O Πρώτος Πόλεμος του Οπίου (1839 - 1842) έληξε επίσημα το 1997 με την αποχώρηση των Βρετανών από το Χονγκ Κονγκ και την επιστροφή του στην Κίνα. Όπως αναφέρει ο Γιαν Κάλμπεργκ σε ανάλυση του στο think tank του CEPA, o Δεύτερος Πόλεμος του Οπίου (1856- 1860) είναι ακόμη σε εξέλιξη, αφού η Ρωσική Ομοσπονδία συνεχίζει να καταλαμβάνει την περιοχή Αμούρ και την Εξωτερική Μαντζουρία. Αυτή η χερσαία περιοχή αποσπάστηκε από την Κίνα το 1860, κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Πολέμου του Οπίου, υπό την απειλή της Μόσχας να πυρπολήσει το Πεκίνο.
Σίγουρα δεν σκέφτεται κανείς αυτές τις μέρες, να επιστρέψει το Βλαδιβοστόκ στην Κίνα;
Ποια εδάφη διεκδικεί η Ρωσία
Καταρχάς, πρέπει καταλάβουμε τα όρια των επεκτατικών διεκδικήσεων της Ρωσίας σε εδάφη που δεν κατέχει επί του παρόντος. Το Κρεμλίνο διεκδικεί οποιοδήποτε έδαφος που ήταν ρωσικό έδαφος ή υπό ρωσική διοίκηση τα τελευταία 800-900 χρόνια ή έχει ρωσόφωνο πληθυσμό.
Αυτές οι αξιώσεις περιλαμβάνουν την Αλάσκα, την Ουκρανία, τη Φινλανδία, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία και τη Μολδαβία. Η Ρωσία βλέπει επίσης οποιαδήποτε χώρα που ήταν μέρος της αποσυντεθειμένης Σοβιετικής Ένωσης ως μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, η οποία πρέπει τουλάχιστον να αποδεχθεί την εξουσία της Ρωσίας, διαφορετικά κινδυνεύει να επαναφερθεί «στο μαντρί» ανά πάσα στιγμή.
Ο Πούτιν έχει μιλήσει για χρόνια για τη ρωσική ειρήνη (το Russkiy Mir), ως την φυσική τελική εξέλιξη του ρωσικού κράτους. Η έννοια είναι καθαρή σοβιετική ιδεολογία. Το mir ήταν η ευτυχισμένη κατάσταση της παγκόσμιας αρμονίας, που επιτεύχθηκε όταν οι Σοβιετικοί είχαν εξαλείψει όλα τα εμπόδια στην πορεία προς τον σοσιαλισμό.
Ο Πούτιν ανέλυσε περαιτέρω αυτήν την ιδέα, στο Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης στις 17 Ιουνίου, όταν ρώτησε: «Τι είναι η Σοβιετική Ένωση; Είναι η ιστορική Ρωσία». Στη συνέχεια προσπάθησε να καθησυχάσει τους ανήσυχους γείτονες ότι ήταν απίθανο να δεχθούν ρωσική εισβολή, (εκτός αν ακολουθούσαν τον ουκρανικό δρόμο).
Το πρόβλημα με τις παλιές εδαφικές αξιώσεις εναντίον άλλων, είναι ότι είναι εξίσου πιθανό και άλλοι να έχουν αξιώσεις εναντίον σας. Έτσι, η Ρωσία έχει απέναντι μια πιθανή διεκδίκηση από πλευράς της Φινλανδίας μετά την απώλεια της Καρελίας, του Βίμποργκ και του Πετσάμο (σ.σ. αποσπάστηκε από τη Φινλανδία το 1940 με τη συνθήκη της Μόσχας) και από άλλες χώρες όπως η Γεωργία. Όπως όμως έχουν τα πράγματα, οι αλυτρωτιστές φιμώνονται, λόγω της διαφοράς ισχύος μεταξύ της Ρωσίας και των μικρών χωρών.
Η Κίνα και το Βλαδιβοστόκ
Αυτό όμως δεν ισχύει για την Κίνα. Οι αξιώσεις της για την ρωσική Άπω Ανατολή βασίζονται σε γεγονότα και είναι αδιαμφισβήτητες. Οι κινεζικοί χάρτες του 13ου αιώνα δείχνουν την περιοχή γύρω από το Βλαδιβοστόκ ως Yongmingcheng, και μέχρι σήμερα το ίδιο το λιμάνι εξακολουθεί να ονομάζεται Hǎishēnwǎi, παράλληλα με το ρωσικό αυτοκρατορικό όνομα Βλαδιβοστόκ. Από την κινεζική (ή και την κορεατική) σκοπιά, το όνομα Βλαδιβοστόκ πρέπει να είναι τόσο «φυσιολογικό» όσο το Σάλσμπερι, όπως ήταν παλαιότερα γνωστή η πρωτεύουσα της Ζιμπάμπουε την εποχή της αποικιοκρατίας.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο δημόσιος λόγος για την αποαποικιοποίηση, αποφεύγει συστηματικά οποιαδήποτε αναφορά στη συνεχιζόμενη αποικιακή κατοχή της Ρωσίας. Ίσως είναι καιρός αυτό να αλλάξει.
Μόλις αυτό κατανοηθεί, ο επιλεκτικός ιμπεριαλισμός του Πούτιν γίνεται ολοφάνερος. Οι συνθήκες και οι συμφωνίες υποτάσσονται στην ερμηνεία της ιστορίας από το Κρεμλίνο ή στη ρωσική στρατιωτική ισχύ.
Οι κινεζικές (και κορεατικές) διεκδικήσεις επί της ρωσικής Άπω Ανατολής είναι σημαντικές. Υπήρχε ένας σημαντικός κινεζικός πληθυσμός στη ρωσική Άπω Ανατολή πριν από τη μαζική απέλαση του στην Κίνα που διενεργήθηκε από τους Σοβιετικούς. Η εθνοκάθαρση της Άπω Ανατολής κορυφώθηκε τη δεκαετία του 1930. Πριν από τη ρωσική επανάσταση, οι Κινέζοι αποτελούσαν το 41% του εγγεγραμμένου εργατικού δυναμικού στις τότε περιφέρειες Αμούρ και Πριμόρσκ. Ο πραγματικός αριθμός ήταν πιθανώς υψηλότερος, καθώς πολλοί Κινέζοι έκαναν εποχική διασυνοριακή εργασία ως μεροκάματα. Οι Ρώσοι ήταν πιθανότατα η μειονότητα, κάτι που ώθησε τον Στάλιν, όπως πάντα, να επιλέξει την απάνθρωπη πολιτική της μαζικής απέλασης για να εγγυηθεί τη ρωσική υπεροχή.
Τι κάνει η σύγχρονη Κίνα για αυτό; Προς το παρόν τίποτα, καθώς είναι ικανοποιημένη με τη συμμαχία με μια χώρα «συνάδελφο» στο ρόλο του παγκόσμιου ταραξία, σε έναν άξονα που τροφοδοτείται από τη δυσαρέσκεια για τη συνεχιζόμενη κυριαρχία των ΗΠΑ και των συμμαχικών της δημοκρατιών. Παρά την τεράστια ανισορροπία μεταξύ των δύο (ο κινεζικός εθνικός πλούτος είναι 5,5 φορές μεγαλύτερος από αυτόν της Ρωσίας), το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) παίρνει φθηνό πετρέλαιο και φυσικό αέριο από το καθεστώς του Πούτιν και βοηθά στη στήριξη μιας μεγάλης, αν και αποτυχημένης, απολυταρχίας.
Το πραγματικό στρατηγικό πλεονέκτημα για την Κίνα, είναι η συνεχής επιδείνωση της οικονομίας και των ικανοτήτων της Ρωσίας (για παράδειγμα, έχασε περισσότερα από 170.000 προσωπικό από τον τομέα της πληροφορικής, μετά την φυγή από τη χώρα ύστερα από την εισβολή στην Ουκρανία). Επίσης, ο πληθυσμός της Ρωσίας, το 2020 είδε τη μεγαλύτερη καταγεγραμμένη πτώση του σε καιρό ειρήνης, μετά από τους τεράστιους αριθμούς των θανάτων από πανδημία. Ρώσοι αξιωματούχοι έχουν προειδοποιήσει ότι η χώρα μπορεί να χάσει άλλα 12 εκατομμύρια από τα 145 εκατομμύρια του πληθυσμού της μέχρι το 2035.
Η Ρωσία βρίσκεται σε αποσύνθεση, δίνοντας στην Κίνα μια τεράστια γκάμα επιλογών με τη γείτονά της που παρακμάζει. Εάν επιμείνουν οι τρέχουσες τάσεις, η Κίνα μπορεί εύλογα να αναμένει ότι τα παλιά της εδάφη μια μέρα θα πέσουν στην αγκαλιά της.
Το ΚΚΚ έχει «μνήμη ελέφαντα», όπως έχει καταστήσει σαφές όλα αυτά τα χρόνια, με επιθέσεις που στόχευαν την Ιαπωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο και τον ρόλο τους στην κινεζική ιστορία. Το Πεκίνο θα αφήσει τη Μόσχα εκτός αυτής της πρακτικής; Αυτό φαίνεται δύσκολο να το πιστέψει κανείς.
Αλλά η Κίνα μπορεί να ελπίζει ότι θα αποαποικιοποιήσει την Άπω Ανατολή, απλώς συνεχίζοντας την τρέχουσα μακροπρόθεσμη στρατηγική της πορεία. Μια τέτοια πρακτική δεν υπονομεύει την πρόσβαση στους ρωσικούς πόρους, επειδή το Κρεμλίνο βασίζεται ολοένα και περισσότερο στην καλή θέληση του γιγαντιαίου γείτονά του για να στηρίξει την ρωσική οικονομία.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο χρόνος λειτουργεί υπέρ του Πεκίνου.
Ο κινεζικός πληθυσμός είναι 10 φορές μεγαλύτερος από αυτόν της Ρωσίας, ωστόσο κάθε Ρώσος έχει 17,5 φορές περισσότερη γη κατά κεφαλήν από τον Κινέζο ομόλογό του. Κινέζοι αγρότες εργάζονται ήδη σε ρωσικό έδαφος στην Άπω Ανατολή και οι κινεζικές επιχειρήσεις έχουν ισχυρή παρουσία στην περιοχή.
Οι Κινέζοι ηγέτες μπορεί κάλλιστα να έχουν καλύτερη αντίληψη της ρωσικής παρακμής, σε σχέση με τους δυτικούς ομολόγους τους. Η Ρωσία δεν είναι υπερδύναμη, αλλά αντιμετωπίζεται ως υπερδύναμη. Υπάρχει λόγος για τον οποίο η Ρωσία απειλεί συνεχώς με τη χρήση πυρηνικών όπλων. Η χώρα είναι ένας οικονομικός «νάνος» σε σύγκριση με το γεωγραφικό της μέγεθος.
Το ρωσικό ΑΕΠ είναι, για παράδειγμα, μόνο εννέα φορές μεγαλύτερο από τα έσοδα της αμερικανικής εταιρείας λιανικών πωλήσεων Costco. Η οικονομική δύναμη της Ρωσίας είναι περιορισμένη. Οι πωλήσεις φυσικών πόρων παράγουν ταμειακές ροές που μπορούν να διανεμηθούν για να διατηρήσουν τον ρωσικό λαό ήρεμο και τις ελίτ χαρούμενες, αλλά όχι για πολλά άλλα πράγματα. Σχεδόν κανείς εκτός Ρωσίας δεν επιδιώκει να αγοράσει ρωσικά αυτοκίνητα, οικιακές συσκευές ή τηλεοράσεις.
Μπερδεύει τη λογική το ότι η Κίνα αντιμετωπίζει τη Ρωσία ως υπερδύναμη και ισότιμη, όταν η Ρωσία αποτελεί το 1/10 της κινεζικής οικονομίας, εκτός αν η ίδια η Κίνα έχει πέσει θύμα της ρωσικής προπαγάνδας και των απειλών της Μόσχας.
Ο Σουν Γιατ-Σεν, ο εθνικιστής «πατέρας» της σύγχρονης Κίνας, πίεσε για την αποαποικιοποίηση της ρωσικής Άπω Ανατολής και την επανεγκατάσταση των Κινέζων Χαν και Μαντσού στα προγονικά τους εδάφη, έως ότου η Κινεζική Επανάσταση σταμάτησε αυτή την συζήτηση. Αλλά ακόμη και σήμερα, οι Κινέζοι δυσανασχετούν όταν τους θυμίζουν το παρελθόν, όπως έγινε πρόσφατα με σχετικό tweet της ρωσικής πρεσβείας στο Πεκίνο, που έκανε αναφορά στη συνθήκη του 1860 και το Βλαδιβοστόκ.
Θα σκληρύνει η Κίνα τη στάση της έναντι της Ρωσίας και θα αυξήσει τις απαιτήσεις της, τώρα που η ρωσική Άπω Ανατολή έχει έλλειμμα στρατιωτικών μονάδων (έχουν αποσταλεί στην Ουκρανία), ενώ το Κρεμλίνο έχει γίνει διεθνής παρίας και η οικονομία της Ρωσίας στενάζει υπό το βάρος των δυτικών κυρώσεων; Πιθανώς όχι.
Προς το παρόν, το Βλαδιβοστόκ μπορεί να συνεχίσει να τελεί υπό από τη ρωσική σημαία, με τη βέβαιη γνώση όμως ότι μια μέρα είναι περισσότερο από πιθανό να γίνει εκ νέου Hǎishēnwǎi. Δηλαδή να γίνει ξανά κινέζικη πόλη.
Επιμέλεια Τέρρυ Μαυρίδης