Επώδυνες αν όχι αιματηρές αναμένεται να είναι οι οικονομικές συνέπειες του πολέμου που βρίσκεται αυτή την περίοδο σε εξέλιξη μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η επίδραση της σύγκρουσης μάλιστα, ακόμα κι αν αυτή περιοριστεί στα στενά γεωγραφικά όρια των δύο κρατών, θα γίνει αισθητή σε πολλαπλούς κλάδους της οικονομίας, μεταξύ των οποίων και ο τεχνολογικός ο οποίος ήδη προσπαθεί να προοικονομίσει τις απώλειές του. Όπως συνομολογούν παράγοντες του κλάδου, οι επιπτώσεις έχουν πολλαπλές διαστάσεις και μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Το δίλημμα των μεγάλων
Ήδη η εισβολή έχει μετατραπεί σε καθοριστική γεωπολιτική στιγμή για ορισμένες από τις μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας παγκοσμίως, την ίδια στιγμή που η σκιά του πολέμου βαραίνει πάνω από την ψηφιακή οικονομία.
Ενδεικτική προς αυτή την κατεύθυνση είναι η στάση των τεχνολογικών κολοσσών και των μεγάλων κοινωνικών δικτύων καθώς και οι αποφάσεις που κλήθηκαν να πάρουν τις 10 περίπου μέρες που διαρκεί η σύγκρουση. Αρχής γενομένης της πολεμικής σύγκρουσης οι υπηρεσίες των μεγαλύτερων πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης μετατράπηκαν σε ζωτικούς κρίκους πληροφόρησης αλλά και σε πεδίο μάχης, όσον αφορά την παραπληροφόρηση. Αυτός είναι και ο λόγος Google, Meta, Twitter, Telegram και άλλες φάνηκε να προβληματίζονται για το πώς θα διαχειριστούν αυτή την δυναμική μέσα σε κλιμακούμενες πιέσεις από κάθε πλευρά.
Ήδη από την προηγούμενη Παρασκευή, οι Ουκρανοί ηγέτες έκαναν έκκληση σε Apple, Meta και Google να περιορίσουν τις υπηρεσίες τους εντός της Ρωσίας. Ως απάντηση στην εισβολή στην Ουκρανία, η Apple ανακοίνωσε ότι σταματά τις πωλήσεις προϊόντων της στη Ρωσία ενώ περιορίζει τη χρήση του Apple Pay και άλλων υπηρεσιών. Στη συνέχεια, Google και Meta, (μητρική των Facebook και Youtube) απαγόρευσαν στα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης να πωλούν διαφημίσεις στις πλατφόρμες τους. Μάλιστα ο Sundar Pichai, διευθύνων σύμβουλος της Google, συνομίλησε με κορυφαίους αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το πώς θα αντιμετωπιστεί η ρωσική παραπληροφόρηση.
Εξαιτίας της ανεξέλεγκτης παραπληροφόρησης και το Telegram, μια εφαρμογή που χρησιμοποιείται ευρέως για την ανταλλαγή μηνυμάτων σε Ρωσία και Ουκρανία, αποφάσισε να κλείσει τα κανάλια που σχετίζονται με τον πόλεμο ενώ το Twitter αποφάσισε να επισημαίνει όλες τις αναρτήσεις που περιέχουν συνδέσμους προς ρωσικά μέσα ενημέρωσης που συνδέονται με την κυβέρνηση. Ακολούθησε ο περιορισμός της πρόσβασης των ρωσικών μέσων ενημέρωσης σε Meta και YouTube ώστε να περιοριστεί η προπαγάνδα του πολέμου αλλά και η απόφαση της Ρωσίας να περιορίσει την πρόσβαση των Ρώσων πολιτών σε εξωτερικές πηγές πληροφοριών ρίχνοντας μαύρο σε Facebook, Twitter και Youtube.
Οι αποφάσεις των τεχνολογικών κολοσσών χαιρετίστηκαν από τους χρήστες αφού για πρώτη ίσως φορά μετά την Αραβική Άνοιξη φάνηκε να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες τους για «καλό σκοπό» (σ.σ. Το 2011 τα κοινωνικά δίκτυα συνέδεσαν ακτιβιστές και επικροτήθηκαν για την αρωγή τους στην δημοκρατία). Παρότι βέβαια ο πόλεμος τους παρείχε μια ευκαιρία να αποκαταστήσουν την φήμη τους, μετά και τις αμφιβολίες που γεννήθηκαν τα τελευταία χρόνια όσον αφορά την προστασία της ιδιωτικότητά των χρηστών τους, την κυριαρχία τους στην αγορά και τον τρόπο που μεταδίδουν διχαστικό περιεχόμενο, η ορθότητα των αποφάσεών τους θα κριθεί στη συνέχεια. Τα μέτρα που λαμβάνουν θα μπορούσαν να κριθούν αφενός ανεπαρκή. Στον αντίποδα ο περιορισμός πολλών εκ των υπηρεσιών τους στη Ρωσία θα μπορούσε να αποκόψει τους ρώσους πολίτες από την ψηφιακή ενημέρωση στερώντας τους την δυνατότητα να αντιληφθούν την ρωσική προπαγάνδα.
«Οι τεχνολογικές εταιρείες θέλουν όλα τα οφέλη από τη μονοπώληση των παγκόσμιων επικοινωνιών χωρίς καμία από την ευθύνη που απορρέει από το να παρασυρθούν στην γεωπολιτική και να πρέπει να επιλέξουν πλευρά» ανέφερε ο Yael Eisenstat, συνεργάτης του Ινστιτούτου Berggruen, ένα think tank με έδρα το Λος Άντζελες στους New York Times. «Από πολλές απόψεις οι εταιρείες τεχνολογίας βρίσκονται σε μια κατάσταση η οποία εν μέσω μια διεθνούς κρίσης δεν μπορεί να έχει νικητή» προσέθεσε ο Eisenstat, ο οποίος στο παρελθόν είχε διατελέσει επικεφαλής των επιχειρήσεων του Facebook για την ακεραιότητα των εκλογών.
Αναταράξεις στη βιομηχανία των μικροτσίπ
Η προαναφερθείσα διάσταση είναι ωστόσο μια εκ των πολλών που έχει το βραχυκύκλωμα που προκάλεσε ο πόλεμος στον τεχνολογικό κόσμο. Σε τεντωμένο σχοινί εξαιτίας του πολέμου φαίνεται να βρίσκεται και η παγκόσμια βιομηχανία μικροτσίπ με στελέχη της να εκφράζουν φόβους για νέες ελλείψεις που θα πλήξουν την παγκόσμια αλυσίδα. Ο λόγος είναι ότι ο πόλεμος στερεί την πρόσβαση σε πρώτες ύλες, όπως το αέριο νέον και το παλλάδιο, οι οποίες κρίνονται απαραίτητες για την κατασκευή των ημιαγωγών. Κι αυτό την ώρα που η εν λόγω παραγωγή ήδη αντιμετωπίζει αρρυθμίες χάρη στην αιφνίδια εκτόξευση της ζήτησης αλλά και στην υπερπαραγωγή των κρυπτονομισμάτων καθόλη την διάρκεια της υγειονομικής κρίσης.
Να θυμίσουμε ότι στην Ουκρανία εδράζεται η όχι και τόσο γνωστή στο ευρύ κοινό εταιρεία Cryoin, η οποία παίζει βασικό ρόλο στην παγκόσμια παραγωγή ημιαγωγών χάρη στο αέριο νέον που παράγει. Το εν λόγω αέριο χρησιμοποιείται για την τροφοδοσία των λέιζερ που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή των εν λόγω κυκλωμάτων. Το αέριο της Cryoin προμηθεύει βιομηχανίες σε Ευρώπη, Ιαπωνία, Κορέα, Κίνα και Ταϊβάν, ενώ μεγάλο μέρος αυτού αποστέλλεται και στις ΗΠΑ.
Ο κλάδος των ημιαγωγών παλεύει ήδη να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις που προκάλεσε η αύξηση της ζήτησης ενόψει της πανδημίας. Σημειωτέον ότι το 2021, οι ελλείψεις τσιπ περιόρισαν την παραγωγή σχεδόν όλων των μεγάλων αυτοκινητοβιομηχανιών, με αποτέλεσμα εταιρείες όπως η General Motors να κλείσουν ολόκληρα εργοστάσια. Αντίστοιχα η Apple, ένας από τους μεγαλύτερους αγοραστές τσιπ στον κόσμο, ανέφερε τον Οκτώβριο ότι θα κατασκευάσει 10 εκατομμύρια λιγότερα iPhones το 2021 από ό,τι είχε προγραμματιστεί λόγω των ελλείψεων στους ημιαγωγούς.
Η διακοπή του εφοδιασμού από την Cryoin αυξάνει τους φόβους και για εκτίναξη των τιμών, με παράγοντες του κλάδου να επισημαίνουν ότι το 2014 όπου η Ρωσία εισέβαλε στην Κριμαία η τιμή του νέον είχε αυξηθεί κατά 600%. Αυτός είναι και ο λόγος που Αμερική και Ιαπωνία πιέζουν ήδη τους μεγάλους κατασκευαστές να βρουν ισοδύναμα υλικά, πριν να είναι πολύ αργά.
Τις ανησυχίες αυξάνει και το γεγονός ότι η Ρωσία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς παλλαδίου - μέταλλο που επίσης χρησιμοποιείται στην παραγωγή ημιαγωγών. Σύμφωνα με το CNBC, η Ρωσία προμηθεύει το 35% του παλλαδίου που χρησιμοποιείται στις ΗΠΑ για την παραγωγή ημιαγωγών κι αισθητήρων, κάτι που θα μπορούσε να δυσκολέψει ακόμα περισσότερο την κατάσταση καθώς οι κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας αυξάνουν.
Φόβοι για τον κλάδο του software
Αρρυθμίες έχει προκαλέσει ο πόλεμος και στον κλάδο του software, δεδομένου ότι η Ουκρανία πριν από τον πόλεμο αποτελούσε ένα κομβικής σπουδαιότητας hub τεχνολογίας και πληροφορικής, που εξυπηρετούσε τόσο τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και την Ευρώπη. Σύμφωνα με το Gartner Data, από το έδαφός της εργάζονταν περίπου 85 με 100 χιλιάδες άνθρωποι, για μεγάλες και μικρές εταιρείες, κυρίως στον τομέα της πληροφορικής. Πλήθος εταιρειών πληροφορικής, μεταξύ των οποίων και ελληνικές απασχολούν τα τελευταία χρόνια Ουκρανούς developers, μέσω εταιρειών όπως η EPAM (μια από τις μεγαλύτερες τεχνολογικές εταιρείες στην Ουκρανία οι developers της οποίας απασχολούνται με συμβάσεις έργου σε αμερικανικές και βρετανικές εταιρείες), η Softserve, h GlobalLocic, η Luxoft και άλλες. Οι μέχρι τώρα πληροφορίες ωστόσο αναφέρουν ότι ο αντίκτυπος από την εν λόγω συνθήκη δεν αναμένεται μεγάλος, ή εν πάσει περιπτώσει εκτιμάται διαχειρίσιμος.
Μεγαλύτερο θα είναι ωστόσο το πρόβλημα για τις πολυεθνικές εταιρείες οι οποίες βασίζουν μεγάλο μέρος του τζίρου τους στην Ρωσική αγορά ή έχουν έντονη παρουσία στη Ρωσία. Στέλεχος ελληνικής εταιρείας που πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις ανάφερε στο insider.gr ότι η ανησυχία είναι έντονη και η μέχρι τώρα ασάφεια όσον αφορά τις κυρώσεις δεν βοηθά στον προγραμματισμό. «Δεν γνωρίζουμε πότε θα σταματήσουμε να δεχόμαστε παραγγελίες από την Ρωσική αγορά, ενώ έχουμε ήδη παραγγελίες σε εξέλιξη. Αν σκεφτεί κανείς ότι το 12% και πλέον του τζίρου μας προέρχεται από την αγορά της Ρωσίας κατανοεί την δυσκολία κατάσταση».