Σε «υπερπτήσεις» τόσο φέτος όσο και την επόμενη τριετία ελπίζει η ελληνική ξενοδοχία με τις πρώιμες ενδείξεις της φετινής χρονιάς να μαρτυρούν ότι τουλάχιστον το 2023 θα οδηγηθούμε σε νέα ρεκόρ, ευρύτερα στον κλάδο. Παράλληλα οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ετοιμάζονται για την επόμενη ημέρα καταμετρώντας τις προκλήσεις και θέτοντας τις προτεραιότητες για τη συνέχεια.
Οι πρώιμες ενδείξεις και οι προσδοκίες για φέτος
Τις προσδοκίες για φέτος αυξάνουν αφενός το δυναμικό ξεκίνημα της τουριστικής χρονιάς κι αφετέρου οι κρατήσεις για την συνέχεια, όπως αναφέρεται στο νέο τεύχος της σειράς μελετών που δημοσιεύει η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ.
Να θυμίσουμε ότι η τουριστική περίοδος ξεκίνησε ταχύτερα σε σχέση με το παρελθόν, γεγονός που επιβεβαιώνει η ενισχυμένη επίδοση του διμήνου Φεβρουαρίου-Μαρτίου σε όρους ισοζυγίου καθαρών προσλήψεων σε ξενοδοχεία (υψηλό 20ετίας για την περίοδο) και αεροπορικών αφίξεων εξωτερικού. Για την ακρίβεια το ισοζύγιο καθαρών προσλήψεων σε ξενοδοχεία κινήθηκε φέτος σε υψηλό 20ετίας, ενώ οι αεροπορικές αφίξεις καταγράφηκαν κατά 6,5% υψηλότερες από αυτές του 2019. Αντίστοιχα οι πρόδρομοι δείκτες τουριστικής δραστηριότητας στο κρίσιμο διάστημα Μαρτίου-Απριλίου ήταν και πάλι ευνοϊκοί με τις κρατήσεις των πτήσεων να καταγράφονται κατά +16% υψηλότεροι έναντι του 2022 και 12% υψηλότεροι έναντι των ανταγωνιστών. Επιπλέον οι κρατήσεις ξενοδοχείων την ίδια περίοδο κινήθηκαν +27% έναντι του 2022 και 22% υψηλότερα των ανταγωνιστών.
Στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθούν και τα διαθέσιμα στοιχεία αφίξεων και εισπράξεων της χειμερινής περιόδου, τα οποία επιβεβαιώνουν την επιταχυνόμενη ανάκαμψη του τουριστικού τομέα. Την περίοδο Δεκεμβρίου 2022- Φεβρουαρίου 2023, οι αφίξεις εξωτερικού κάλυψαν το 98% του χειμώνα 2019-2020 από 92% το φθινόπωρο και 89% το καλοκαίρι του 2022.
Η μερίδια του λέοντος μάλιστα της τουριστικής κίνησης προήλθε από τις αεροπορικές αφίξεις (6% υψηλότερες του χειμώνα 2019-2020, έναντι -22% για τις οδικές) και από 4 βασικές αγορές προέλευσης (Η.Β., Η.Π.Α., Γερμανία, Γαλλία), οι οποίες αύξησαν τη συμμετοχή τους στο 28% των αφίξεων τον χειμώνα του 2022-2023 (από το 21% που ήταν τον χειμώνα 2019-2020).
Σε αυτό το περιβάλλον, όπως επισημαίνει η έρευνα της ΕΤΕ, τα ελληνικά ξενοδοχεία (με οδηγό τα νησιά), αύξησαν τις πωλήσεις τους κατά 19% σε αποπληθωρισμένους όρους έναντι του 2019 (+32% σε ονομαστικούς όρους), κυρίως μέσω αυξημένου εύρους και ποιότητας υπηρεσιών.
Οι προκλήσεις και οι προτεραιότητες της επόμενης ημέρας
Σε αυτό το κομβικό χρονικό σημείο, σύμφωνα με την έρευνα που διεξήγαγε η Εθνική Τράπεζα σε 200 ξενοδοχειακές ΜμΕ, τα ελληνικά ξενοδοχεία εμφανίζονται πιο αισιόδοξα σε σχέση με τον λοιπό επιχειρηματικό τομέα (σε όρους Δείκτη Εμπιστοσύνης), αναμένοντας διπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης (10% έναντι 5%) και προχωρώντας σε επιθετικότερες
προσλήψεις και επενδύσεις.
Ωστόσο, συνεχίζουν να χαρτογραφούν τις προκλήσεις της επόμενης ημέρας, με πρώτη και κύρια την δυσκολία εύρεσης προσωπικού. Η συνθήκη που έχει διαμορφωθεί μετά την πανδημία, φαίνεται να ασκεί πίεση στα ⅔ του ξενοδοχειακού τομέα οδηγώντας μάλιστα σε μισθολογικές αυξήσεις που φθάνουν έως και 20% σε νησιωτικές περιοχές για το 2023. Το ποσοστό αυτό διαφέρει αισθητά από τις ΜμΕ όπου η πρόκληση της εύρεσης εργαζομένων δυσχεραίνει μόλις το ½ των επιχειρήσεων.
Όσον αφορά στις προτεραιότητες που θέτουν για να εκμεταλλευτούν την τριετία ισχυρής ανάπτυξης που αναμένουν στις υψηλότερες θέσεις βρίσκονται οι υποδομές, η ενίσχυση των αεροπορικών συνδέσεων (π.χ. Κυκλάδες) αλλά και η προώθηση των εναλλακτικών μορφών τουρισμού ώστε να μειωθεί η εποχικότητα του ελληνικού τουρισμού ειδικά σε περιοχές όπως η Πελοπόννησος.