Στις αίθουσες των δικαστηρίων έχουν οδηγηθεί αρκετές επιχειρήσεις στο εξωτερικό με την κατηγορία ότι δημοσιεύουν ψευδή ή ελλιπή στοιχεία για το ESG, κάτι που αποδεικνύει ότι πολλές φορές η καλή θέληση των διοικήσεων να προβούν σε γνωστοποιήσεις μπορεί να τους γυρίσει «μπούμερανγκ».
Οι καταναλωτές και οι επενδυτές ενδιαφέρονται για τους περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και εταιρικής διακυβέρνησης παράγοντες καθιστώντας το ESG ένα καυτό θέμα στις αίθουσες συνεδριάσεων των διοικητικών συμβουλίων. Όμως, μια πρόσφατη έρευνα από την Crowell & Moring, η οποία ζήτησε από εσωτερικούς συμβούλους, επαγγελματίες βιωσιμότητας, νομικούς και άλλους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων να αποκαλύψουν τους τρόπους που διαφημίζουν τις προσπάθειές τους στον τομέα του ESG, έδειξε ότι η έλλειψη εσωτερικού ελέγχου, επικοινωνίας και διαχείρισης μπορεί να στοιχίσει ακριβά στην εταιρεία.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, περισσότεροι από τους μισούς δήλωσαν ότι δημοσιοποιούν στοιχεία για την περιβαλλοντική πολιτική και τις επιδόσεις τους καθώς και για τους μακροπρόθεσμους στόχους τους. Οι δημόσιες εταιρείες δημοσιοποιούν κυρίως πληροφορίες για την περιβαλλοντική πολιτική τους, οι εταιρείες τεχνολογίας μοιράζονται κυρίως δεδομένα και ο κλάδος των κατασκευών και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες ηγούνται της χρήσης αναγνωρισμένων πλαισίων ESG.
Οι εταιρείες δίνουν επίσης έμφαση σε υλικό που προορίζεται για ενημέρωση επενδυτών και μετόχων. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι οι ίδιοι οι επαγγελματίες ESG θεωρούν ότι οι εταιρείες τους δημοσιοποιούν λιγότερα στοιχεία για τις περιβαλλοντικές προσπάθειές τους σε σχέση με άλλους ερωτηθέντες. Φαίνεται επίσης να υπάρχει μια αποσύνδεση στον κρίσιμο τομέα της πληρωμένης διαφήμισης. Συνολικά, το 32% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι μοιράζονταν περιβαλλοντικούς στόχους ή/και δεδομένα απόδοσης, πέρα από τις απαιτούμενες αναφορές, σε έντυπη μορφή και διαδικτυακή διαφήμιση.
Ωστόσο, πιθανές δυσλειτουργίες στο εσωτερικό των εταιρειών μπορεί να καταστήσουν μη αποδοτική τη διαφήμιση και τελικά τα χρήματα όχι μόνο να μην «πιάσουν τόπο» αλλά να εκθέσουν την εταιρεία. Συχνά, οι πληροφορίες και τα εσωτερικά έγγραφα διαφήμισης που εξετάζουν τα τμήματα βιωσιμότητας, ενδέχεται να μην ελέγχονται πάντα από το νομικό τμήμα. Μια τέτοια αποσύνδεση σχετικά με τη διαφήμιση θα μπορούσε να οδηγήσει σε έρευνες και αγωγές για ψευδή διαφήμιση, ειδικά σε ένα περιβάλλον με αυξανόμενο κίνδυνο, όπου τέτοιοι ισχυρισμοί εξετάζονται και αμφισβητούνται συχνά από διάφορες ομάδες συμφερόντων.
Όπως αναφέρει η έρευνα, δεδομένων αυτών των ευρημάτων, οι οργανισμοί πρέπει να διασφαλίσουν ότι βαθμονομούν σωστά τις δημόσιες δηλώσεις ESG τους για να αποκομίσουν τα οφέλη του περιβαλλοντικού τους έργου μειώνοντας παράλληλα τον κίνδυνο. Αλλά η επίτευξη της σωστής ισορροπίας αποτελεί μια "υπόγεια" πρόκληση.
Πολλοί εσωτερικοί δικηγόροι που εξετάζουν αξιώσεις μάρκετινγκ είναι εξοικειωμένοι με τις σχετικές οδηγίες και το νομικό πλαίσιο που διέπει τις γνωστοποιήσεις και το εμπορικό Δίκαιο. Βέβαια, όσον αφορά στο ESG, το διεθνές νομικό πλαίσιο είναι ακόμη ασαφές, αποτελώντας πολλές φορές ένα πεδίο γεμάτο νάρκες για τις επιχειρήσεις.
Πως προκύπτουν τα προβλήματα – Μια νέα «γενιά» αγωγών
Η νέα τάση της διαφήμισης με επίκεντρο το ESG μπορεί να προσελκύει την προσοχή των stakeholders αλλά παράλληλα οδηγεί σε μια νέα γενιά αγωγών.
Ο κίνδυνος να μηνυθεί μια εταιρεία για διαφήμιση των επιδόσεων της γίνεται γρήγορα χαρακτηριστικό γνώρισμα του αναδυόμενου δόγματος ESG. Για παράδειγμα, εταιρείες στιςΗΠΑ ,όλο και περισσότερο, υιοθετούν πρότυπα και πρακτικές ESG που υπερβαίνουν κατά πολύ αυτό που απαιτεί ο νόμος. Ωστόσο, πολλές εταιρείες δεν έχουν ευθυγραμμίσει τις εσωτερικές τους δομές αναφοράς και ελέγχου για να καθορίσουν τι μπορούν να πουν δημόσια για αυτές τις προσπάθειες.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση μιας εταιρείας πετρελαίου η οποία είχε ξεκινήσει μια καμπάνια για να τονίσει τις παγκόσμιες προσπάθειές της για μείωση των εκπομπών άνθρακα, οδηγήθηκε στο Δικαστήριο από μια ομάδα ακτιβιστών, η οποία ισχυρίζεται ότι η διαφήμισή της σχετικά με την παραγωγή καθαρής ενέργειας παραπλανά τους καταναλωτές ωθώντας τους να πιστεύουν ότι η καθαρή ενέργεια είναι βασική προτεραιότητα για τον γίγαντα πετρελαίου και φυσικού αερίου, παρά τις συνεχείς σημαντικές επενδύσεις του στην παραγωγή ορυκτών καυσίμων και τις σχετικά μικρές επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές.
Αλλά και εκτός ESG, παρανοήσεις και προβλήματα μπορούν να δημιουργηθούν και από παράπλευρα θέματα. Για παράδειγμα, στον τομέα της ανακύκλωσης, μια εταιρεία π.χ στις ΗΠΑ μπορεί να πει ότι το προϊόν της είναι ανακυκλώσιμο εάν πληροί τα πρότυπα FTC Green Guides, τα οποία είναι 10 ετών και αποτελούν απλώς την ελάχιστη απαίτηση. Βασιζόμενοι στη «φειδωλή» προσέγγιση της εταιρείας, ακτιβιστές μπορεί να καταγγείλουν ότι δεν κάνει αρκετά.