Πριν από λίγους μήνες το ζήτημα στο πεδίο των μέτρων για την ενεργειακή κρίση ήταν το πως θα βρεθούν τα περίπου 320 εκατομμύρια ευρώ για την επιταγή ακριβείας που δόθηκε την άνοιξη, τα 250 εκατ. ευρώ για την παράταση 6 μηνών στο μειωμένο πακέτο ΦΠΑ σε εστίαση – μεταφορές ή τα 175 εκατ. ευρώ για το fuel pass 2. Σήμερα, όλα αυτά τα μέτρα μαζί, πιθανόν δεν φτάνουν σε αξία στο κόστος για τα κρατικά ταμεία (και όχι από άλλες πηγές) μόνο του πακέτου για το ρεύμα για έναν μόνο μήνα: για το Σεπτέμβριο.
Το πακέτο για το ρεύμα του μηνός Σεπτεμβρίου φτάνει σε αξία στα 1,9 δισ. ευρώ με κόστος που θα καλύψει το κράτος πολύ πάνω από 500 εκατ. ευρώ. Θυμίζουμε πως τον Μάιο η κυβέρνηση υπολόγιζε - με τα τότε δεδομένα για τις διεθνείς τιμές φυσικού αερίου - πως το κόστος της παρέμβασης θα ήταν περίπου 2 δισ. ευρώ για όλο το δεύτερο εξάμηνο του 2022 και πως το κόστος για τον Κρατικό Προϋπολογισμό θα ήταν επίσης για τους 6 αυτούς μήνες περίπου 800 εκατ. ευρώ. Δηλαδή πλέον οι 6 μήνες έγιναν... ένας!!!
Πλέον, ακόμη και αν δουλέψουν πολύ πιο αποδοτικά από ότι συνήθως τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια, ή οι ΑΠΕ (σ.σ. γιατί ο Σεπτέμβριος έχει αυξημένο κόστος και για εποχικούς λόγους), ακόμη και αν γίνουν όλες οι κινήσεις κάλυψης που είναι δυνατές εγχωρίως, το τελευταίο τρίμηνο είναι δεδομένο πως τα λεφτά που θα πρέπει να δώσει το κράτος θα είναι πολλά. Εκτός και αν γίνει ένα διεθνές «θαύμα» δραστικής υποχώρησης της τιμής του αερίου ή αφύπνισης της Ευρώπης που... κοιμάται.
Μιλάμε για μία μαύρη τρύπα. Για ένα βαρέλι χωρίς πάτο. Γιατί, να θυμηθούμε επίσης, θεωρούσαμε την άνοιξη ότι έχουμε παγκόσμια ενεργειακή κρίση με πρόβλεψη για τιμή φυσικού αερίου στα 100 ευρώ η μεγαβατώρα, όταν πλέον κινείται σε επίπεδα υψηλότερα των 270 ευρώ...
Η κάλυψη από τα κρατικά ταμεία και από διάφορες άλλες πηγές του επιπλέον κόστους του ρεύματος για όλους τους επόμενους μήνες αποτελεί κυβερνητική δέσμευση η οποία, όπως αποδεικνύεται, ευτυχώς πραγματώνεται. Ευτυχώς, υπάρχουν τα «πυρομαχικά» μέσα από τα αυξημένα φορολογικά έσοδα για διάφορους λόγους, συγκυριακού και μόνιμου χαρακτήρα.
Μόνο που πλέον είναι φανερό πως η ενεργειακή κρίση μαίνεται και τρώει τα πάντα. Εξαερώνει κάθε όφελος από το υψηλότερο ΑΕΠ, από τον τουρισμό, από τις εξαγωγές. Περιορίζει δραστικά τις δυνατότητες στήριξης της αγοράς και της κοινωνίας σε άλλα πεδία ή την προώθηση αναγκαίων για τη θωράκιση της χώρας δαπανών.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η όποια λύση μπορεί να έρθει μόνο από το «εξωτερικό». Είναι αναγκαία μία, έστω και με χρονική υστέρηση, απόφαση για πανευρωπαϊκή πρωτοβουλία στήριξης του κόστους του φυσικού αερίου, αλλά και για διαφορετική αντιμετώπιση των δαπανών των κρατών για την ενεργειακή κρίση. Προς το παρόν δεν υπάρχει κινητικότητα. Εθνικές πρωτοβουλίες, εμμονή στους κανόνες για επιστροφή σε πλεονάσματα και συστάσεις για εξοικονόμηση ρεύματος. Αυτά είναι όμως ασπιρίνες. Θα πρέπει επιτέλους να παραδεχθεί η Ευρώπη ότι αν δεν ληφθούν άμεσα γενναίες αποφάσεις, τότε θα ρισκάρει οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς κλυδωνισμούς πολύ πιο μεγάλης έντασης και επίπτωσης.