Ο απερχόμενος υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Λόιντ Όστιν συνέστησε στην κυβέρνηση των ΗΠΑ να ενισχύσει τις αμυντικές δαπάνες κατά περίπου 50 δισεκατομμύρια δολάρια περισσότερο από ό,τι είχε προβλεφθεί για το οικονομικό έτος 2026, κάτι το οποίο σημαίνει ότι προϋπολογισμός του Πενταγώνου θα ξεπεράσει το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια τα επόμενα χρόνια.
Η σύσταση, που έγινε μέσω επιστολής στις 27 Νοεμβρίου προς το Γραφείο Διαχείρισης και Προϋπολογισμού, ανοίγει μία νέα συζήτηση για τα ανώτατα όρια των αμυντικών δαπανών -τα οποία επιβλήθηκαν στο πλαίσιο μίας συμφωνίας για το όριο του του χρέους του 2023- που λήγουν μετά το οικονομικό έτος 2025.
Όπως αναφέρει το Bloomberg, η επιστολή Όστιν μπορεί να δώσει κάποια πολιτική κάλυψη στα μέλη του Κογκρέσου για αύξηση των αμυντικών δαπανών μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου. Το αν ο Τραμπ θα υιοθετήσει την ιδέα είναι άλλο θέμα και ο υποψήφιος αντικαταστάτης του Όστιν, Πιτ Χέγκσεθ πιθανότατα θα ερωτηθεί με τις απόψεις του σχετικά με τις δαπάνες κατά τη διάρκεια της ακρόασής του αύριο Τρίτη.
«Δεν αμφιταλαντεύτηκα στην εκτίμησή μου ότι η ικανοποίηση των απαιτήσεων της στρατηγικής μας απαιτεί πραγματική ανάπτυξη» πάνω από τον πληθωρισμό «και συνεχείς νέες επενδύσεις τα οικονομικά έτη 2026-2030», τονίσει ο Όστιν στην επιστολή του.
Ο Όστιν συνέστησε στο Γραφείο Προϋπολογισμού να αφήσει στην επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ ένα προτεινόμενο πενταετές αμυντικό σχέδιο που προβλέπει 926,5 δισ. δολάρια το οικονομικό έτος 2026, σε σύγκριση με τα προβλεπόμενα 876,8 δισ. δολάρια. Προτείνει δαπάνες ύψους 972,8 δισ. δολαρίων το δημοσιονομικό έτος 2027 και πάνω από 1 τρισ. δολάρια το δημοσιονομικό έτος 2028 έναντι των 913,5 δισ. δολαρίων που προέβλεπε νωρίτερα το Γραφείο Προϋπολογισμού.
Η χρηματοδότηση μόνο για το Πεντάγωνο δεν θα περιλάμβανε τη βοήθεια προς την Ουκρανία και το Ισραήλ, τονίζει ο Όστιν, αναφέρονταςότι η στρατιωτική βοήθεια στις χώρες αυτές θα πρέπει να συνεχίσει να χρηματοδοτείται μέσω συμπληρωματικών πιστώσεων. Οι προτεινόμενοι από τον Όστιν στόχοι του προϋπολογισμού δεν περιλαμβάνουν επίσης πρόσθετη χρηματοδότηση για την αντικατάσταση των όπλων που παρέχονται στην Ουκρανία και το Ισραήλ.
«Γνωρίζουμε ότι η βιομηχανική μας βάση δεν έχει ακόμη την ικανότητα να καλύψει αυτές τις ανάγκες σε ένα μόνο έτος, αλλά οι επενδύσεις για την επαναφορά των αποθεμάτων μας θα πρέπει να ξεκινήσουν το αργότερο» από το οικονομικό έτος που αρχίζει την 1η Οκτωβρίου, έγραψε.
Ο Όστιν δεν έδωσε ρητή αιτιολογία για την αναγκαία ενίσχυση του προϋπολογισμού, εκτός από την υποστήριξη της Εθνικής Αμυντικής Στρατηγικής με έμφαση στην αντιμετώπιση της Κίνας και την ενίσχυση των συμμαχιών.
Ο Όστιν ζήτησε αμυντικές δαπάνες ύψους περίπου 3% του ΑΕΠ για τα οικονομικά έτη 2027-2030. Το Γραφείο Προϋπολογισμού εκτίμησε ότι οι αμυντικές δαπάνες των ΗΠΑ θα αποτελούσαν το 3,2% του ΑΕΠ το δημοσιονομικό έτος 2024.
Οι αμυντικές δαπάνες θα αυξηθούν πέρα από το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια για τα οικονομικά έτη 2029 και 2030 έναντι των προβλέψεων του Γραφείο Προϋπολογισμού για 932 δισεκατομμύρια δολάρια και 939 δισεκατομμύρια δολάρια, αντίστοιχα.