Στο sell off που πυροδοτήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στις παγκόσμιες αγορές ομολόγων, εστιάζουν οι ξένοι επενδυτικοί οίκοι, καθώς τα «γεράκια» των κεντρικών τραπεζών κυριαρχούν στη βάση του πληθωρισμού, βάζοντας «πλώρη» για μια πιο εμπροσθοβαρή αύξηση των επιτοκίων.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, νιώθοντας την πίεση του πιο επίμονα υψηλού πληθωρισμού μέσα από τη «σφαίρα» της (υπέρ)αισιοδοξίας της, αλλά και των «επιθετικότερων» χειρισμών της Fed και της Bank of England, σήμανε την αλλαγή πλεύσης στο «καράβι» της Ευρωζώνης. Κάπως έτσι, οι αγορές έδειξαν να προσαρμόζονται, καθώς και τα προγράμματα νομισματικής στήριξης φθίνουν, με τις αποδόσεις στο μακρινό άκρο των καμπυλών να σημειώνουν νέα υψηλά, και τις frond end (κοντινό άκρο των καμπυλών) να καταγράφουν μετά από το αρχικό sell off μια ήπια κίνηση επιστροφής, διαμορφώνοντας έτσι πιο απότομες καμπύλες.
Αξίζει να τονιστεί πως κάθε φορά που υπάρχει μια απότομη προσαρμογή στην νομισματική πολιτική είναι σύνηθες να καταγράφονται τέτοιες κινήσεις και ειδικότερα στις ρηχές αγορές, όπως η εγχώρια, ενώ αναμένεται μια σταθεροποίηση και ένας καταλαγιασμός των πιέσεων στα ιταλικά και μετέπειτα στα ελληνικά ομόλογα. Ωστόσο θα πρέπει να τονιστεί πως αυτές οι κινήσεις φανερώνουν εκ νέου την αδυναμία της έλλειψης του investment grade, με τη κατοχύρωση αυτού, να οδηγεί στη σύγκριση των ελληνικών τίτλων με τους πορτογαλικούς (όχι με τα ιταλικά ομόλογα).
Η τάση αντιστροφής της κίνησης οφείλεται στην ομιλία της Κριστίν Λαγκάρντ ενώπιον του Ευρωκοινοβουλίου που βοήθησε να υπάρξει ένα κατευνασμός στα spreads μετά από από την πρωινή αναταραχή.
Η Deutsche Bank σε σημερινό της εσωτερικό σημείωμα, ανέφερε πως «τα ελληνικά ομόλογα είναι αυτά που πρέπει να παρακολουθήσουν τα χαρτοφυλάκια, καθώς η ΕΚΤ επιταχύνει την αυστηροποίηση της νομισματική της πολιτική». Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς έφτασε να αυξάνεται στις +25,5 μ.β, στα υψηλά ημέρας, με το ιταλικό 10ετές στο +10,5 μ.β, κλείνοντας ωστόσο μόλις κατά 1,5 μ.β υψηλότερα. Αντιθέτως, η αποκλιμάκωση στο εγχώριο δεκαετές ήταν μικρότερη καθώς έκλεισε την «ψαλίδα» από τα υψηλά, κατά 6,1 μ.β, στο 2,45%, σηματοδοτώντας έτσι μια άνοδο της τάξεως των 22 μ.β.
Από την άλλη, η JP Morgan συνεχίζει να διατηρεί τη θετική της σύσταση, μέσω long θέσεων για τα ελληνικά ομόλογα έναντι των υπόλοιπων της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Ο αμερικανικός οίκος είχε εκτιμήσει πως τα ελληνικά ομόλογα θα υπεραποδώσουν το επόμενο διάστημα καθώς τα τρέχοντα επίπεδα αποδόσεων θα δημιουργήσουν περισσότερη ζήτηση από τους real money investors (αμοιβαία, συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά ταμεία), ειδικά από την εγχώρια βάση, μόλις η μεταβλητότητα σταθεροποιηθεί, ενώ ένα αξιόλογο μέγεθος από τις εκδόσεις θα απορροφηθεί από την ΕΚΤ, υπό το πρόγραμμα PEPP.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της JP Morgan, το spread του ελληνικού 10ετούς έναντι του αντίστοιχου γερμανικού τίτλου θα συρρικνωθεί στις 135 μ.β τον Μάρτιο του 2022 και στις 120 μ.β τον Ιούνιο του 2022, ενώ θα ενισχυθεί εκ νέου στις 130 μ.β τον Σεπτέμβριο και στις 140 μ.β τον Δεκέμβριο του 2022.
Το pricing της αγοράς αναφορικά με τις προσδοκίες μιας σωρευτικής αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ έως το τέλος του 2023 είναι σε γενικές γραμμές δίκαιη, με αφετηρία τον Δεκέμβριο του 2022 και εν συνέχεια την επίτευξη μιας σωρευτικής αύξησης κατά 100 μ.β μέχρι το τέλος του 2023.
Στη βάση των καμπυλών επιτοκίων ανταλλαγής της διατραπεζικής αγοράς (Overnight Indexed Swap, OIS) τιμολογούνται επιταχυνόμενοι ρυθμοί αυστηροποίησης για το 2022 και τις αρχές του 2023 και για τις τρεις κεντρικές τράπεζες, με την κορύφωση των υψηλών επιτοκίων να έρχεται περίπου στα μέσα του 2023 για όλες.