Με τον τουρισμό να πηγαίνει σφαίρα, ισχυροποιώντας το σενάριο πλήρους επαναφοράς του στα επίπεδα τζίρου του 2019 και γενικότερα με την αγορά να ανοίγει πλήρως από τους περιορισμούς της πανδημίας θα περίμενε κανείς ότι το δίμηνο Ιουλίου - Αυγούστου η ανεργία θα σημείωνε μία, ακόμα πιο εντυπωσιακή, μείωση. Ωστόσο, τα στοιχεία από δύο διαφορετικές πηγές έδειξαν ότι οι πιέσεις αρχίζουν και εμφανίζονται σε έναν από τους πιο βασικούς δείκτες.
Τι δείχνουν τα στοιχεία; Τον Ιούλιο η ανεργία αυξήθηκε στο 12,6% από το (πολύ χαμηλό είναι αλήθεια) 12,3% του Ιουνίου, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ. Το ύψος της ανεργίας ήταν (και παραμένει) το καλύτερο από το 2010, αλλά συνήθως τον Ιούλιο η ανεργία «πέφτει» λόγω των μαζικών εποχικών προσλήψεων. Επιπλέον, μείωση κατά 0,7% κατεγράφη και στον αριθμό των απασχολουμένων σε σχέση με τον Ιούνιο.
Αλλά και τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗ για τον Αύγουστο (που μετρούν διαφορετικά την απασχόληση) κατέγραψαν αρνητικό ισοζύγιο προσλήψεων - απολύσεων, αποχωρήσεων κατά 32.966 θέσεις εργασίας. Και τούτο καθώς πάρα πολλές θέσεις δημιουργήθηκαν, αλλά και ακόμα πιο πολλές χάθηκαν.
Η εξήγηση μπορεί να είναι από κάποιο συγκυριακό ζήτημα, έως ένα φαινόμενο συνδεδεμένο με την πλήρη λήξη των μέτρων στήριξης για την πανδημία. Μπορεί όμως να είναι ένα πρώτο «καμπανάκι» για τις πιέσεις που αρχίζουν να δέχονται οι επιχειρήσεις από τα αυξημένα κόστη. Από τα αυξημένα κόστη για πρώτες ύλες και προμήθειες, για τους λογαριασμούς ενέργειας, για τις μεταφορές ή για τα δάνεια που όλο και ακριβαίνουν. Μπορεί να είναι και μία αντίδραση που συνδέεται με τα μηνύματα για ένα χειμώνα με ύφεση σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη.
Σίγουρα, όσο και αν τα μηνύματα για την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας είναι συνεχή, κάποιοι, οι πιο ευάλωτοι έχουν αρχίζει να επηρεάζονται. Γιατί, να μην ξεχνάμε τι προηγήθηκε: η πανδημία, αλλά και η δεκαετής μνημονιακή κρίση. Και ναι, ελήφθησαν μέτρα στήριξης 50 δισ. ευρώ από το 2020, τα οποία κράτησαν την επιχειρηματικότητα και την κοινωνία στον «αφρό», αλλά πλέον αποσύρθηκαν. Και όσο δεν υπάρχει αντίστοιχη βούληση της Ευρώπης για άμεση στήριξη ή έστω για δημοσιονομική ευελιξία, η «ασπίδα προστασίας» δεν είναι (και δεν μπορεί να είναι) η ίδια.
Υπάρχει και η άλλη πλευρά του «νομίσματος», αυτή των εργαζομένων. Η αύξηση εισοδημάτων και απασχόλησης που παρατηρήθηκε όλο το προηγούμενο διάστημα ήταν μία πολύ μεγάλη «ανάσα» και για την οικονομία και για τα κρατικά ταμεία που είδαν υπέρβαση στόχου ασφαλιστικών εισφορών το τελευταίο διάστημα. Και επιπλέον, η εγχώρια ιδιωτική κατανάλωση ήταν στυλοβάτης στην άνοδο του ΑΕΠ.
Τις επόμενες βδομάδες με τα νεότερα στοιχεία θα φανεί αν η πίεση αυτή στην αγορά εργασίας είναι κάτι τυχαίο και παροδικό ή όχι. Όπως θα φανεί και το πώς θα κινηθεί το επόμενο διάστημα το κλίμα στην αγορά και στην κοινωνία, με το βλέμμα στραμμένο για κράτη, όπως η Ελλάδα, στις αποφάσεις που θα ληφθούν «έξω», στις Βρυξέλλες και στην Φρανκφούρτη.