Τα πιο «μελανά» σενάρια για την τιμή του πετρελαίου επιβεβαιώθηκαν πριν από λίγες ώρες όπου το πετρέλαιο κατέγραψε τη μεγαλύτερη «βουτιά» στην ιστορία, πέφτοντας κάτω από το μηδέν. Η τιμή συμβολαίου του βαρελιού του West Texas Intermediate (WTI) προς παράδοση τον Μάιο έπεσε στα –37,63 το βαρέλι στη Νέα Υόρκη ξεπερνώντας ακόμη και τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις των αναλυτών.
Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης πετρελαίου έχουν μειωθεί περισσότερο από 50% από τις αρχές του έτους εξαιτίας πολέμου τιμών Σαουδικής Αραβίας-Ρωσίας και της κατακόρυφης μείωσης της ζήτησης λόγω της πανδημίας του κορονοϊού.
Η αγορά έχει «πλημμυρίσει» με πετρέλαιο το οποίο παραμένει στα αζήτητα. Οι αναλυτές της Rystad εκτιμούν ότι στον κόσμο υπάρχουν αποθηκευμένα περίπου 7,2 δισεκατομμύρια βαρέλια αργού ενώ περίπου 1,4 δισεκατομμύρια βαρέλια βρίσκονται σε βυτιοφόρα στη θάλασσα. Θεωρητικά, θα χρειαστούν εννέα μήνες για να εξαντληθεί η αποθηκευτική ικανότητα στον κόσμο, αλλά οι περιορισμοί σε πολλές εγκαταστάσεις θα μειώσουν αυτό το παράθυρο σε λίγους μόνο μήνες.
«Σύμφωνα με τα σημερινά ποσοστά πλήρωσης αποθηκευτικού χώρου, οι τιμές εκτιμάται ότι θα ακολουθήσουν την ίδια μοίρα με το 1998, όταν ο Brent έπεσε σε χαμηλό όλων των εποχών και διαπραγματευόταν κάτω από τα 10 δολάρια το βαρέλι», δήλωσε η αναλυτής της Rystad Energy Paola Rodriguez-Masiu.
Αναγκαία η υπερβολική πτώση της τιμής του «μαύρου χρυσού»;
Ο αναλυτής της Morgan Stanley, Martjin Rats, μιλώντας στο Bloomberg είπε ότι οι τιμές του πετρελαίου πρέπει να μειωθούν κάτω από τα 10 δολάρια για να επέλθει εξισορρόπηση στην αγορά.
«Το αν η πτώση της ζήτησης φθάσει τα 15 εκατομμύρια βαρέλια ή τα 20 ή τα 25 αυτό δεν έχει πλέον σημασία. Μέχρι τον Ιούνιο θεωρούμε ότι θα έχει εξαντληθεί η παγκόσμια αποθηκευτική ικανότητα», σημειώνει.
«Ο μόνος τρόπος για να ισορροπήσει μετά από αυτό η αγορά είναι η πτώση της τιμής σε τόσο χαμηλά επίπεδα ώστε να υποσκάπτει τη φυσική προσφορά», συμπληρώνει.
Ποιοι κερδίζουν και ποιοι χάνουν από τις χαμηλές τιμές του πετρελαίου
Παραδοσιακά, οι απότομες αλλαγές στις τιμές του πετρελαίου αυξάνουν την αβεβαιότητα και οδηγούν σε μείωση των επενδύσεων και σε πτώση κατανάλωσης αγαθών. Ήδη κατά τον τελευταίο μήνα όπου το πετρέλαιο κυμαινόταν γύρω στα 25 δολάρια το βαρέλι οδήγησε σε πάγωμα των επενδύσεων από την πλευρά μεγάλων πετρελαϊκών οι οποίες αναπροσαρμόζουν τους προϋπολογισμούς τους και μειώνουν τις κεφαλαιουχικές τους δαπάνες. Κατ’ επέκταση, το upstream πλήττεται αλλά δεν μπορεί να λεχθεί το ίδιο και για τον κλάδο της διύλισης όπου οι εταιρείες μπορούν να «στοκάρουν» πετρέλαιο σε χαμηλές τιμές.
Η πτώση των τιμών του πετρελαίου ρίχνει επίσης το συνολικό ενεργειακό κόστος καθώς οι τιμές των ανταγωνιστικών ενεργειακών προϊόντων μειώνονται και η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από πετρέλαιο καθίσταται φθηνότερη. Για τομείς υψηλής έντασης ενέργειας, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερα κέρδη και πιο υποστηρικτικές συνθήκες για επενδύσεις και απασχόληση. Επιπλέον, δεδομένου ότι το πετρέλαιο αποτελεί πρώτη ύλη για διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των πετροχημικών, του χαρτιού και του αλουμινίου, η μείωση των τιμών επηρεάζει άμεσα ένα ευρύ φάσμα επεξεργασμένων ή ημι-επεξεργασμένων εισροών. Οι τομείς των μεταφορών, των πετροχημικών και της γεωργίας, καθώς και ορισμένες μεταποιητικές βιομηχανίες, είναι συνήθως από τους ευνοημένους των χαμηλότερων τιμών του πετρελαίου.
Όμως και για τους καταναλωτές, το χαμηλότερο ενεργειακό κόστος και ο μειωμένος πληθωρισμός γενικότερα, αυξάνουν το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και υποστηρίζουν την κατανάλωση.
Οι συνέπειες για τις οικονομίες των κρατών
Η Ευρωπαϊκή Ένωση εισάγει περίπου το 87% του πετρελαίου που καταναλώνει, επομένως οι χαμηλές πετρελαίου έχουν θετικό αντίκτυπο στις οικονομίες των κρατών-μελών.
Σύμφωνα με ιστορικές εκτιμήσεις, η πτώση των τιμών του πετρελαίου κατά 45% θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά περισσότερο από 1%.
Παράλληλα, η πτώση των τιμών του πετρελαίου μπορεί να μειώσει τις μεσοπρόθεσμες προσδοκίες για τον πληθωρισμό κάτω από τον στόχο και να αμβλύνει τις εξωτερικές χρηματοδοτικές πιέσεις. Στο πλαίσιο αυτό, οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να ανταποκριθούν με επιπλέον χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, η οποία, με τη σειρά της, μπορεί να υποστηρίξει την ανάπτυξη.
Ωστόσο, στις χώρες που εξάγουν πετρέλαιο, οι χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου ενδέχεται να προκαλέσουν καθίζηση εθνικών νομισμάτων, επαναξιολόγηση του πιστωτικού και κρατικού κινδύνου, και μέτρα σφιχτής δημοσιονομικής πολιτικής, εκτός εάν υπάρχουν διαθέσιμα αποθέματα ασφαλείας για την προστασία των δαπανών από τη μείωση των φορολογικών εσόδων από τον τομέα του πετρελαίου.