑ. Στις 2 Απριλίου, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι θα επιβάλουν δασμούς 20% σε προϊόντα που εισάγονται από την ΕΕ. Αν και αυτό μειώθηκε στο 10% για 90 ημέρες μόλις μια εβδομάδα αργότερα, «εξακολουθούμε να βλέπουμε κίνδυνο κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου», σημειώνει ο οίκος. Η Ελλάδα έχει μόνο μικρή άμεση έκθεση στις ΗΠΑ. Οι άμεσες εξαγωγές αγαθών ανέρχονται στο περίπου 0,8% του ΑΕΠ, με την S&P να σημειώνει σε αυτό το σημείο πως η Γερμανία και η Ιταλία, οι σημαντικότεροι εμπορικοί εταίροι της Ελλάδας, έχουν πολύ μεγαλύτερη έκθεση στις επιπτώσεις των αμερικανικών δασμών. Ο μεταποιητικός κλάδος της Ελλάδας, ο οποίος αποκτά ολοένα και πιο βαρύνουσα σημασία τα τελευταία χρόνια, εξάγει σημαντικό όγκο ενδιάμεσων αγαθών σε γειτονικές χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Γερμανίας και της Ιταλίας. Επιπλέον, ο ναυτιλιακός κλάδος της Ελλάδας θα επηρεαστεί σαφώς αρνητικά από τη μείωση του παγκόσμιου όγκου συναλλαγών, αν και, σύμφωνα με την S&P, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στρατηγικές επανεξαγωγής και επαναδρομολόγησης για τον μετριασμό του συνολικού αντίκτυπου. Σε κάθε περίπτωση, δεδομένης της αρκετά χαμηλής συνεισφοράς του στα δημόσια έσοδα, ένα σοκ στον ναυτιλιακό τομέα είναι απίθανο να επηρεάσει ουσιαστικά τα δημόσια οικονομικά, εξηγεί ο οίκος.
Ανθεκτική οικονομική δραστηριότητα τα επόμενα χρόνια
Παρά την αβεβαιότητα που επικρατεί διεθνώς, η S&P αναμένει ότι η οικονομική δραστηριότητα θα είναι ανθεκτική τα επόμενα χρόνια. Συνολικά, το ΑΕΠ εξακολουθεί να είναι κατά 15% περίπου, χαμηλότερα από τα υψηλά επίπεδα προς κρίσης χρέους, φανερώνοντας τα περιθώρια υπεραπόδοσης της Ελλάδας έναντι των άλλων χωρών. Επιπλέον, οι δαπάνες του Ταμείου αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά κατά την περίοδο 2025-2026, καθώς πλησιάζει η προθεσμία της 31ης Δεκεμβρίου του 2026, για το σκέλος των επιχορηγήσεων. Συνεπώς, γίνονται συζητήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με το εάν θα επιτραπεί να δαπανηθούν τα κεφάλαια που ελήφθησαν το 2026, το 2027. Τα έργα που θα χρηματοδοτηθούν μέσω δανεισμού με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα έχουν να υλοποιηθούν έως το 2028. Αυτό, σε συνδυασμό με την προσδοκία των αναλυτών ότι η Ελλάδα θα δίνει ολοένα και μεγαλύτερη προτεραιότητα στις δημόσιες επενδύσεις, μειώνει τις ανησυχίες για μια ξαφνική και απότομη πτώση της επενδυτικής δραστηριότητας.
Τα «αγκάθια»
Παρά το γεγονός ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν θέσει σε εφαρμογή μεταρρυθμίσεις που έχουν μεταμορφώσει την οικονομική και δημοσιονομική δυναμική της χώρας, η S&P επισημαίνει πως υπάρχουν ακόμη σημαντικά εμπόδια στον δρόμο της Ελλάδας προς τις πλήρεις δυνατότητές της. Φέρνει ως παράδειγμα το δικαστικό σύστημα, όπου οι μεταρρυθμίσεις δείχνουν μέχρι στιγμής να έχουν περιορισμένο αντίκτυπο, το Κτηματολόγιο, που παραμένει ημιτελές, αλλά και το χαμηλό σκόρ της Ελλάδας στους δείκτες αντίληψης διαφθοράς.
Ξεχωριστά ο οίκος αναφέρεται στα κλιματικά σοκ που εμφανίζονται ολοένα και συχνότερα στην Ελλάδα, αυξάνοντας τη σημασία των κυβερνητικών παρεμβάσεων. Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας αντιμετώπισε εκτεταμένες πλημμύρες και πυρκαγιές, που εκτός από τις δυνητικές συντριπτικές επιπτώσεις για την ανθρώπινη ζωή, επηρεάζουν και το ΑΕΠ.
Η συρρίκνωση και γήρανση του πληθυσμού της Ελλάδας είναι ένα μακροπρόθεσμο πρόβλημα. Ο πληθυσμός έχει συρρικνωθεί πάνω από 6% από τότε που κορυφώθηκε το 2011, καθώς η κατάρρευση των ποσοστών γεννήσεων συνδυάστηκε με ένα κύμα μετανάστευσης. Η Ελλάδα είναι πλέον η τέταρτη γηραιότερη χώρα της ΕΕ και οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υποδηλώνουν ότι, έως το 2050, ο πληθυσμός της θα έχει το υψηλότερο ποσοστό ηλικιωμένων (άνω των 65) από οποιοδήποτε κράτος της ΕΕ. Ένας τέτοιος στρεβλός λόγος εξάρτησης είναι πιθανό να επιβαρύνει τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη. Στα θετικά, οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις έχουν ήδη λάβει σημαντικά μέτρα για να περιορίσουν τη δημοσιονομική έκθεση του κράτους σε αυτή τη δημογραφική αλλαγή -ειδικότερα, το συνταξιοδοτικό σύστημα υποβλήθηκε σε μεγάλες μεταρρυθμίσεις μετά την οικονομική κρίση. Αυτό σημαίνει ότι στο βασικό σενάριο που δεν αλλάζει η πολιτική, το ελληνικό κράτος είναι στην πραγματικότητα το λιγότερο εκτεθειμένο στη δημογραφική πίεση από όλα τα κράτη της ΕΕ.
Η παρατεταμένη αδυναμία της Ελλάδας στις συναλλαγές της με το εξωτερικό υπονομεύει μια κατά τα άλλα ισχυρή βελτίωση στις περισσότερες άλλες μετρήσεις. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ήταν υψηλότερο του 6% για πέντε συνεχόμενα χρόνια και επιδεινώθηκε ελαφρώς, στο 6,4% το 2024, παρά τα μεγέθη ρεκόρ που κατέγραψε ο τουριστικός κλάδος. Η επιδείνωση αντανακλά σε μεγάλο βαθμό την αύξηση των εισαγωγών και τη μείωση των εξαγωγών αγαθών. Σύμφωνα με τους αναλυτές της S&P, ένας βασικός παράγοντας που επηρεάζει τα συνολικά μεγέθη για το έλλειμμα είναι η ενίσχυση των επενδυτικών σχεδίων εντάσεως εισαγωγών που συνδέονται με το Ταμείο Ανάπτυξης. Αυτό εξηγεί επίσης γιατί οι αναλυτές αναμένουν ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα παρουσιάσει περαιτέρω ελαφρά επιδείνωση τα επόμενα δύο χρόνια, προτού υπάρξει βελτίωση από το 2027.
Χωρίς να υπάρξει κάποια περαιτέρω πρόοδος στο κομμάτι της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ ή περισσότερες μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι πιθανό να διατηρηθεί. Ένα αυξημένο και δυνητικά επίμονο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών εκθέτει δυσανάλογα την Ελλάδα σε εξωτερικούς χρηματοπιστωτικούς κινδύνους. Επιπλέον, δεδομένης της ακόμη σημαντικής εξάρτησης της χώρας στις εισαγωγές ενεργειακών προϊόντων - υδρογονανθράκων για την εγχώρια παραγωγή ενέργειας, η χώρα είναι εκτεθειμένη σε ξαφνικές μεταβολές στις τιμές ενέργειας. Οι προσπάθειες για την αύξηση της παραγωγής ΑΠΕ, συμπεριλαμβανομένης της σύνδεσης του δικτύου με αυτά των γειτονικών χωρών για να επιτραπεί η εξαγωγή της ευμετάβλητης παραγωγής αιολικής και ηλιακής ενέργειας, θα πρέπει να συμβάλει στην αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος, εάν υλοποιηθεί σωστά. Η έλλειψη ανταγωνιστικότητας θα μπορούσε επίσης να επιφέρει περαιτέρω ανισορροπίες - η αντιμετώπιση αυτού θα απαιτούσε περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της παραγωγικότητας. Προς το παρόν, ο οίκος αναμένει ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα παραμείνει σταθερά ελλειμματικό και μάλιστα σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από τα προ πανδημίας, κατά μέσο όρο στο 5,9% του ΑΕΠ, την περίοδο 2025-2028.
Σε νέα φάση σταθερότητας και ανάπτυξης οι τράπεζες
Η S&P θεωρεί ότι οι κίνδυνοι στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχουν υποχωρήσει και οι ελληνικές τράπεζες έχουν εισέλθει σε μια νέα φάση σταθερότητας και ανάπτυξης. Το θεσμικό και ρυθμιστικό πλαίσιο της Ελλάδας έχει ευθυγραμμιστεί περισσότερο με τα πρότυπα της ευρωζώνης, βρίσκοντας στήριξη στην προληπτική εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα μακροπροληπτικά μέτρα και την επιτυχή εκκαθάριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs), ιδίως μέσω του Ηρακλή. Ο δείκτης NPE του τραπεζικού τομέα μειώθηκε στο 4,6% από πάνω από 56% το 2016, υπενθυμίζει η S&P. Σύμφωνα με τις νέες ρυθμιστικές οδηγίες, οι τράπεζες παρακολουθούν επίσης γρήγορα την απόσβεση των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC) για να βελτιώσουν την ποιότητα του κεφαλαίου τους. Αν και τα NPEs έχουν μεταφερθεί πλήρως από τους ισολογισμούς των τραπεζών σε αυτούς των εξειδικευμένων πιστωτικών εταιρειών, το συνολικό απόθεμα στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα ως σύνολο παραμένει επίμονα μεγάλο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι καθυστερήσεις της δικαιοσύνης καθυστέρησαν και την επίλυση, εμποδίζοντας τους δανειολήπτες να έχουν πρόσβαση σε νέα χρηματοδότηση και ενδεχομένως υπονομεύοντας την οικονομική επέκταση.
Η εκτίμηση για τα Τέμπη
Ο οίκος αξιολόγησης αναφέρεται και στις πρόσφατες διαμαρτυρίες που έλαβαν χώρα και αφορούσαν στην δυσαρέσκεια μερίδας πολιτών για την κυβέρνηση, που δεν φαίνεται πιθανό να αλλάξουν τη βραχυπρόθεσμη μεταρρυθμιστική τροχιά. Στα τέλη Φεβρουαρίου 2025, και στην επέτειο των δύο ετών από το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, υπήρξαν μαζικές διαδηλώσεις. Η απογοήτευση των πολιτών έχει αυξηθεί λόγω της αργής προόδου της έρευνας που διεξάγει η Βουλή για το δυστύχημα, που στοίχισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το ζήτημα έχει βλάψει τη δημοτικότητα του κυβερνώντος κόμματος, αλλά δεν αναμένεται η διεξαγωγή εκλογών νωρίτερα από το 2027. «Αν και η κυβέρνηση είναι πιθανό να δώσει προτεραιότητα στις επενδύσεις στο σιδηροδρομικό δίκτυο τα επόμενα χρόνια, δεν αναμένουμε να δούμε καμία άλλη ουσιαστική αλλαγή στην κυβερνητική πολιτική» αναφέρει η S&P.