«Στην ηλικία των 6 ετών δεν καταλαβαίνεις ότι αυτό που κάποιος κάνει επάνω σου είναι λάθος. Ξέρεις μόνο πως δεν σου αρέσει αυτό που συμβαίνει, αλλά δεν ξέρεις πως αυτό είναι κακοποίηση», θυμάται η Ελευθερία Σοφρά μιλώντας στο insider.gr, καθώς κοιτάει προς τα πίσω, τα πρώτα της βήματα στον αθλητισμό.
H Ρία, όπως συστήνεται, είναι πρώην πρωταθλήτρια της ενόργανης γυμναστικής με πορεία στην εθνική ομάδα. Είναι μία από τις 22 πρώην αθλήτριες και αθλητές, που υπογράφουν την επιστολή καταγγελίας η οποία πρόσφατα εστάλη προς την πολιτική και αθλητική ηγεσία της χώρας, ρίχνοντας φως στις συνθήκες σκληρής κακοποίησης που υφίστανται για δεκαετίες, κορίτσια και αγόρια, στα ταπί της ενόργανης γυμναστικής.
Ανεξάντλητη σωματική βία για «ψύλλου πήδημα» κι ως πάγιο μέσο «εκγύμνασης» και «πειθάρχησης», ταπεινώσεις κι εξευτελισμοί, προσβολές, ακραίος υποσιτισμός, εξαναγκασμός σε τραυματισμούς, ακόμα και σεξουαλικές παρενοχλήσεις σε παιδιά 5-6 ετών, συμπεριλαμβάνονται στην καταγγελία των 22. Συνθέτουν μία ζοφερή πραγματικότητα που πόρρω απέχει από τον ευγενή χαρακτήρα του αθλήματος. Όλα αυτά στο όνομα ενός κάλπικου «πρωταθλητισμού» που ουδεμία σχέση έχει με τις αξίες που αυτός πρεσβεύει.
«Μας κατηγορούν ότι με την καταγγελία μας κάνουμε ζημιά στην ενόργανη. Όταν όμως τουλάχιστον τα 15 από τα 20 κορίτσια που ήμασταν στην εθνική ομάδα είχαμε δυνατότητες για μεγάλες διακρίσεις, και όλα αυτά έφυγαν γιατί δεν άντεξαν άλλο το ξύλο, τις προσβολές και την κακοποίηση, αυτά που καταγγέλλουμε είναι αυτά που πραγματικά βλάπτουν το άθλημα».
Η πρώτη επαφή με την ενόργανη
«Ήμουν κλασικά το παιδί που έτρεχε, πήδαγε, σκαρφάλωνε παντού. Η μητέρα μου για να μπορέσω να διοχετεύσω όλη αυτή την ενέργεια, σκέφτηκε να με βάλει σε κάποιο άθλημα», εξηγεί η Ρία, για το πως μπήκε στον κόσμο του αθλητισμού.
«Αρχικά, στην ηλικία των 3, πήγα κολύμβηση, αλλά δεν μου άρεσε και δεν έκατσα πάρα πολύ. Στη συνέχεια η μητέρα μου με πήγε σε κάποιο δημοτικό γυμναστήριο, που πήγαιναν μαζικά τα παιδιά για ενόργανη, ρυθμική κλπ. Εκεί, βάσει δυνατοτήτων και προοπτικής, επιλέχθηκα και πέρασα στην αγωνιστική ομάδα της ενόργανης».
Η Ρία σύντομα διακρίθηκε για το ταλέντο της και έγινε διεθνής αθλήτρια. Ωστόσο, ο κοινός παρονομαστής σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο ήταν ένας: η βία. Η άσχημη πλευρά του πράγματος δεν άργησε να φανεί.
«Κατευθείαν, με το που πέρασα από το μαζικό στο αγωνιστικό επίπεδο, είδα αυτό που συνέβαινε. Κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί για το πόσο ξύλο μιλάμε, τα ουρλιαχτά και οι βρισιές, τα τραβήγματα, ήταν καθημερινό φαινόμενο, ήταν η βασική μέθοδος. Αν αναλογιστείς πως οι 22 έχουμε προσωπικές εμπειρίες με διαφορετικούς προπονητές, καταλαβαίνεις πως αυτός είναι ο κανόνας κι όσοι δεν ασκούσαν βία ήταν οι εξαιρέσεις».
Η καταπίεση έπαιρνε πολλές μορφές, όπως θυμάται: «Έχω εξαναγκαστεί να αγωνιστώ με σπασμένο πόδι. Το χέρι μου πλέον δεν στρίβει, γιατί μετά από τραυματισμό δεν μου επετράπη να κάνω φυσιοθεραπείες».
Αλλά πως γίνονταν όλα αυτά ανεκτά μέσα στον ίδιο τον χώρο της ενόργανης;
«Σε συλλογικό επίπεδο, που δεν είναι τόσο ενεργός ο ρόλος των διοικήσεων, κάποιοι γνωρίζουν τι συμβαίνει αλλά μένει μεταξύ τους, δεν μιλάει κανείς. Υπάρχει αυτό που λέμε ομερτά. Όσο πας προς ανώτερα επίπεδα του αθλήματος, μπορούμε να μιλήσουμε για συγκάλυψη από τις διοικήσεις».
«Γκρεμίστηκαν όλα τα όνειρα μου ως αθλήτρια»
Η Ρία άντεξε έως τα 16,5 της χρόνια, αφού πρώτα είχε περάσει σχεδόν όλη την παιδική της ηλικία μέσα «στην πίεση και στον φόβο» όπως ανακαλεί. Πέρασαν χρόνια για να συνειδητοποιήσει πόσο πολύ της λείπει το ίδιο το άθλημα, καθώς, όσο το ζούσε, δεν μπορούσε να απολαύσει καμία στιγμή του.
«Μου στοίχισε πάρα πολύ. Ήταν η δυσκολότερη απόφαση που έχω πάρει στη ζωή μου. Τα όνειρα που κάνεις ως αθλητής, γκρεμίζονται όλα. Όμως είχα φτάσει σε ένα σημείο που δεν άντεχα άλλο, ήταν τέτοια η αγανάκτηση μου που πλέον δεν με ένοιαζε κανένα κόστος. Ήθελα απλά να σταματήσω».
Οι γονείς της, δεν ήταν σε θέση να γνωρίζουν την έκταση του προβλήματος και να την αποσύρουν πιο νωρίς. Το καθεστώς φόβου στο οποίο ζούσαν οι αθλήτριες, δεν επέτρεπε να λένε στους γονείς τι συμβαίνει. Στο μοναδικό περιστατικό το οποίο η Ρία μοιράστηκε με τους γονείς της, η μητέρα της μετέβη στο γυμναστήριο και «έγινε χαμός», μας λέει. Η επόμενη επίθεση στο μικρό κορίτσι συνοδεύτηκε από την ειρωνική και τιμωρητική προτροπή: «Άντε τώρα να το ξαναπείς στη μαμά σου».
«Δεν ξέρανε ακριβώς τι περνούσα γιατί δεν μιλούσα. Είχα πει 2-3 φορές ότι θέλω να σταματήσω, αλλά δεν με άφηναν, γιατί θεωρούσαν πως είναι κρίμα μετά από τόσα χρόνια ενώ είμαι τόσο καλή αθλήτρια κι ετοιμάζομαι για την ολυμπιάδα, να τα παρατήσω. Δεν γνώριζαν ποιο ήταν το πρόβλημα, νόμιζαν πως απλά ήθελα να εγκαταλείψω. Έτσι, όταν έφυγαν για διακοπές τον Σεπτέμβρη, απλά δεν ξαναπήγα στο γυμναστήριο. Στην ουσία, όλο αυτό έγινε κρυφά γιατί δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς».
Είναι συχνό φαινόμενο σε περιπτώσεις κακοποίησης, ιδιαίτερα όταν συμβαίνει σε μικρές ηλικίες, το θύμα να εσωτερικεύει το γεγονός, μαζί με ένα βαρύ φορτίο ντροπής κι ενοχών. Η Ρία, δεν ξαναμίλησε ποτέ γι’ αυτή την σκληρή εμπειρία τόσων ετών, ούτε σε συναθλητές, ούτε σε δικούς της ανθρώπους, μέχρι σήμερα, σχεδόν 20 χρόνια μετά.
Το «απόστημα» βγαίνει στην επιφάνεια
«Δημιουργήθηκε μια ομάδα στο Facebook από παλιούς αθλητές κι αθλήτριες και κάποιος με προσέθεσε. Κάποιους τους γνώριζα, κάποιους όχι. Αρχικά, δεν ήταν στόχος μας να καταλήξουμε κάπου, και απλά αναπαρήγαμε κάποια άρθρα. Στη συνέχεια αρχίσαμε να μοιραζόμαστε πράγματα για το τι έχουμε περάσει και το τι έχει συμβεί, κι έτσι σιγά σιγά γεννήθηκε η ιδέα να ενωθούμε σε αυτό όλοι μαζί».
Η Ρία Σοφρά ξεκαθαρίζει πως τίποτα δεν θα ήταν εφικτό αν δεν είχε προηγηθεί η υπόθεση της Σοφίας Μπεκατώρου στον χώρο της ιστιοπλοΐας, και το «τσουνάμι» καταγγελιών που ξεσήκωσε. Ήταν το έναυσμα αλλά και ο λόγος που έγινε σαφές πως οι πολλαπλές μορφές βίας και κακοποίησης, που υφίστανται κυρίως οι γυναίκες, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο άθλημα, ή ακόμα και τον αθλητισμό ευρύτερα, αλλά ολόκληρη την κοινωνία. Που βρίσκεται όμως από νομικής πλευράς η υπόθεση της ενόργανης;
«Έχει σταλεί η ομαδική επιστολή μας στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στον πρωθυπουργό, στον υφυπουργό Αθλητισμού, στην Ελληνική Γυμναστική Ομοσπονδία. Μετά από αυτό, ο κάθε αθλητής έκανε την δική του προσωπική επιστολή όπου αναφέρεται αναλυτικά και επώνυμα σε πρόσωπα και πράγματα. Γνωρίζουμε ότι έχει παρέμβει εισαγγελέας. Αναμένουμε κάποια στιγμή να μας καλέσει για κατάθεση, όμως δεν έχουμε κανένα νεότερο για το πότε θα συμβεί αυτό. Προσωπικά, όταν με καλέσει, δεν φοβάμαι τίποτα και κανέναν και θα πω τα πράγματα με το όνομα τους, αν και, ελλείψει πειστηρίων, καθώς μιλάμε για προσωπικά βιώματα, δεν ξέρω αν τελικά θα πάρει την τροπή που πρέπει να πάρει το θέμα».
«Να μιλάτε, να μην το κρατάτε μέσα σας»
«Εμείς, όταν συνέβαινε όλο αυτό, ήμασταν πάρα πολύ μικρά, και θεωρούσαμε ότι όλο αυτό είναι φυσιολογικό. Νομίζαμε ότι έτσι είναι ο πρωταθλητισμός. Γι’ αυτό και δεν μιλούσαμε στους γονείς για το τι περνάμε», εξηγεί.
«Αλλά και όσον αφορά σε μεγαλύτερες ηλικίες, πολύς κόσμος ο οποίος υφίσταται τέτοιες καταστάσεις φοβάται και ντρέπεται να το πει. Αυτό θεωρώ πως είναι λάθος και πρέπει να ξεπεραστεί. Πιστεύω πως επιτόπου πρέπει να το καταγγείλουν, να το πούνε κάπου και να μην το αφήνουν μέσα τους να διαιωνίζεται».
Τι μήνυμα όμως θα ήθελε να περάσει η Ρία, όσον αφορά τον χώρο του αθλητισμού;
«Εμείς περάσαμε αυτά που περάσαμε, όμως ακούω τον κόσμο να λέει πως αυτό είναι ο πρωταθλητισμός και άρα γιατί να πάνε τα παιδιά τους σε ένα τέτοιο χώρο. Αυτό που θέλω να πω είναι πως δεν είναι έτσι ο πρωταθλητισμός. Όποιο παιδί έχει ταλέντο και αξίζει να διακριθεί πρέπει να ασχοληθεί, διότι το μόνο που προσφέρει ο πρωταθλητισμός είναι καλά στοιχεία, πειθαρχία, σοβαρότητα, να θέτεις στόχους. Είναι σκληρός και απαιτεί θυσίες, όμως δίνει πάρα πολλά εφόδια για την ζωή, και δεν ορίζει το τι είναι ο πρωταθλητισμός η απάνθρωπη συμπεριφορά κάποιων που δεν θα έπρεπε να έχουν θέση μέσα στο άθλημα».
Η Ρία Σοφρά, καταλήγοντας, μας λέει πως ό,τι έχει πετύχει στην ζωή της, το έχει καταφέρει λόγω του πρωταθλητισμού, κι επειδή έμαθε να ζει με πειθαρχία. Άλλωστε, αν και εγκατέλειψε άδοξα τον χώρο της ενόργανης γυμναστικής στα 16,5 χρόνια της, δεν έπαψε ποτέ να αθλείται σε υψηλούς ρυθμούς, ως επαγγελματίας του χώρου. Είναι personal trainer και ιδιοκτήτρια του δικού της γυμναστηρίου στην περιοχή της Καλλιθέας, του Riaction, ενώ η μεγάλη της αγάπη είναι πλέον το sky-diving.
«Είναι πολλά τα είδη του sky-diving. Εγώ επέλεξα να κάνω free-style. Ουσιαστικά, τις ασκήσεις της ενόργανης που κάναμε στο ταπί, τις κάνω τώρα στον αέρα. Είναι το απόλυτο αίσθημα ελευθερίας»…