Τη δυσαρέσκειά του σχετικά με τον «ανεπαρκή» προϋπολογισμό των νοσοκομειακών φαρμάκων για το 2023, καθώς και το πρόβλημα της υποχρηματοδότησης του κλάδου, εξέφρασε σε ανακοίνωσή του ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), μια μέρα μετά την ανακοίνωση των έκτακτων μέτρων από την πλευρά της Πολιτείας για τη μείωση του νοσοκομειακού clawback.
O ΣΦΕΕ κρίνει ανεπαρκή την πρόσθετη χρηματοδότηση κατά 20 εκατ. ευρώ για το νοσοκομειακό φάρμακο το 2023 και στέκεται στις δεσμεύσεις ότι οι επιστροφές στο νοσοκομειακό φάρμακο για το 2024 θα είναι χαμηλότερες από το 2022, τονίζοντας μάλιστα ότι ήταν επίσης ακραία υψηλές (69%) και πρέπει να μειωθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«Η Κυβέρνηση, 10 μήνες μετά το τέλος του 2023, αντιλήφθηκε ότι ο προϋπολογισμός για το νοσοκομειακό φάρμακο το 2023 δεν ήταν επαρκής. Η ανεπάρκεια αυτή αποδείχθηκε από τα πρόσφατα σημειώματα, τα οποία δείχνουν ότι οι επιστροφές για τα φάρμακα άνω των 30€ για το πρώτο εξάμηνο του 2023 έφτασαν το 82,9%!
Είναι μία δυσμενής συγκυρία ότι τον Οκτώβριο του 2024 παρουσιάζεται ουσιαστική δυσκολία στο να προσαρμοστεί η κρατική δαπάνη για την χρονιά που πέρασε. Αυτό φάνηκε στη χθεσινή συνάντηση, όπου μας ανακοινώθηκε μια πρόσθετη χρηματοδότηση μόνο κατά 20 εκατ. ευρώ, σε συνδυασμό με εσωτερικές ανακατανομές του clawback και προσθήκη στη δαπάνη υπολειμμάτων κλειστών προϋπολογισμών. Ας μην περιμένει οποιοσδήποτε ότι ο κλάδος του φαρμάκου μπορεί να είναι βιώσιμος με επιστροφές της τάξης του 75% (αντί για 82,9%)…
Εκτιμούμε τις προσπάθειες του Υπουργείου Υγείας, για την αποκατάσταση του προβλήματος στα νοσοκομεία, σημειώνοντας ότι είναι το πρώτο κανάλι όπου έφτασε σε σημείο ακραίας μη βιωσιμότητας και στεκόμαστε στις δεσμεύσεις ότι οι επιστροφές στο νοσοκομειακό φάρμακο για το 2024 θα είναι χαμηλότερες από το 2022, οι οποίες ήταν επίσης ακραία υψηλές (69%) και πρέπει να μειωθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια.
Επίσης, εκτιμούμε τις προσπάθειες μείωσης της σπατάλης και αύξησης της απόδοσης της επένδυσης στο φάρμακο. Ωστόσο, το μεγάλο πρόβλημα που παραμένει είναι η υποχρηματοδότηση του κλάδου, η οποία αποτελεί απόρροια των μνημονίων, τα οποία όμως είναι παρελθόν από το 2018. Από τότε όμως, διαπιστώνουμε ότι μόνο 1 στα 5 νέα φάρμακα έρχονται στην Ελλάδα, με τη χώρα μας να διατηρεί, με σημαντική διαφορά, τον τίτλο του ευρωπαϊκού πρωταθλητή στις επιστροφές της φαρμακοβιομηχανίας.
Αυτή η κατάσταση θέτει υπό αμφισβήτηση την πρόσβαση των ασθενών σε υπάρχουσες αλλά και νέες καινοτόμες θεραπείες, αναγνωρίζοντας ότι το φάρμακο αντιπροσωπεύει μόνο το 15% του συνόλου των δαπανών υγείας σε όλη την Ευρώπη, γεγονός που καθιστά αναγκαίο τον επαναπροσδιορισμό των προτεραιοτήτων από την πλευρά του κράτους».