Πέρασαν περίπου δύο μήνες από τις εθνικές εκλογές της Ιρλανδίας, στις 29 Νοεμβρίου, με την χώρα να καταφέρνει τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας μόλις την Τρίτη 14 Ιανουαρίου. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών τα βρετανικά και ιρλανδικά μέσα ενημέρωσης προσπαθούν να ξεδιαλύνουν ποιος θα αναλάβει τα υψηλά αξιώματα της νέας αυτής ιρλανδικής κυβέρνησης, αλλά και ποια θα είναι τα επόμενα βήματα της πολιτικής της.
Ίδια συνταγή με λιγότερο… Πράσινο
Βέβαια, δεν θα δυσκολευτεί κάποιος να συνειδητοποιήσει ότι ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης δεν διαφέρει πολύ από εκείνον της προηγούμενης θητείας. Ας εξηγήσουμε όμως τι χρειάζεται για να αναλάβει κάποιος τα ηνία της Ιρλανδικής βουλής και χώρας. Πρέπει να έχει 88 έδρες, από τις συνολικά 174 της Dáil Éireann (την κάτω βουλή της Ιρλανδίας) ώστε τελικά να αναλάβει την ηγεσία. Έτσι, τώρα έχουμε μια κυβέρνηση συνεργασίας που αποτελείται από τα δύο συντηρητικά κόμματα του κεντροδεξιού χώρου, Fianna Fáil και Fine Gael, αλλά χρειάστηκε την συνεργασία ανεξάρτητων βουλευτών, γνωστών στην Ιρλανδία ως Regional Independent Group. Η πιο σημαντική διαφορά της παλιάς με την νέα κυβέρνηση είναι ουσιαστικά η απουσία του κόμματος των Πρασίνων (Green Party), το οποίο και καταποντίστηκε στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Συγκεκριμένα, το Fianna Fáil με αρχηγό τον Μίχελ Μάρτιν κατάφερε να κερδίσει 48 έδρες στην τελευταία εκλογική διαδικασία, το Fine Gael με αρχηγό τον Σίμον Χάρις 38 έδρες ενώ αν και το αριστερό Sinn Féin, πολιτικός βραχίονας του IRA (Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού) ήρθε δεύτερο σε ποσοστά ψήφων, με 39 έδρες, έμεινε και πάλι εκτός μιας κυβερνητικής συνεργασίας. Τα δύο συντηρητικά κόμματα δεν κατάφεραν να πετύχουν πλειοψηφία για μόλις δύο έδρες για αυτό και χρειάστηκαν τη «βοήθεια» των ανεξάρτητων βουλευτών
Η Ιρλανδική βουλή ανοίγει ξανά την Τετάρτη και τότε αναμένεται να ξεκαθαρίσουν, τόσο τα άτομα που θα αναλάβουν τις θέσεις «κλειδιά« του κυβερνητικού σχήματος όσο και το κυβερνητικό πρόγραμμα των περισσότερων από 160 σελίδων. Στην κοινή τους ανακοίνωση πάντως, Μάρτιν και Χάρις, υποσχέθηκαν «μία γερή και σταθερή κυβέρνηση η οποία θα έχει στόχο την συνέχιση της ανάπτυξης σε οικονομία, στέγαση και δημόσιες υπηρεσίες, για τα επόμενα πέντε χρόνια».
Μέχρι στιγμής, έχει γίνει γνωστό ότι ο Μίχελ Μάρτιν θα αναλάβει τη πρωθυπουργική θέση (Taoiseach), για τα πρώτα τρία χρόνια διακυβέρνησης ενώ ο Σίμον Χάρις θα αναλάβει την θέση του αναπληρωτή πρωθυπουργού (Tánaiste), αλλά και την θέση του υπουργού Εξωτερικών. Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες μάλιστα, το κόμμα του Fianna Fáil θα αναλάβει οχτώ κορυφαίες κυβερνητικές θέσεις και το Fine Gael εφτά κυβερνητικά αξιώματα, ενώ οι βουλευτές των ανεξάρτητων αναμένεται να αναλάβουν δύο χαμηλόβαθμες υπουργικές θέσεις.
Στο κυβερνητικό πρόγραμμα τώρα, το μέτρο που έχει αναδειχθεί περισσότερο στα μέσα ενημέρωσης, είναι η μείωση του ΦΠΑ σε εστιατόρια, μπαρ και κομμωτήρια από το 13,5%, που βρίσκεται τώρα, στο 9%. Παράλληλα, προβλέπεται η μείωση του κόστους των βρεφικών και παιδικών σταθμών, η υποστήριξη για αγορά πρώτης κατοικίας με επέκταση στα μη νεόδμητα σπίτια, αλλά και η διατήρηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 66 έτη. Στο κυβερνητικό πρόγραμμα συμπεριλαμβάνεται βέβαια και η Β. Ιρλανδία. Μπορεί το βόρειο τμήμα του νησιού να βρίσκεται υπό βρετανική ηγεσία, όμως οι δύο χώρες προσπαθούν να διευκολύνουν την μεταξύ τους συνύπαρξη. Για αυτό και στο πρόγραμμα, προβλέπονται κονδύλια που θα επενδυθούν για την ανάπτυξη οδικών δικτύων, αλλά και για την ενίσχυση πανεπιστημιακών προγραμμάτων, όπως είναι η ανταλλαγή φοιτητών.
Η «διατάραξη» των σχέσεων με την Αμερική
Υπενθυμίζεται, ότι το φθινόπωρο του 2024, το Ιρλανδικό κράτος κατάφερε να κερδίσει από την αμερικανική εταιρεία Apple, 14 δισεκατομμύρια ευρώ από φόρους, μετά από απόφαση του Ανώτατου ευρωπαϊκού δικαστηρίου που δικαίωσε την Κομισιόν. Η νέα κυβέρνηση θέλει να διαθέσει τα έσοδα αυτά σε ενέργεια αλλά και στέγαση, που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα για τον κόσμο της Ιρλανδίας, την ώρα που η χώρα φοβάται ότι η εκλογή Τραμπ μπορεί να δημιουργήσει νέες τριβές, όπως είναι η υποβολή δασμών.
Είναι γνωστό ότι η χώρα της Ιρλανδίας θεωρείται – κυρίως - για τις αμερικανικές εταιρείες γέφυρα με την ΕΕ, με τα στοιχεία να είναι χαρακτηριστικά. Συγκεκριμένα και σύμφωνα με το Αμερικανο - ιρλανδικό επιμελητήριο, 970 αμερικανικές εταιρείες απασχολούν 378.000 εργαζομένους ενώ συνεισφέρουν στην ιρλανδική οικονομία 41 δις ευρώ τον χρόνο.
Η οικονομία της χώρας εξαρτάται συνεπώς σε μεγάλο βαθμό από τις αμερικανικές πολυεθνικές, που εκμεταλλευόμενες την ευνοϊκή εταιρική φορολογία έχουν τα ευρωπαϊκά τους κεντρικά γραφεία στην Ιρλανδία, με την Apple, την Google, την Pfizer, την Intel και τη Microsoft να αποτελούν μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ο Ντόναλντ Τραμπ, έχει ήδη εκδηλώσει την επιθυμία του να επαναπατρίσει θέσεις εργασίας και αυτό έχει φέρει προβληματισμό στο Δουβλίνο.