Δεκάδες χιλιάδες είναι οι κενές θέσεις εργασίας σε όλους σχεδόν τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, παρά το γεγονός ότι η ανεργία ανέρχεται στο 10%, με βάση τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν 467.804 άνεργοι που θα μπορούσαν θεωρητικά να καλύψουν τα κενά που υπάρχουν, κάτι που ωστόσο δεν συμβαίνει στην πράξη.
«Είναι λίγο οξύμωρο από τη μία να έχουμε μια επίμονη ανεργία 10%, από την άλλη όμως σας διαβεβαιώ ότι δεν υπάρχει ούτε ένας κλάδος, είτε είναι βιομηχανία, είτε είναι κατασκευές, είτε ο τουρισμός και η εστίαση, είτε είναι ο αγροτικός τομέας κατά κόρον, που δεν παραπονούνται επειδή δεν βρίσκουν εργαζομένους. Σήμερα αν κάποιος θέλει να δουλέψει, θα βρει δουλειά» επισημαίνει ο υπουργός Εργασίας, Άδωνις Γεωργιάδης, υπενθυμίζοντας το μέγεθος του προβλήματος.
Η κυβέρνηση επιδιώκει να βρεθεί μια λύση στο ζήτημα των κενών θέσεων εργασίας, μέσω νομοθετικής παρέμβασης σε τρία μέτωπα:
- επιτρέπει στους συνταξιούχους να εργάζονται χωρίς πέναλτι 30% στην σύνταξή τους, αλλά με μια μικρή πρόσθετη φορολογία επί του μισθού τους
- νομιμοποιεί την απασχόληση των ήδη εργαζόμενων και σε δεύτερο εργοδότη (ως μισθωτοί), υπό την προϋπόθεση οι συνολικές ώρες εργασίας να μην ξεπερνούν τις 13 ημερησίως
- εξαιρεί τους μισθωτούς που θέλουν να συμπληρώσουν το εισόδημά τους με το «μπλοκάκι», από το νέο σύστημα του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος.
Συνταξιούχοι που εργάζονται
Με βάση το μίνι ασφαλιστικό νομοσχέδιο που αναμένεται να ψηφιστεί από τη Βουλή εντός του μήνα, προβλέπεται η απάλειψη της μείωσης 30% επί της σύνταξης σε περίπτωση εργασίας συνταξιούχου. Στη θέση της θα επιβληθεί ένας πόρος της τάξης του 10% στο εισόδημα από την εργασία, ή 50% επί της ασφαλιστικής κλάσης από την οποία συνταξιοδοτήθηκαν οι ελεύθεροι επαγγελματίες, εφόσον πλήρωναν για επικουρική και κύρια σύνταξη αντίστοιχα.
Πιο συγκεκριμένα, οι συνταξιούχοι που θα συνεχίσουν να εργάζονται ως μισθωτοί θα επιβαρύνονται με πόρο 10% επί του ακαθάριστου ετήσιου εισοδήματος από την εργασία τους. Ο πόρος επιμερίζεται σε 7,7% για κύρια ασφάλιση και 2,2% για επικουρική και θα αποδίδεται στον ΕΦΚΑ.
- Διαβάστε επίσης: Ανατροπή με τις αυξήσεις στις συντάξεις του 2024 - Τι ποσό θα πιστωθεί πριν τις γιορτές
Οι συνταξιούχοι που συνεχίζουν να εργάζονται ως μη μισθωτοί (ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες), θα επιβαρύνονται με πόρο 50% επί της ασφαλιστικής κλάσης που έχουν επιλέξει και ο οποίος αφορά μόνο την κύρια σύνταξη. Με δεδομένο ότι το 90% των μη μισθωτών ασφαλισμένων επιλέγει την 1η ασφαλιστική κατηγορία, αυτό σημαίνει ότι για κύρια σύνταξη η επιβάρυνση είναι 169,95 ευρώ τον μήνα. Το επιπλέον 50% που θα επιβληθεί θα ανέρχεται σε 84,97 ευρώ σε μηνιαία βάση.
«Ο εργαζόμενος συνταξιούχος θα καταβάλει κανονικά τις εισφορές, αλλά, πλέον, οι εισφορές θα προστίθενται στο ποσοστό αναπλήρωσης της σύνταξής του», δήλωσε ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Άδωνις Γεωργιάδης, σε συνέντευξή του στον ΑΝΤ1. Όπως διευκρίνισε ο κ. Γεωργιάδης, «όσο πληρώνει ένσημα, θα αυξάνεται η σύνταξή του».
Εργαζόμενοι με δύο εργοδότες
Δουλεύουν πλήρες 8ώρο το πρωί όμως το εισόδημα δεν φτάνει. Χιλιάδες εργαζόμενοι κάνουν και δεύτερη δουλειά απόγευμα ή βράδυ για να τα βγάλουν πέρα, χωρίς όμως η εργασία αυτή να δηλώνεται.
Την δυνατότητα πολλαπλής απασχόλησης μισθωτού εντός του ίδιου 24ωρου, σε περισσότερους από έναν εργοδότες δίνει ο νέος εργασιακός νόμος που ψηφίστηκε πρόσφατα.
Βάσει αυτού, αίρονται οι χρονικοί περιορισμοί και έτσι οι μισθωτοί έχουν την δυνατότητα να απασχολούνται εντός του ίδιου 24ωρου σε περισσότερους από έναν εργοδότες, όπως ορίζει η ευρωπαΐκή νομοθεσία. Η συνολική ημερήσια απασχόληση όμως δεν θα μπορεί να ξεπερνά τις 13 ώρες, καθώς σύμφωνα με τις διευκρινίσεις του υπουργού Εργασίας, θα εξακολουθήσει να ισχύει η ελάχιστη περίοδος ανάπαυσης που είναι 11 συνεχείς ώρες.
«Σε καμία όμως περίπτωση δεν σταματά να εφαρμόζεται το ΠΔ88/1999 περί των ελαχίστων περιόδων ανάπαυσης που αποτελεί υπερεθνικό δίκαιο» αναφέρει το υπουργείο Εργασίας. Για την αποφυγή καταχρηστικής εφαρμογής η παράλληλη απασχόληση δεν νοείται μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων, όπως αυτές ορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία
Μισθωτοί με μπλοκάκι
Η φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών από το 2024 αλλάζει φιλοσοφία και τίποτε πλέον δεν θα είναι ίδιο με αυτό που ίσχυε μέχρι σήμερα.
Όπως αναφέρουν κορυφαία στελέχη του υπουργείου και της ΑΑΔΕ, μέχρι σήμερα η συντριπτική πλειονότητα των επαγγελματιών που δήλωνε μηδενικά ή πολύ χαμηλά εισοδήματα βρισκόταν σε μία ιδιότυπη φορολογική ασυλία, εκτός κι αν πιανόταν στα «δίχτυα» των δειγματοληπτικών ελέγχων. Αυτό όμως παύει να υφίσταται από το 2024, με την εισαγωγή τεκμηρίου για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αυτοαπασχολούμενους, στα 10.920 ευρώ. Αυτό θα προσαυξάνεται με βάση τα έτη λειτουργίας, το μέσο τζίρο του κλάδου και το ύψος των αμοιβών του προσωπικού.
Ωστόσο η νέα φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών δεν αφορά τους εργαζόμενους που πληρώνονται με μπλοκάκι και με έως δύο εργοδότες. Αυτό διευκρίνισε την περασμένη εβδομάδα ο εκπρόσωπος Τύπου του υπουργείου Οικονομικών, Όμηρος Τσάπαλος, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα.
«Δεν αφορά τους εργαζόμενους που πληρώνονται με μπλοκάκι. Αν έχεις τρεις εργοδότες και πάνω αλλάζει το καθεστώς. Αν έχεις δύο εργοδότες δεν υπάγεσαι στο καθεστώς φορολόγησης» επισήμανε ο εκπρόσωπος τύπου του ΥΠΕΘΟ, Όμηρος Τσάπαλος.
Συνεπώς οι μισθωτοί που εργάζονται ταυτόχρονα και με μπλοκάκι και ο μισθός τους υπερβαίνει το ύψος του κατώτατου, τότε θα συνεχίσουν να εξαιρούνται από τον υπολογισμό του ελάχιστου εισοδήματος. Όσοι εργάζονται με μπλοκάκι σε δύο εργοδότες, αντιμετωπίζονται ως μισθωτοί και εξαιρούνται -επίσης- από το ελάχιστο εισόδημα.