Ο θερμός εναγκαλισμός των δυο υπουργών Εξωτερικών, αναμφίβολα περνά το μήνυμα της αλληλεγγύης και της συνεργασίας απέναντι στην τρομακτική και εξαιρετικά οδυνηρή καταστροφή που αντιμετωπίζει η Τουρκία (και η Συρία βεβαίως). Θυμίζοντας σε πολλούς το 1999 και την τότε προσέγγιση των δύο κρατών, με όχημα τη διπλωματία των σεισμών. Η αλληλεγγύη του ελληνικού κράτους αλλά και των πολιτών (η οποία συνεχίζεται) προφανώς και αλλάζει τα δεδομένα. Άλλωστε αυτό το προκάλεσε και η ίδια η καταστροφή.
Η δαιμονοποίηση της Ελλάδας για εσωτερική πολιτική κατανάλωση δεν θα είναι βάσιμη (για ένα διάστημα έστω). Αλλά και η Τουρκική ηγεσία πλέον έχει να διαχειριστεί μια άλλη, πολύ επώδυνη και εξαιρετικά δύσκολη, κρίση. Κρίση ανθρωπιστική, αλλά και οικονομική και πολιτική.
Στο άμεσο μέλλον λοιπόν μπορεί να ελπίζει η Ελλάδα σε μία αποσυμφόρηση της έντασης. Το τι θα γίνει όμως σε βάθος χρόνου δεν είναι ορατό. Εξαρτάται και από εξωγενείς παράγοντες, για παράδειγμα από το ρόλο που θα επιδιώξουν να παίξουν η ΕΕ και οι ΗΠΑ, αλλά και από τις κινήσεις που θα γίνουν εγχωρίως. Γιατί, πέρα από την - προφανώς απαραίτητη - έμπρακτη στήριξη (υλική αλλά και πολιτική), απαιτείται και ένας πιο μεσοπρόθεσμος και μακροπρόθεσμος σχεδιασμός. Απαιτείται πολύ προσεκτική διαμόρφωση των κινήσεων που θα γίνουν και στις διμερείς επαφές των επόμενων εβδομάδων και μηνών, αλλά και για το διαμεσολαβητικό ρόλο που μπορεί να αναλάβει η Ελλάδα στην παροχή βοήθειας από την ΕΕ. Και κυρίως στο πώς θα μετέχει η ελληνική διπλωματία στην νέα ισορροπία που πιθανόν να ξεδιπλωθεί στην ευρύτερη περιοχή (με κεντρικό άξονα την ενέργεια). Μιλάμε για κινήσεις που θα κληθούν πιθανόν να διαχειριστούν οι νέες κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Τουρκία που θα προκύψουν μετά από τις εκλογές...