Στα χέρια του υπουργού Εργασίας Κωστή Χατζηδάκη βρίσκεται το τελικό πόρισμα του ΚΕΠΕ για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, με βάση τα υπομνήματα των επιστημονικών και κοινωνικών φορέων.
Σύμφωνα με πληροφορίες του insider.gr, το ΚΕΠΕ προτείνει η αύξηση των κατώτατων αποδοχών να κυμαίνεται μεταξύ 4% και 6%, σταθμίζοντας τις προτάσεις των υπολοίπων φορέων της διαβούλευσης που ξεκινούσαν από 3% και έφτασαν μέχρι και το 13% (πρόταση ΓΣΕΕ).
Το σκεπτικό της εισήγησης στάθμισε αφενός τις αντοχές των επιχειρήσεων, αφετέρου την ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζόμενων που «ροκανίζεται» λόγω του υψηλού πληθωρισμού (8,9% τον Μάρτιο).
Με το πόρισμα του ΚΕΠΕ κλείνει ο κύκλος της διαβούλευσης, ώστε ο υπουργός να εισηγηθεί το ύψος του νέου κατώτατου μισθού στο υπουργικό συμβούλιο της 27ης Απριλίου, προκειμένου να ισχύσει από την Πρωτομαγιά.
Η κυβέρνηση ωστόσο φαίνεται αποφασισμένη να κινηθεί σε υψηλότερα επίπεδα, ώστε ο νέος κατώτατος να ξεπεράσει τα 700 ευρώ (από 703 έως 710 ευρώ). Όπως επισημαίνουν αρμόδιοι παράγοντες του υπουργείου Εργασίας, η τελική πρόταση Χατζηδάκη θα κυμαίνεται μεταξύ 6% και 8%, με πιθανότερο ποσοστό αύξησης το 7%.
Με αυτόν τον τρόπο, το ύψος της αύξησης των μισθών θα ξεπερνά τον πληθωρισμό, σε συνδυασμό με την αύξηση του 2% της Πρωτοχρονιάς. Η κυβερνητική παρέμβαση για την αντιμετώπιση της ακρίβειας τοποθετεί τον κατώτατο στα 710 ευρώ (αύξηση 7%) και όχι στα 703% (αύξηση 6%).
Σύμφωνα με το κυβερνητικό σενάριο, η αύξηση για το 2022 – αθροιστικά με το 2% – θα «κινείται» κοντά ή και θα ξεπερνά την περιοχή της αύξησης του ΑΕΠ, που προσδιορίσθηκε στο 8,3%.
Ντόμινο μισθολογικών αυξήσεων
Το στοίχημα της κυβέρνησης είναι η αναπροσαρμογή των κατώτατων αποδοχών να προκαλέσει ντόμινο μισθολογικών αυξήσεων, ώστε να αυξηθούν τα εισοδήματων των εργαζόμενων και να αντιμετωπιστεί το κύμα ακρίβειας και ανατιμήσεων σε βασικά καταναλωτικά αγαθά.
Αυτό που αναμένεται να επιφέρει στην αγορά εργασίας η αύξηση του κατώτατου, είναι η διάχυση (spillovers) της αύξησης σε μισθολογικά επίπεδα μεγαλύτερα από τον κατώτατο μισθό.
Η κυβέρνηση τάσσεται υπέρ μιας γενικότερης αύξησης των αμοιβών των μισθωτών με τον ίδιο τον προϊστάμενο του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού Αλέξη Πατέλη να προτρέπει τους επιχειρηματίες να αυξήσουν τους μισθούς, προκειμένου να βρουν το κατάλληλο προσωπικό.
Με αυτά τα δεδομένα, οι πολυεθνικές και οι μεγάλοι εγχώριοι και διεθνείς όμιλοι αναμένουν τις κυβερνητικές ανακοινώσεις για να δώσουν αυξήσεις (μέσω επιχειρησιακών συμβάσεων) και στα υψηλά μισθολογικά κλιμάκια, ώστε να κρατήσουν ικανοποιημένα τα στελέχη τους και να μην χάσουν έμπειρους και εξειδικευμένους εργαζόμενους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αύξηση του μέσου μισθού που θα δοθεί οικειοθελώς από τις επιχειρήσεις τον επόμενο μήνα θα είναι περίπου στο 50% του ποσοστού αύξησης του κατώτερου μισθού. Αυτή θα συνδυαστεί με την μείωση των εισφορών επικουρικής ασφάλισης κατά 0,5% από 1η Ιουνίου 2022, που θα επιφέρει ακόμη μια μικρή αύξηση απολαβών για εργαζόμενους και ελεύθερους επαγγελματίες.
Επιδράσεις διάχυσης της αύξησης μπορούν να υπάρξουν σε τρία επίπεδα, όπως επισημαίνει και η Τράπεζα της Ελλάδος στο πόρισμα που κατέθεσε στο πλαίσιο της διαβούλευσης για τον κατώτατο μισθό.
1. Μία αύξηση του κατώτατου μισθού αυξάνει την σχετική τιμή της μη εξειδικευμένης εργασίας. Αυτό πιθανόν να ωθήσει σε αυξημένη ζήτηση για κάποιους τύπους εξειδικευμένου προσωπικού, το οποίο μπορεί να υποκαταστήσει την μη εξειδικευμένη εργασία, αυξάνοντας έτσι τους μισθούς για εργαζομένους που αμείβονται με μισθό μεγαλύτερο του κατώτατου.
2. Μπορεί να αυξήσει τους μισθούς εργαζομένων που βρίσκονται σε υψηλότερα μισθολογικά επίπεδα προκειμένου να διατηρηθούν οι μισθολογικές
διαφορές σε σχέση με τον κατώτατο μισθό ως κίνητρο παραγωγικότητας.
3. Η αύξηση του κατώτατου μπορεί να αυξήσει τον μισθό επιφύλαξης (reservation wage) σε ορισμένους κλάδους για άτομα που αναζητούν εργασία, έτσι ώστε οι εργοδότες σε αυτούς του κλάδους να χρειάζεται να πληρώσουν υψηλότερους μισθούς για να προσελκύσουν εργαζομένους.
Μάλιστα η ΤτΕ καταλήγει στο συμπέρασμα πως μια αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 1% οδηγεί σε αύξηση του μέσου μισθού πλήρους απασχόλησης στις επιχειρήσεις κατά 0,44%.