Ο προάγγελος της συνόδου κορυφής των G7, η σύνοδος των υπουργών οικονομικών, έφτασε σε μία ιστορική απόφαση με την οποία προτείνεται η καθιέρωση ενός παγκόσμιου, ελάχιστου φορολογικού συντελεστή τουλάχιστον 15%. Η πρόταση αυτή αποτελεί κεντρικό σημείο της πολιτικής των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ και είναι η πρώτη φορά μετά από περίπου 80 χρόνια που μία τέτοια πρόταση μπαίνει στη δημόσια συζήτηση.
Η σύνοδος κορυφής των G7, όπως ήταν αναμενόμενο, επικύρωσε την πρόταση των υπουργών οικονομικών, όμως ήδη υπάρχουν μία σειρά από χώρες που άναζητούν λύσεις ώστε να εξαιρεθούν. Η πρώτη που ανακοίνωσε την πρόθεσή της να διερευνήσει ένα καθεστώς εξαίρεσης από τον παγκόσμιο, ελάχιστο φορολογικό συντελεστή είναι η Αγγλία. Η δεύτερη χώρα η οποία εξέφρασε τις ανησυχίες της είναι η Κίνα -με το επιχείρημα ότι πλήττονται οι Ειδικές Οικονομικές Ζώνες της- κι έκτοτε έχουν ακολουθήσει κι άλλες, με διαφορετικό σκεπτικό μεταξύ τους. Η σύνοδος κορυφής των G20 που θα γίνει τον Οκτώβριο θα είναι καθοριστική, όμως πριν από αυτή υπάρχει η συνάντηση των G20 του Ιουλίου, η οποία και θα δείξει την κατεύθυνση της τελικής απόφασης.
Οι διαφωνίες σε αυτή τη φάση είναι επιθυμητές
Η αλήθεια είναι πως δεν μπορούμε να είμαστε ούτε αισιόδοξοι, ούτε απαισιόδοξοι για την πορεία του εγχειρήματος. Αυτό που είναι σίγουρο, είναι ότι οι διαφωνίες στη φάση που είμαστε είναι θεμιτές, καθώς ανοίγουν όλη τη βεντάλια των επιχειρημάτων, πράγμα απαραίτητο αν σκεφτούμε ότι μιλάμε για μία μεταρρύθμιση η οποία γίνεται κυριολεκτικά μία φορά τον αιώνα και αφορά κάποια τρισεκατομμύρια δολάρια σε έσοδα. Αυτό που χρειάζεται λοιπόν αυτή τη στιγμή είναι να επιτευχθεί πρώτον, η μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση και δεύτερον,να διαμορφωθεί η δικαιότερη πρόταση.
Τί σημαίνει δίκαιο στην περίπτωση αυτή;
Η φάση στην οποία έχουμε μπει, δηλαδή η ενσωμάτωση προτάσεων από ΗΠΑ και ΟΟΣΑ για τη μεταρρύθμιση των διεθνών φορολογικών κανόνων, έχει ξεκινήσει από το 2019. Έτσι λοιπόν το τι σημαίνει "δίκαιο" για την εν λόγω πρότση βασίζεται σε δύο πυλώνες, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ: α) τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν, βάσει του πεδίου εφαρμογής και τη φιλοδοξία των νέων φορολογικών δικαιωμάτων πάνω στις εταιρείες και β) το ακριβές ποσοστό του ελάχιστου φορολογικού συντελεστή.
Ο πρώτος πυλώνας είναι κάτι πάρα πολύ συγκεκριμένο διάφορα τη δημόσια πολιτική. Το ερώτημα σε αυτόν τον πυλώνα είναι αν στο κέντρο της φορολογίας θα βρεθούν οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις τεχνολογίας (Big 5 Tech) ή όλες οι πολυεθνικές και που ακριβώς θα εφαρμοστεί η φορολογία. Πάνω σε αυτό το ερώτημα έχουν υπάρξει πολλές προτάσεις, με πιο σημαντική αυτή των G24 (χωρών με το μικρότερο ΑΕΠ). Οι φτωχώτερες χώρες ζητούν να φορολογηθούν όχι μόνο οι Big 5 Tech, αλλά όλες οι πολυεθνικές με παγκόσμια δραστηριότητα και η κατανομή των παγκόσμιων εσόδων από τη φορολογία να γίνει ανάλογα με την τρέχουσα τοποθεσία της επιχειρηματικής δραστηριότητας των πολυεθνικών. Την πρόταση αυτή στηρίζουν και οι χώρες των BRICS.
Ο ΟΟΣΑ και οι G7 αντιτίθενται στην πρόταση αυτή και έχουν -πρακτικά- περιορίσει το εύρος των πολυεθνικών που θα επηρεαστούν σε περίπου 100. Η ισχύουσα πρόταση, προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ των αποτελεσμάτων της φορολόγησης και της συγκράτησης της μείωσης των κερδών για τις πολυεθνικές. Στην σημερινή (Σάββατο) ημέρα της συνόδου κορυφής των G7 στην Κορνουάλη, διασαφηνίστηκε ότι ο παγκόσμιος, ελάχιστος φορολογικός συντελεστής θα αφορά μέρος των εσόδων που προκύπτουν πάνω από ένα όριο -το οποίο ορίζεται ως 10%- και το αποτέλεσμα της φορολόγησης θα μοιράζεται βάσει των χωρών που εδρεύουν οι πωλήσεις και όχι που συμβαίνει η παραγωγή των υπηρεσιών και των αγαθών. Χοντρικά, η ισχύουσα πρόταση εκτιμά ότι θα έρθουν παγκόσμια φορολογικά έσοδα από 5-12 δισ. δολάρια ανά έτος, ενώ θα υπάρξει μείωση 2-5% στις εκτιμώμενες ετήσιες απώλειες 245 δισεκατομμυρίων δολαρίων λόγω της μεταβολής των κερδών.
Οι G20 μπορούν να διαμορφώσουν μια δικαιότερη πρόταση
Ο δεύτερος πυλώνας της σημερινής πρότασης (το ύψος του συντελεστή στο 15%) είναι αρκετά δικαιότερος σε σχέση με τον πρώτο. Η εκτίμηση του ΟΟΣΑ είναι ότι αναμένεται να αποφέρει έσοδα 275 δισ. δολαρίων. Αρκεί να σκεφτούμε ότι υπάρχουν φωνές μέσα στην κυβέρνηση Μπάιντεν αλλά και στους G20 (και σίγουρα μεταξύ των φτωχώτερων χωρών) που θεωρούν ότι το ύψος του συντελεστή πρέπει να διαμορφωθεί στο 21%, πράγμα που στη θεωρία σημαίνει ακόμα μεγαλύτερα φορολογικά έσοδα.
Μια δικαιότερη πρόταση αρχικά, αφορά το που θα διανέμονται τα φορολογικά έσοδα και όχι τόσο το ύψος του συντελεστή. Ας δούμε ένα παράδειγμα: Μια εταιρεία με έδρα σε μια ισχυρή χώρα του ΟΟΣΑ (π.χ. Καναδάς) παράγει προϊόντα στη Βραζιλία και θελήσει να επωφεληθεί του μηδενικού φορολογικού συντελεστή ενός "φορολογικού παράδεισου" κάπου στον Ειρηνικό και μεταφέρει εκεί τις παραγωγικές της δραστηριότητες, το αποτέλεσμα της εφαρμογής του ελάχιστου φορολογικού συντελεστή (έστω 15%) θα σημάνει ότι τα φορολογικά έσοδα θα επιστρέψουν στον Καναδά και όχι στη Βραζιλία ή στον Χ "φορολογικό παράδεισο". Αν το σκεφτούμε αυτό με γνώμονα τα κέρδη των Big 5 Tech και το πώς εξάγουν τις δραστηριότητές τους σε όλον τον πλανήτη (κρατώντας όμως για έδρα τους τις ΗΠΑ), αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ βγαίνουν πολλαπλά κερδισμένες.
Η πρόταση που αναμένεται να καταθέσουν πολλές χώρες στη σύνοδο των G20, αφορά ακριβώς να φορολογούνται οι πολυεθνικές βάσει το που γίνονται οι πραγματικές τους δραστηριότητες. Για παράδειγμα, η Κίνα εκτιμά ότι η υπάρχουσα πρόταση θα της αποδόσει 32 δισ. δολάρια, ενώ η πρόταση για φορολόγηση στις χώρες των πραγματικών δραστηριοτήτων, 72 δισ. Χώρες όπως η Ινδία, η Βραζιλία, και η Ν. Αφρική εκτιμούν ότι θα δουν πραγματικά τεράστια διαφορά στα φορολογικά τους έσοδα σε σχέση με την υπάρχουσα πρόταση, ίσως διπλάσια ή τριπλάσια.
Σίγουρα θα πρέπει να επιτευχθεί κάποια συμφωνία, γιατί μία τέτοιας κλίμακας φορολογική μεταρρύθμιση χρειάζεται οπωσδήποτε παγκόσμια συνεργασία. Ο συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ των χωρών που επιθυμούν μία διαφορετική προσέγγιση από την παρούσα, στο θέμα του ελάχιστου φορολογικού συντελεστή, είναι αρκετά ισχυρότερος σε σχέση με την πρόταση των G7. Οπότε, είναι σίγουρο, ότι οδεύοντας προς τον Οκτώβριο, όπου και θα παρθούν οι τελικές αποφάσεις, η σημερινή συζήτηση θα είναι μία τελείως διαφορετική συζήτηση. Ο ένας δρόμος είναι να φτιαχτεί ένα modus operandi το οποίο κατά πάσα πιθανότητα θα είναι μία μικρή υποχώρηση από την πρόταση των G7 αλλά σημαντική, σε σχέση με όσα προβλέπουν οι G20 και ο άλλος δρόμος είναι να υπάρξουν φυγόκεντρες τάσεις εξαίρεσεις και να μην υπάρξει συμφωνία.