Το μεγαλύτερο συνταξιοδοτικό ταμείο της Ευρώπης, η ολλανδική ABP, εντάχθηκεστο "κλαμπ" των διαχειριστιών επενδύσεων οι οποίοι βάζουν στη μαύρη λίστα τα ορυκτά καύσιμα καθώς η χρηματοοικονομική βιομηχανία υποχωρεί στις πιέσεις των πελατών της αλλά και των ακτιβιστών, οι οποίοι ανησυχούν για την προοπτική μιας κλιματικής καταστροφής εξαιτίας των εκπομπών άνθρακα.
Ακολουθώντας την τάση της εποχής όπου funds που διαχειρίζονται 39 τρισ. δολάρια ετοιμάζονται να "απαλλαγούν" από τα ορυκτά καύσιμα, η ΑBP προχωρά σε αποεπενδύσεις. Συγκεκριμένα, η εταιρεία δήλωσε την Τρίτη ότι θα εκχωρήσει περιουσιακά στοιχεία ορυκτών καυσίμων αξίας 15 δισεκατομμυρίων ευρώ (17,4 δισεκατομμύρια δολάρια) μέχρι τις αρχές του 2023. Το ταμείο είπε ότι δεν αναμένει η απόφαση να βλάψει τις μακροπρόθεσμες αποδόσεις και πρόσθεσε ότι η κίνηση θα της επιτρέψει να αποκαλύψει ένα πιο φιλόδοξο στόχο μείωσης του CO2 το επόμενο έτος.
Η ανακοίνωση αντικατοπτρίζει την ταχύτητα με την οποία η διεθνής επενδυτική κοινότητα γυρίζει την πλάτη του στο πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τον άνθρακα, με 1.500 διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων που επιβλέπουν συνολικά 39,2 τρισεκατομμύρια δολάρια να δεσμεύονται να απαλλαγούν από τέτοιες συμμετοχές όπως ανέφερε η DivestInvest σε ξεχωριστή ανακοίνωση.
Η εξέλιξη σηματοδοτεί μια από τις μεγαλύτερες αλλαγές που έχουν σημειωθεί κατά την τελευταία επταετία στον κλάδο. Το 2014, όταν η DivestInvest υπολόγισε για πρώτη φορά τέτοιες δεσμεύσεις, τα funds που αποτίναξαν τις επενδύσεις στα ορυκτά καύσιμα αντιπροσώπευαν μόλις 52 δισεκατομμύρια δολάρια. H τάση αυτή όμως βαίνει αυξανόμενη. Το 2021, το Ίδρυμα Ford, το οποίο διαχειρίζεται assets 16 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δήλωσε ότι θα σταματήσει να επενδύει σε ορυκτά καύσιμα.
Ομοίως, τα συνταξιοδοτικά ταμεία της Νέας Υόρκης ανακοίνωσαν σχέδια για εκποίηση περίπου 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων επενδύσεων που σχετίζονται με ορυκτά καύσιμα και ο δεύτερος μεγαλύτερος διαχειριστής συντάξεων του Καναδά, η Caisse de Depot et Placement du Quebec, δήλωσε ότι θα πουλήσει περιουσιακά στοιχεία πετρελαίου αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων μετοχικών μεριδίων στους κορυφαίους παραγωγούς αργού του Καναδά, ως μέρος μιας νέας στρατηγικής που στοχεύει στη δραματική μείωση των εκπομπών στις επενδύσεις της εταιρείας. Πολύ πρόσφατα, η Fidelity International αποκάλυψε σχέδιανα μειώσει στο μισό το αποτύπωμα άνθρακα του επενδυτικού της χαρτοφυλακίου έως το 2030.
Η τάση αυτή συμβαδίζει με τα ευρήματα μιας έκθεσης της BlackRock, η οποία διενεργήθηκε για λογαριασμό των αρχών της Νέας Υόρκης, η οποία έλεγε ότι «κανένας επενδυτής δεν αντιμετώπισε σημαντική αρνητική απόδοση από την αποεπένδυση, αλλά ανέφερε ουδέτερα έως θετικά αποτελέσματα».
Με πληροφορίες από το Bloomberg.