Στο σημαντικό ρόλο που θα διαδραματίσει για τις προοπτικές και την πορεία της ελληνικής οικονομίας, η κατάκτηση επενδυτικής βαθμίδας, αναφέρθηκαν ο πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας, στη συνάντηση που είχαν νωρίτερα σήμερα, κατά την παράδοση της Ετήσιας Έκθεσης Νομισματικής Πολιτικής 2021-2022. Και οι δύο αναφέρθηκαν στον εθνικό στόχο επενδυτικής βαθμίδας, που θα ανοίξει τον δρόμο για φθηνότερο δανεισμό.
«Η ελληνική οικονομία, μέσα σε όλον αυτόν τον ορυμαγδό, έχει ξεφύγει πια και επισήμως από την ενισχυμένη εποπτεία. Τον άλλο μήνα και πανηγυρικά θα τελειώσει αυτό αλλά και θα έχουμε πλησιάσει κατά πολύ την περίφημη επενδυτική βαθμίδα, που θα μας ανοίξει το δρόμο για πολύ φθηνότερο δανεικό χρήμα που το χρειάζεται η οικονομία μας», είπε ο πρόεδρος της Βουλής Κ. Τασούλας.
«Η κυβέρνηση, πολύ σωστά, έχει θέσει την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας ως εθνικό στόχο, κάτι στο οποίο η Τράπεζα της Ελλάδος συμφωνεί και βοηθά», ανέφερε ο διοικητής της ΤτΕ, που επισήμανε ότι η Ευρώπη ζημιώνεται οικονομικά από τις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και ότι η ομαλοποίηση της Νομισματικής Πολιτικής θα σημάνει το τέλος του φθηνού δανεισμού. «Θα έχουμε αύξηση επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από τον Ιούλιο και θα συνεχιστεί αυτό μέχρι να ομαλοποιηθεί ο πληθωρισμός. Αυτό σημαίνει ότι το κόστος του χρήματος θα ανέβει. Βεβαίως υπάρχει και μια αντίρροπη δύναμη, θετική, εάν αποκτήσουμε σύντομα επενδυτική βαθμίδα. Αυτό θα δράσει αντίθετα, δηλαδή θα μειώσει το κόστος του χρήματος», είπε ο κ. Στουρνάρας.
Ο διοικητής της ΤτΕ χαρακτήρισε «πολύ θετικές» τις εξελίξεις στις ταξιδιωτικές εισπράξεις, που εκτιμώνται στο 80% με 85% των αντίστοιχων εισπράξεων του 2019 και αυτό σημαίνει, όπως είπε, ότι ενδεχομένως οι προβλέψεις για το ΑΕΠ φέτος, να αποδειχθούν συντηρητικές. Ανέφερε επίσης ότι για την τριετία 2022-2024, η ΤτΕ «βλέπει» ρυθμό ανάπτυξης 3% με 4%, υπό την προϋπόθεση ότι ο πόλεμος θα τελειώσει εντός του 2022 και οι τιμές ενέργειας θα αρχίσουν να αποκλιμακώνονται. Ακόμη όμως και στο δυσμενές σενάριο, είπε ο κ. Στουρνάρας, στην Ελλάδα δεν προβλέπεται ύφεση τα επόμενα τρία χρόνια. Ύφεση δεν προβλέπεται, όχι μόνο εξαιτίας των εσόδων από τον τουρισμό, όπως είπε, αλλά και επειδή οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις από την πανδημία και από την κρατική βοήθεια φτάνουν τα 36 δισ. ευρώ, οι αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα είναι περίπου 16% του ΑΕΠ, όταν πριν από την πανδημία ήταν μόνο 5% και αυτό είναι ένα μαξιλάρι για καταναλωτική και επενδυτική δαπάνη τα επόμενα χρόνια. Παράλληλα, στην Ελλάδα θα εισρέουν σημαντικά κονδύλια τα επόμενα 7 χρόνια, πάνω από 70 δισ., τόσο από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αλλά και από το ΕΣΠΑ. Εξάλλου, το Δημόσιο Χρέος, με τις συμφωνίες των προηγούμενων ετών, έχει ρυθμιστεί και έχει μια μέση διάρκεια μέχρι τη λήξη του, σε 19 χρόνια, με ένα πολύ χαμηλό μέσο επιτόκιο εξυπηρέτησης 1,4%, ενώ το τραπεζικό σύστημα έχει εξυγιανθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Όλα αυτά, όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, αντανακλώνται και στις αναβαθμίσεις που έχουν γίνει από οίκους Πιστοληπτικής Αξιολόγησης τους τελευταίους μήνες, και απέχουμε μόνο ένα βήμα από την επενδυτική βαθμίδα. «Άρα λοιπόν, θα πρέπει όλη μας η προσπάθεια να είναι πώς ακριβώς θα επιτύχουμε αυτή την επενδυτική βαθμίδα», είπε ο Γιάννης Στουρνάρας.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ