Το ενδιαφέρον των δύο κινέζικων ομίλων Fosun και Gongbao για την πώληση του 75% της Εθνικής Ασφαλιστικής, διαδικασία που αναμένεται να κλείσει τον Ιούνιο, φέρνει για άλλη μια φορά στο προσκήνιο το ρόλο και τη δυναμική των κινεζικών επενδύσεων στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Η Ευρώπη έχει αναχθεί σε κορυφαίο επενδυτικό προορισμό για την Κίνα, καθώς οι κινεζικές επενδύσεις κινούνται πλέον σε 6 έως 8 δις. ευρώ ετησίως, όμως, οι κίνδυνοι της αυξανόμενης επιρροής του Πεκίνου στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και ειδικότερα σε χώρες αδύναμους κρίκους, όπως η Ελλάδα, απαιτούν πολύπλευρο σχεδιασμό, επιδιώκοντας ισορροπία μεταξύ διαχείρισης κινδύνου και προσέλκυσης επενδύσεων, προειδοποιεί έκθεση του Ευρωπαϊκού Δικτύου μελετών για την Κίνα (ETNC), όπου αναλύεται η πορεία των κινεζικών επενδύσεων σε 19 κράτη μέλη της ΕΕ.
«Οι κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Η κινεζική κυβέρνηση κατέστησε σαφές ότι ενθαρρύνει και υποστηρίζει τις εξωτερικές επενδύσεις που σχετίζονται με την τεχνολογία και το νέο δρόμο του Μεταξιού. Η Ευρώπη έχει πολλά να προσφέρει και στους δύο αυτούς τομείς» επισημαίνει στο Insider.gr ο Φρανς-Πολ βαν ντερ Πούτεν, ειδικός επί κινεζικών θεμάτων στο κέντρο μελετών διεθνών σχέσεων Clingendael, ο οποίος συμμετείχε στην έκθεση του ETNC.
Ιδίως στα χρόνια της κρίσης η διείσδυση κινεζικών κεφαλαίων σε χώρες-μέλη της ΕΕ εκτοξεύθηκε από σχεδόν ανύπαρκτη μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000 και μόλις 1,6 δις. ευρώ το 2010 στο ύψος ρεκόρ των 35 δις. ευρώ το 2016, ξεπερνώντας τα 100 δις. ευρώ σωρευτικά σε μια επταετία. Αποδέκτες, δεν είναι μόνο οι μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης, όπως είναι η Μεγάλη Βρετανία (23%), η Γερμανία (19%), η Ιταλία (13%), η Γαλλία (11%). Κινέζικα κεφάλαια διεισδύουν ολοένα και περισσότερο σε διάφορα σημεία της ηπείρου, από τη Μεσόγειο, όπου ο Πειραιάς αποτελεί στρατηγική επιλογή μέχρι τις ανατολικοευρωπαϊκές και τις σκανδιναβικές χώρες. Η Φιλανδία (7%) αποτελεί τον πέμπτο μεγαλύτερο προρισμό κινεζικών κεφαλαίων.
«Οι μεγαλύτερες οικονομίες μπορούν να απορροφήσουν περισσότερες κινεζικές επενδύσεις, καθώς τείνουν να έχουν όλο και περισσότερες εταιρείες στις οποίες η Κίνα μπορεί να επενδύσει» επεξηγεί ο Πούτεν. «Επιπλέον, οι κινέζοι επενδυτές ενδιαφέρονται πολύ για ευρωπαϊκές επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας, πολλές από τις οποίες εδρεύουν στις δυτικές και βόρειες χώρες». Αναζητούν επίσης απόκτηση τεχνογωσίας, πρόσβαση στην ενιαία αγορά, αλλά και σε τρίτες αγορές (Λατινική Αμερική και Αφρική) μέσω των ευρωπαϊκών δικτύων, εξαγωρά brand names, δημιουργία δικτύων μεταφοράς και υποδομών. «Η Κίνα αναζητεί επιπλέον πολιτική επιρροή» επισημαίνεται στην έκθεση, που συντόνισαν οι ειδικοί: Τζον Σίμαν του φημισμένου Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (IFRI), Μίκο Χοτάρι του Ινστιτούτου Κινεζικών Μελετών Mercator με έδρα το Βερολίνο, Μιγκέλ-Οτέρο Ιγκλέσιας του ισπανικού ινστιτούτου διεθνών σχέσεων Elcano και του γαλλικού ESSCA.
«Οι κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη μπορούν να αποτελέσουν πηγή θέσεων εργασίας, ανάπτυξης, ακόμη και τεχνολογικής προόδου, αλλά μπορεί επίσης να προκαλέσουν αποσταθεροποιητικές τάσεις, να αποτελέσουν ακόμη και απειλή» παρατηρούν οι ειδικοί στην έκθεση. Οι κυριότερες προκλήσεις για την ΕΕ αφορούν στο ρόλο του Πεκίνου στην οικονομία των κρατών μελών και ως ρυθμηστικού παράγοντα γεωπολιτικής επιρροής, την αβεβαιότητα σχετικά με κρίσιμες υποδομές που σχετίζονται με την ασφάλεια και την τεχνολογική «ηγεσία», όξυνση του ενδο-ευρωπαϊκού ανταγωνισμού για επενδύσεις, έλλειψη αμοιβαιότητας και θεμιτού ανταγωνισμού.
Ελλάδα
«Όσον αφορά την αξία, οι κινεζικές επενδύσεις στην Ελλάδα είναι μικρές σε σύγκριση με πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες» παρατηρεί ο Φρανς-Πολ βαν ντερ Πούτεν, ο οποίος αναμαίνει, πάντως, περεταίρω αύξηση των επενδύσεων κυρίως σε σχέση με τον Πειραιά και τον τουριστικό κλάδο. «Η Κίνα έχει αναπτύξει σημαντικούς οικονομικούς δεσμούς με την Ελλάδα μέσω της συμμετοχής της COSCO στον Πειραιά και μέσω της στενής συνεργασίας με την ελληνική πλοιοκτησία. Ο ρόλος της COSCO στον Πειραιά ξεχωρίζει ιδιαίτερα ως η πιο ορατή συνιστώσα της κινεζικής πρωτοβουλίας του νέου δρόμου του Μεταξιού στην Ευρώπη, πρωτοβουλία που διαδραματίζει βασικό ρόλο στη συνολική εξωτερική πολιτική της Κίνας και στις σχέσεις Κίνας-Ευρώπης».
Η αυξανόμενη οικονομική και πολιτική επιρροή της Κίνας στην Ελλάδα θέτει τουλάχιστον δύο σημαντικά ερωτήματα, επισημαίνουν οι συγγραφείς στην έκθεση. Πρώτον, ποιος είναι ο ακριβής συνολικóς όγκος του κινεζικού κεφαλαίου. Οι σχετικές εκτιμήσεις διαφέρουν: 585,2 εκατ. ευρώ μεταξύ 2000-20016 (εκτίμηση της Τράπεζας της Ελλάδος), 840 εκατ. Ευρώ (εκτίμηση του Rhodium Group), 4 δισ. ευρώ (εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης) ή ακόμη και 5,7 δις. ευρώ (εκτίμηση του American Enterprise Institute).
Δεύτερον, σε ποιο βαθμό οι κινεζικές επενδύσεις επηρεάζουν την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας. Οι στόχοι της ανάπτυξης της κινεζικής παρουσίας στην Ελλάδα σχετίζονται με την επιδίωξη στόχων που υπερβαίνουν την εθνική κλίμακα της χώρας (Βαλκάνια και Μεσόγειο), ιδίως όσον αφορά τις υποδομές μεταφορών και ηλεκτρικής ενέργειας. Οι Κινέζοι επενδυτές εκμεταλεύονται όσο καλύτερα τις δημοσιονομικές δυσκολίες και την οικονομική κρίση της Ελλάδας, που απαιτούν μεγάλης κλίμακας έργα ιδιωτικοποίησης, ενώ την ίδια στιγμή, οι κινεζικές επενδύσεις δεν υπόκεινται σε ιδιαίτερο έλεγχο και δεν υπάρχει πλήρης αξιολόγηση των επιπτώσεών τους στην Ελλάδα όπως αυτή που συζητείται στην ΕΕ.
«Θυμωμένη από τα οικονομικά του δεινά και απογοητευμένη από την ΕΕ, η Ελλάδα καλωσορίζει την Κίνα χωρίς να θέτει απαραίτητες ερωτήσεις» επισημαίνεται στην έκθεση, όπου ασκείται κριτική για τον ρόλο της ελληνικής "task force" στο ζήτημα αυτό. Σύμφνωνα με την έκθεση, όσον αφορά στις κινεζικές επενδύσεις η "task force" είναι απίθανο να λειτουργήσει ως "μηχανισμός ελέγχου" σύμφωνα με τη συζήτηση που γίνεται στην ΕΕ.