Συνέχεια στην υπεραπόδοση των ελληνικών κρατικών τίτλων αναμένει η Barclays, παρά το υπάρχον πλαίσιο που έχει οδηγήσει το spread του εγχώριου δεκαετούς έναντι του Bund κατά 20 μονάδες βάσης χαμηλότερα, στη βάση των εκλογικών αποτελεσμάτων και της ευρείας επικράτησης της Νέας Δημοκρατίας.
Όπως σημειώνουν οι αναλυτές στρατηγικής στην ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων της Barclays, «ακόμη και μετά από την τρέχουσα αποκλιμάκωση και υποχώρηση του spread, συνεχίζουμε να βλέπουμε περιθώρια για μια περαιτέρω συμπίεση μεσοπρόθεσμα, τη στιγμή μάλιστα, που τα ελληνικά spreads δε φαίνονται ιδιαίτερα «σφιχτά» σε σύγκριση με τις τρέχουσες αξιολογήσεις της χώρας. Τα πορτογαλικά και τα ιρλανδικά spreads δείχνουν σχετικά πιο «ακριβά» και ως εκ τούτου, πιστεύουμε ότι υπάρχει περιθώριο για μια ουσιαστική περαιτέρω σύμπιεση των spreads, υπό το πρίσμα των μελλοντικών αναβαθμίσεων από τους οίκους αξιολόγησης και εν αναμονή της ένταξης των ελληνικών κρατικών ομόλογων στους δείκτες ομολόγων επενδυτικής βαθμίδας».
Από αυτή την άποψη, σύμφωνα με το βρετανικό οίκο, ένα ισχυρά αποφασιστικό εκλογικό αποτέλεσμα - το οποίο θα εξασφαλίσει τη συνέχιση της εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής προσαρμογής - πιθανότατα «θα ανοίξει, σχετικά γρήγορα, το δρόμο» για αναβαθμίσεις του ελληνικού αξιόχρεου σε «investment grade».
Ποιος θα σημάνει το πέρασμα στην επενδυτική βαθμίδα
H Fitch θα αξιολογήσει την ελληνική οικονομία στις 9 Ιουνίου, με τη Barclays να μην αποκλείει εντελώς μια άμεση αναβάθμιση στο καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας (δηλαδή, από το «BB+» στο «BBB-») δεδομένου του εκλογικού αποτελέσματος, αν και πιο πιθανό φαντάζει το σενάριο της αναβάθμισης του «outlook» σε θετικό, με μια πλήρη αναβάθμιση να βρίσκεται επί τάπητος στην αξιολόγηση του Δεκεμβρίου. Παράλληλα, η Standard & Poor's θα αξιολογήσει την Ελλάδα τον Οκτώβριο και με δεδομένο ότι το «outlook» είναι ήδη θετικό, οι αναλυτές εκτιμούν ότι είναι πιθανή μια αναβάθμιση σε εκείνη τη χρονική στιγμή. Συνολικά, η ένταξη των ελληνικών κρατικών ομόλογων στους δείκτες ομολόγων επενδυτικής βαθμίδας – που συνήθως απαιτεί δύο από τους οίκους αξιολόγησης S&P - Fitch - Moody's να δώσουν το «investment grade» – φαίνεται πλέον αρκετά πιθανή μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους (η Moody's αξιολογεί την Ελλάδα τρεις βαθμίδες χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα και κατά συνέπεια θα αργήσει να σημάνει το πέρασμα στην επενδυτική βαθμίδα, σε σύγκριση με τους άλλους δύο οίκους).
Η αλλαγή πλαισίου σύγκρισης
Καθώς λοιπόν η Ελλάδα πραγματοποιεί τη μετάβαση προς το καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας, οι αναλυτές εκτιμούν, ότι η εγχώρια αγορά μπορεί να κινηθεί σε ένα ανάλογο μήκος κύματος με μια αντίστοιχη δυναμική, όπως αυτήν, της Πορτογαλίας, όταν ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα το 2017, και συνεπώς να αξιολογείται στο πλαίσιο αποτιμήσεων σε σύγκριση με την Πορτογαλία (επί του παρόντος, η Πορτογαλία αξιολογείται στο «BBB+» - «BBB+» «Baa2» από S&P - Fitch - Moody's, έναντι «BB+» - «BB+» - «Ba3» αντιστοίχως για την Ελλάδα).
Από αυτή την άποψη, τόσο η πορτογαλική όσο και η ελληνική αγορά ομολόγων έχουν ένα σημαντικά χαμηλό «free float», σε αντίθεση με τις αγορές ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας, κάτι που συνεπάγεται, τη δυνατότητα τιμολόγησης ενός «scarcity premium» και στις δύο καμπύλες. Επιπλέον, ακόμη και μετά την πρόσφατη υποχώρηση της αποδόσης του εγχώριου δεκαετούς και το κλείσιμο της «ψαλίδας» του spread, ο τίτλος εξακολουθεί να διαπραγματεύεται σε ένα εύρος άνω των 60 μονάδων βάσης με το αντίστοιχο της Πορτογαλίας. Όπως υποθέτουν οι αναλυτές της Barclays, εάν η Ελλάδα πραγματοποιήσει μια αρκετά γρήγορη μετάβαση προς το καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας, τότε πιθανότατα θα βρεθεί μόλις δύο βαθμίδες χαμηλότερα από την Πορτογαλία.
Δεδομένης της σχέσης που υπάρχει μεταξύ των αξιολογήσεων και των spreads στην ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων, η Barclays εκτιμά, ότι αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα χώρο - περιθώριο συμπίεσης στο spread μεταξύ του ελληνικού δεκαετούς και του πορτογαλικού στις 30 - 40 μονάδες βάσης περίπου που πιθανώς θα υποστηριχθεί στην πράξη και από τη ένταξη της αγοράς ελληνικών κρατικών ομολόγων στους δείκτες «IG - investment grade». Ο αντίκτυπος στην αγορά, αυτών των αγοραστικών ροών θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα αξιοσημείωτος, δεδομένης της σχετικά χαμηλής και αραιής προσφοράς ελληνικών τίτλων από τώρα έως το τέλος του έτους (η Ελλάδα έχει ήδη εκδώσει ομόλογα κοντά στα 7 δισ. ευρώ φέτος, που αποτελεί και τον προγραμματικό στόχο της εκδοτικής δραστηριότητας του ΟΔΔΗΧ για εφέτος).