Δείγματα περαιτέρω κλιμάκωσης της έντασης μεταξύ Ρωσίας - Ουκρανίας, Δύσης αρχίζουν να εμφανίζονται στη γεωπολιτική σκακιέρα, με τις αγορές να αρχίζουν να προεξοφλούν πιο έντονα το «σήμα» της Ουάσινγκτον για άμεση ρωσική εισβολή, ακόμη και κατά τη διάρκεια των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων.
Σε αντίθεση με άλλες φορές που η Wall Street έδειξε να διατηρεί την ψυχραιμία της εν μέσω και των αλλεπάλληλων κύκλων διαπραγματεύσεων, στην τελευταία συνεδρίαση της εβδομάδας το κλίμα επιδεινώθηκε σε μεγάλο βαθμό. Ο δείκτης μεταβλητότητας VIX εκτοξεύθηκε φτάνοντας μέχρι και τις 30,99 μονάδες και υποχωρώντας ελαφρώς στη συνέχεια, υποδηλώνοντας μια αίσθηση πανικού και υψηλής αβεβαιότητας. Παράλληλα, το αμερικανικό αργό ενισχύθηκε κατά 4,45% στα 93,81 δολάρια το βαρέλι, ενώ τα παγκόσμια αποθέματα πλησιάζουν σε χαμηλά επτά ετών με τις γεωπολιτικές εντάσεις να προσθέτουν ένα σημαντικό risk premium. Με το WTI να διασπά ανοδικά την αντίσταση των 93,15 δολαρίων, το ανώτερο σημείο του ανοδικού καναλιού που θα αποτελέσει «πεδίο μάχης» είναι τα 97 δολάρια. Πρώτη στήριξη εντοπίζεται στην περιοχή των 89,20 δολαρίων περίπου, διάσπαση της οποίας μπορεί να ανοίξει το δρόμο προς τα 86 δολάρια, σενάριο αρκετά δύσκολο με την εικόνα που υπάρχει αυτή τη στιγμή.
Από την άλλη, τεχνικά για τους δείκτες της αμερικανικής αγοράς, ο Nasdaq 100 έχοντας βγει από το ανοδικό κανάλι που εκτείνονταν από τον Σεπτέμβριο του 2020 έδειξε μια αδυναμία κίνησης και επαναπροσέγγισης των 15.050 μονάδων (άμεση ενεργοποίηση των πωλητών), οδεύοντας έτσι σε οπισθοχώρηση και σε διάσπαση ακόμη και της ισχυρής ζώνης στήριξης των 14.375 μονάδων (χαμηλότερα από το 38,2% Fibonacci retracement) ξεδιπλώνοντας έτσι ένα μεγαλύτερο sell off που θα μπορεί να οδηγήσει προς τις 13.840 μονάδες. Επιπλέον, ο βαρύς και ακριβός τεχνολογικός δείκτης καθίστανται πιο ευάλωτος στις επιθέσεις των short και στις bearish στρατηγικές, με απόσυρση ρευστότητας, συγκριτικά με τους δύο άλλους δείκτες.
Για τον S&P 500, το πρώτο επίπεδο άμεσης στήριξης βρίσκεται περίπου στις 4.353 μονάδες, με αντίσταση στις 4.580 μονάδες περίπου (Fibonacci retracement 61,8% του sell off του Ιανουαρίου) στόχος που δείχνει ορατός πλέον. Οι «αρκούδες» έδειξαν αντανακλαστικά περνώντας στην αντεπίθεση στην τελευταία συνεδρίαση της εβδομάδας με φόντο και τις κινήσεις στον Nasdaq 100, φτάνοντας μια «ανάσα» από την περιοχή των 4.400 μονάδων, διάσπαση της οποίας θα οδηγήσει σε κίνηση προς τις 4.353 μονάδες και τις 4.268 μονάδες περίπου, σημείο ιδιαίτερα κρίσιμο καθώς παραβίασή του εκθέτει ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα.
Ο Dow Jones από την άλλη, έβγαλε ένα μεγαλύτερο δείγμα σταθερότητας και αντοχής σε σύγκριση με τους άλλους δύο δείκτες. Επιπλέον, ιδιαίτερα ενδιαφέρον ως προς και τα επίπεδα μεταβλητότητας, είναι επέκταση του σχηματισμού «μεγαφώνου» που διαμορφώνεται από τα υψηλότερα υψηλά και τα χαμηλότερα χαμηλά, με τις στηρίξεις και τις αντιστάσεις να δοκιμάζονται σε μεγαλύτερο βαθμό. Από την άλλη, οι short δε δείχνουν διατεθειμένοι να αφήσουν ανεκμετάλλευτα τα «σύννεφα» πολέμου που πυκνώνουν πάνω από την Ουκρανία αλλά και τις προοπτικές για «επιθετικότερη» αυστηροποίηση από τη Fed, ώστε να σπρώξουν το δείκτη προς τις 34.592 - 34.501 μονάδες (εκθετικός ΚΜΟ 200) ανοίγοντας το δρόμο για τις στις 33.835 μονάδες (ισχυρή στήριξη) διάσπαση της οποίας μπορεί να οδηγήσει στις 33.628 μονάδες και μέχρι το χαμηλό του Ιανουαρίου στις 33.150 μονάδες.
Το Χρηματιστήριο, σε αυτό το διάστημα έχει καταφέρει να υπεραποδώσει και να βγάλει υψηλότερες ζώνες άμυνες, συγκριτικά με τη διόρθωση των ξένων αγορών, στηριζόμενη ακριβώς στο ότι η χώρα βρίσκεται στην αρχή ενός ενάρετου κύκλου που θα οδηγήσει σε σημαντικό repricing των αξιών μεσοπρόθεσμα. Ιδιαίτερα σημαντικό για τη δυναμικότητα της κίνησης του Χρηματιστηρίου ήταν το γεγονός πως έφτασε στις 970 μονάδες (υψηλό επταετίας με υψηλούς τζίρους), με παράλληλη διεύρυνση του spread του ελληνικού δεκαετούς έναντι του Bund.
Η διαφοροποίηση της εγχώριας αγοράς με άνοδο 8,7% από τις αρχές του έτους, έναντι απωλειών 7,29% για τον S&P 500, 4,4% για τον Dow Jones και 2,89% για τον DAX οφείλεται και στην έλλειψη παρουσίας της - και εν μέσω εσωστρέφειας - από το ισχυρό bull run των ξένων αγορών, υποδηλώνοντας έτσι μια πιο ετεροχρονισμένη αφύπνιση. Πέραν αυτού άρχισε να γίνεται πιο ορατή προς τα ξένα funds εξαιτίας, i) της ενίσχυσης της παρουσίας στους δείκτες MSCI και FTSE EM, ii) των υψηλών discount που είχαν διαμορφωθεί και αρχίζουν πλέον να κλείνουν στον τραπεζικό κλάδο σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό που ανέβασε ένταση συμπαρασύροντας και τους εγχώριους τίτλους, iii) στην «αναθέρμανση» του ενδιαφέροντος και στο ελκυστικό επενδυτικό «story» με φόντο τις εισροές από το Ταμείο Ανάκαμψης, iv) στην ολοκλήρωση ενός μεγάλου μέρους άντλησης κεφαλαίων μέσω ΑΜΚ και ομολογιακών εκδόσεων το 2021 ξεδιαλύνοντας έτσι το τοπίο, και v) στις ολοένα και ισχυρότερες προοπτικές που ανοίγονται για το εγχώριο real estate.
Από την άλλη, εάν και εφόσον οι μεγάλες ξένες αγορές συνεχίζουν να δίνουν χαμηλότερα κλεισίματα καθώς ανοίγει και διευρύνεται η «βεντάλια» κινδύνων με κύρια τη στρατηγική εξόδου των κεντρικών τραπεζών, το Χρηματιστήριο δε θα μπορέσει σε μεγάλο βαθμό να συνεχίζει να αυτονομείται.
Η κλιμάκωση της έντασης στην Ουκρανία, με όλα τα «όπλα» όλων να βρίσκονται πλέον στο τραπέζι (εισβολή ή διατήρηση της υψηλής έντασης), θα προκαλέσει μια σειρά αλυσιδωτών αντιδράσεων με αφετηρία το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Μια εισβολή της Ρωσίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε κυρώσεις για τον ρωσικό αγωγό Nord Stream 2, και να αποτελέσει ένα κίνητρο και ένα πάτημα για τον Πούτιν ώστε να περιορίσει τις ροές προς την Ευρώπη, επιδεινώνοντας έτσι μια ήδη «στενή» ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου. Η Ευρώπη βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη Ρωσία για πρόσβαση στις προμήθειες φυσικού αερίου της (η Ρωσία είναι ο σημαντικότερος πάροχος, τροφοδοτώντας το 35% της ζήτησης φυσικού αερίου της Ευρώπης) και αυτού του είδους ο κίνδυνος θα μπορούσε να οδηγήσει τους επενδυτές να απαιτήσουν ένα υψηλότερο ERP (equity risk premium, ασφάλιστρο κινδύνου μετοχών) στις ευρωπαϊκές μετοχές.
Επιπλέον, οι υψηλότερες τιμές φυσικού αερίου παρουσιάζουν επίσης έναν σημαντικό upside risk για τις τιμές του «μαύρου χρυσού». Ενώ οι στρατηγικοί αναλυτές της Goldman Sachs για τα commodities αναμένουν ότι αυτή η ανοδική κίνηση θα είναι περιορισμένη, βλέπουν άλλους λόγους για τη συνέχιση του τρέχοντος «ράλι» στις τιμές του πετρελαίου. Όπως σημειώνουν, οι απότομες αποδεσμεύσεις αποθεμάτων, η μεγαλύτερη, από το αναμενόμενο ζήτηση και η σημαντική ώθηση από τη μετάβαση από το φυσικό αέριο στο πετρέλαιο έχει αφήσει την αγορά με εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα αποθεμάτων σε μια σειρά προϊόντων πετρελαίου αλλά και περιοχών. Έτσι αναμένουν πως οι τιμές του Brent θα φτάσουν τα 93, τα 100 και τα 105 δολάρια το βαρέλι, σε 3, 6 και 12 μήνες. Επιπλέον, η επιβολή κυρώσεων θα μπορούσε να επηρεάσει και την αναπτυξιακή δυναμική της Ευρωζώνης, όπως συνέβη το 2014 (προσάρτηση της Κριμαίας) όταν η παρατεταμένη ένταση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης πιθανότατα συνέβαλε σε μια πτώση τριών μονάδων του δείκτη PMI μεταξύ Ιουνίου και Νοεμβρίου, όπως επισημαίνει η Bank of America.
Τεχνικά για τον Γενικό Δείκτη και υπό το πρίσμα της επιδείνωσης του κλίματος στις διεθνείς αγορές, ζητούμενο αποτελεί πρωτίστως η διατήρηση των 956 - 961 μονάδων ώστε να μην απομακρυνθεί ο στόχος των 1.060 μονάδων, με βελτίωση και της εξωτερικής τάσης. Ωστόσο, μια μεγαλύτερης έντασης πίεση μπορεί να επιφέρει κίνηση προς τις 936 μονάδες (εκθετικός ΚΜΟ 30), με επόμενη στήριξη κοντά στις 916 μονάδες.
Για τον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης, οι πωλητές στοχεύουν να δοκιμάσουν τη στήριξη στην περιοχή των 2.357 - 2.317 μονάδων και τις 2.264 μονάδες περίπου, που μπορεί να ανοίξουν το δρόμο προς τις 2.195 (απλός ΚΜΟ 90) και προς την περιοχή που συγκλίνουν οι δύο ΚΜΟ 200 στις 2.172 - 2.143 μονάδες. Από την άλλη για τους αγοραστές, ενώ παραμένουν στο στόχαστρο οι 2.390 μονάδες, πρώτος στόχος θα πρέπει να είναι η διαφύλαξη και θωράκιση των 2.270 - 2.264 μονάδων και των 2.195 μονάδων.