Στη μεγαλύτερη ευελιξία, αλλά ταυτόχρονα και στον εξορθολογισμό της λειτουργίας του Αναπτυξιακού Νόμου, στοχεύει σειρά τροπολογιών τις οποίες έχει καταθέσει το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης στη Βουλή.
Οι τροπολογίες αυτές έρχονται να καλύψουν τα κενά που σήμερα υπάρχουν στο νόμο και αφορούν στην ταχύτερη και απλούστερη διαδικασία αναφορικά με τις παρεχόμενες ενισχύσεις, νομοθετικές παρεμβάσεις με στόχο την ολοκλήρωση ώριμων επενδυτικών σχεδίων που είχαν υπαχθεί σε προηγούμενους επενδυτικούς νόμους, τη δημιουργία ενός νέου καθεστώτος ενισχύσεων, με την ίδρυση ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών επιχειρηματικού κινδύνου Fund of Funds με τη συμμετοχή δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και τέλος την περαιτέρω βελτίωση του θεσμικού πλαισίου για την παροχή ενισχύσεων σε εταιρείες που εγκαθίστανται στην Ελλάδα με σκοπό την παροχή ενδοομιλικών υπηρεσιών.
Ειδικότερα, με την πρώτη δέσμη αλλαγών για τον εξορθολογισμό και τη βελτίωση στον τρόπο παροχής των ενισχύσεων, ώστε να είναι ταχύτερη και απλούστερη για τους επενδυτές, παρέχεται η δυνατότητα στους επενδυτές που εντάσσονται στον Αναπτυξιακό Νόμο να κάνουν χρήση της φορολογικής ενίσχυσης μετά από πιστοποίηση του 50% του επενδυτικού σχεδίου, επίσης η δυνατότητα καταβολής ποσοστού της ενίσχυσης, έως 1/3, έτσι ώστε μειώνεται ο ελάχιστος χρόνος για την χρήση του κινήτρου αυτού στα 3 έτη ενώ προβλέπεται ότι, με την υλοποίηση έργου ύψους τουλάχιστον ίσου με το 25% του συνολικού κόστους της επένδυσης, η δυνατότητα να καταβάλλεται στον δικαιούχο ποσό που ανέρχεται μέχρι το 25% της εγκεκριμένης επιχορήγησης. Σύμφωνα με κυβερνητικούς παράγοντες οι αλλαγές αυτές αποτελούν καινοτομία του Αναπτυξιακού Νόμου και σκοπό έχει στη δυσμενή οικονομική κατάσταση που βιώνουν οι επιχειρήσεις να ενισχύσει ρευστότητα των επενδυτικών φορέων στο στάδιο της έναρξη υλοποίησής της επένδυσης.
Ο δεύτερος πυλώνας της νομοθετικής παρέμβασης εισάγει νέες δυνατότητες που παρέχονται για την ολοκλήρωση ώριμων επενδυτικών σχεδίων που είχαν υπαχθεί σε προηγούμενους επενδυτικούς νόμους. Συγκεκριμένα για τα επενδυτικά σχέδια του ν. 3299/2004, δίνεται η δυνατότητα επιπροσθέτως να ενισχύονται οι δαπάνες οι οποίες πραγματοποιούνται μέχρι τις 30 Δεκεμβρίου 2018.
Ο τρίτος πυλώνας παρεμβάσεων αφορά τη δημιουργία ενός νέου καθεστώτος ενισχύσεων, με την ίδρυση ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών επιχειρηματικού κινδύνου «Ταμείων Συμμετοχών» (Fund of Funds) που συγκροτείται στη βάση της συμμετοχής δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Η χρηματοδότηση των «Ταμείων Συμμετοχών» από τη μεριά του Δημοσίου πραγματοποιείται από το Εθνικό ή συγχρηματοδοτούμενο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), ώστε η συμμετοχή του δημοσίου να είναι σύμφωνη με τους όρους της αγοράς, ενώ δημιουργείται ένα αποτελεσματικό σχήμα ενίσχυσης που απευθύνεται σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, με στόχο την ανακεφαλαιοποίησή τους, ώστε να επανέλθουν σε αναπτυξιακή τροχιά.
Ο τέταρτος πυλώνας αφορά στοχεύει στη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου για την παροχή ενισχύσεων σε εταιρείες που εγκαθίστανται στην Ελλάδα με σκοπό την παροχή ενδοομιλικών υπηρεσιών. Σύμφωνα με την φιλοσοφία της τροπολογίας η δημιουργία Μονάδων Παροχής Κοινών Υπηρεσιών (Business Services Centres / Shared Services Centres) αποτελεί τα τελευταία χρόνια μια εξαιρετικά δυναμικά εξελισσόμενη παγκόσμια τάση. Επιπρόσθετα οι δραστηριότητες αυτές ενσωματώνουν νέες τεχνολογίες, στο πλαίσιο της προσπάθειας των επιχειρήσεων για ευελιξία και μείωση του λειτουργικού τους κόστους. Στόχος είναι και η Ελλάδα να αποτελέσει πόλο έλξης για ανάπτυξη τέτοιων επιχειρήσεων όπως άλλες ευρωπαϊκές χώρες αποκομίζοντας σημαντικό αριθμό νέων θέσεων εργασίας . Να σημειωθεί ότι ήδη στην Ελλάδα υπάρχουν σήμερα εγκατεστημένες και λειτουργούν περίπου 150 αλλοδαπές εταιρείες, ορισμένες από τις οποίες μεγάλος αριθμός ανήκει σε μεγάλους πολυεθνικούς ομίλους.
Η προτεινόμενη τροπολογία προσθέτει νέες υπηρεσίες που μπορούν να αναπτύξουν οι εταιρείες που υπάγονται στο καθεστώς ενισχύσεων όπως ανάπτυξη λογισμικού, προγραμματισμός ηλεκτρονικών υπολογιστών και υποστήριξη συστημάτων πληροφορικής, αποθήκευση και διαχείριση αρχείων και πληροφοριών, διαχείριση προμηθευτών, πελατών και εφοδιαστικής αλυσίδας, διαχείριση και εκπαίδευση ανθρώπινου δυναμικού, δραστηριότητες τηλεφωνικού κέντρου. Δεύτερον, προσθέτει κίνητρα για την πρόσληψη εργαζομένων για έργα έρευνας και ανάπτυξης (βιομηχανική έρευνα, πειραματική ανάπτυξη και μελέτες σκοπιμότητας), για αγορά εξοπλισμού και λογισμικού πληροφοριακών συστημάτων.
Την ίδια στιγμή, ο Αντιπρόεδρος ης Κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας, Γιάννης Δραγασάκης, σε δήλωση του αναφορικά με τον προγραμματισμό της κυβέρνησης σχετικά με την «Αναπτυξιακή Στρατηγική» για την επόμενη δεκαετία τόνισε ότι «με την έξοδο από την οδυνηρή φάση των μνημονίων και της παρατεταμένης λιτότητας είμαστε πλέον, ως κοινωνία και ως κυβέρνηση, σε θέση, να περάσουμε σε μια νέα φάση, με κεντρικές προτεραιότητες:
• Την ισχυρή, βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη σε ανανεωμένη βάση και με ολιστικό περιεχόμενο (οικονομικό, κοινωνικό, περιβαλλοντικό).
• Την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και τη συνολική τόνωση της εγχώριας επενδυτικής δραστηριότητας.
• Τη δημιουργία πολλών και ποιοτικών θέσεων εργασίας και τη δραστική μείωση της ανεργίας.
• Τη συγκρότηση του νέου Κοινωνικού Κράτους και την καταπολέμηση των ανισοτήτων.
• Τη ριζική αντιμετώπιση των δομικών προβλημάτων, της βαριάς κληρονομιάς της κρίσης, αλλά και την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων.
Όπως είπε, το τέλος της επιτροπείας και η κατάκτηση μεγαλύτερων βαθμών αυτονομίας στον καθορισμό και την υλοποίηση της πολιτικής, επιτρέπει στην κυβέρνηση να συγκροτήσει τη δική της αναπτυξιακή στρατηγική και να εμπλουτίσει το αναπτυξιακό της σχέδιο. «Σε μια εποχή έντονης διεθνούς ρευστότητας, διεύρυνσης των ανισοτήτων και εμπορικών πολέμων, ο εθνικός σχεδιασμός αποτελεί στοιχειώδη πολιτική υποχρέωση και καθήκον προς τους πολίτες και τις επόμενες γενιές. Διότι ο Εθνικός Δημοκρατικός Σχεδιασμός συνιστά ένα απαραίτητο εργαλείο για την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας. Αποτελεί, έτσι, άμυνα της χώρας στην αβεβαιότητα και σε εξωγενείς κινδύνους, ανάχωμα στην ασυδοσία των συμφερόντων, ασπίδα στα χέρια της κοινωνίας και ειδικά των αδυνάμων απέναντι τόσο σε αυθαιρεσίες των εξουσιών, όσο και στις αποτυχίες των αγορών». Η ελληνική κυβέρνηση, είπε ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης για πρώτη φορά έπειτα από δεκαετίες κατάρτισε την «Αναπτυξιακή Στρατηγική για το Μέλλον», που αποτελεί ένα βήμα προς τον Εθνικό Δημοκρατικό Σχεδιασμό και γέφυρα μετάβασης από τα μνημόνια, δηλαδή τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής, στη φάση της παραγωγικής και θεσμικής ανασυγκρότησης και μετασχηματισμού της χώρας.
Στόχος της Αναπτυξιακής Στρατηγικής, όπως είπε, δεν είναι η αναπαραγωγή του πριν από την κρίση καθεστώτος ή απλώς η ανάκαμψη της οικονομίας, αλλά ο μετασχηματισμός του παραγωγικού υποδείγματος και η μετάβαση σε ένα μοντέλο διατηρήσιμης ανάπτυξης, δίκαιης, βιώσιμης και ανθεκτικής, έναντι εξωγενών αναταράξεων και κινδύνων. Για το λόγο αυτό η Αναπτυξιακή Στρατηγική υιοθετεί την ολιστική αντίληψη για την ανάπτυξη και ενσωματώνει τις τρεις διαστάσεις της -οικονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική- όπως ορίζονται στους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ. «Το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης με τους εποπτευόμενους από αυτό φορείς όπως το ΚΕΠΕ, είχε καθοριστική συμβολή στην επεξεργασία της Στρατηγικής και σήμερα έχει κεντρικό ρόλο στην εξειδίκευση και την υλοποίησή της».