Για πρώτη φορά η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ και έγινε η χώρα με τις περισσότερες πιο δημοφιλείς επιστημονικές δημοσιεύσεις στον κόσμο, δηλαδή αυτές που έχουν τον μεγαλύτερο αριθμό ετεροαναφορών από άλλους επιστήμονες.
Το γεγονός αυτό αποτελεί βάσιμη ένδειξη ότι η πολυπληθής Κίνα δεν παράγει μόνο πολλές ερευνητικές εργασίες, αλλά και υψηλής ποιότητας πλέον. Το 2016 η Κίνα είχε περάσει για πρώτη φορά τις ΗΠΑ και είχε γίνει η Νο 1 χώρα σε αριθμό επιστημονικών δημοσιεύσεων.
Η νέα έκθεση από το Εθνικό Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστήμης και Τεχνολογίας (NISTEP) της Ιαπωνίας αξιολόγησε το κορυφαίο 1% των επιστημονικών δημοσιεύσεων από άποψη ετεροαναφορών (citations). Αν μια δημοσίευση ήταν διεθνής, είχε δηλαδή συγγραφείς από πολλές χώρες, όπως συνηθίζεται πια, κάθε χώρα «πιστώθηκε» ανάλογα (π.χ. αν σε μια μελέτη συμμετείχαν ένα γαλλικό και τρία σουηδικά επιστημονικά ιδρύματα, η Γαλλία «πιστώθηκε» με 25% και η Σουηδία με 75%).
Έτσι, κατά την τριετία 2018-2020 στην Κίνα αναλογούσε το 27,2% των συνολικών κορυφαίων επιστημονικών δημοσιεύσεων με τις περισσότερες αναφορές από τρίτους, άρα με τη μεγαλύτερη απήχηση παγκοσμίως, έναντι 24,9% των ΗΠΑ και 5,5% της Βρετανίας. Πριν δύο δεκαετίες η Κίνα βρισκόταν μόλις στην 13η θέση στη σχετική κατάταξη, αλλά έκτοτε η επιστημονική παραγωγή της έχει γίνει ολοένα πιο φιλόδοξη και διεθνώς προβεβλημένη.
Με βάση άλλα πάντως κριτήρια που μετρούν διαφορετικά την απήχηση των επιστημονικών δημοσιεύσεων, σύμφωνα με το περιοδικό «Science», οι ΗΠΑ εξακολουθούν να προηγούνται ελαφρά. Μελέτη π.χ. του Εθνικού Ιδρύματος Επιστημών των ΗΠΑ, η οποία μετρά το μερίδιο των δημοσιεύσεων κάθε χώρας που έχει υψηλή απήχηση (άσχετα με το πόσες συνολικά δημοσιεύσεις σε αριθμό έχει κάθε χώρα), φέρει τις ΗΠΑ πάνω από την Κίνα, αλλά και τη Βρετανία πάνω και από τις δύο υπερδυνάμεις.
Από την άλλη, οι ΗΠΑ συνεχίζουν να προηγούνται της Κίνας σε άλλους επιστημονικούς δείκτες όπως το ύψος των δαπανών για έρευνα και ο αριθμός των διδακτορικών. Με τη σειρά της όμως η Κίνα προηγείται πια σε αριθμό ευρεσιτεχνιών (πατέντες).
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ