Το «πράσινο φως» ώστε να λάβει η χώρα μας τα μέτρα ελάφρυνσης χρέους συνολικού ύψους 748 εκατ. ευρώ από το Eurogroup του Ιουνίου δίνουν οι θεσμοί με την έκθεση της έκτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας που έδωσε σήμερα, Τετάρτη, η Κομισιόν στη δημοσιότητα στη Βρυξέλλες.
Η Κομισιόν αναφέρει στην έκθεση πως λαμβάνοντας υπόψη τις εξαιρετικές περιστάσεις που θέτει το ξέσπασμα του κορονοϊού, η Ελλάδα έχει προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για να επιτύχει τις συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις που είχαν τεθεί στο πλαίσιο της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας.
Στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τονίζεται πως με βάση τις Εαρινές Προβλέψεις της Κομισιόν το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας προβλέπεται να μειωθεί κατά περίπου 10% το 2020 και να ανακάμψει αρκετά έντονα το 2021.
«Οι προβλέψεις υπόκεινται σε υψηλό βαθμό αβεβαιότητας. Εξαρτώνται από τη σταδιακή άρση των μέτρων εγκλεισμού από τα μέσα Μαΐου», αναφέρεται στην έκθεση και τονίζεται πως οι υπηρεσίες τουρισμού και ναυτιλίας - δύο πολύ σημαντικοί τομείς για την οικονομία της Ελλάδας - αναμένεται να πληγούν ιδιαίτερα από την κρίση.
Σε σχέση με τα δημοσιονομικά μεγέθη η αναθεωρημένη πρόβλεψη των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων αναμένει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 θα μετατραπεί σε πρωτογενές έλλειμμα το 2020, πριν επιστρέψει σε πλεόνασμα το 2021.
«Η αβεβαιότητα είναι εξαιρετικά υψηλή. Κατά τη σύνταξη αυτής της έκθεσης, ήταν διαθέσιμα μόνο πολύ προκαταρκτικά στοιχεία για να επιβεβαιωθεί το μέγεθος και η σοβαρότητα της οικονομικής και δημοσιονομικής επίπτωσης», σημειώνεται στην έκθεση και προστίθεται πως ο τελικός «λογαριασμός» θα γίνει το φθινόπωρο.
Σε σχέση με τη φορολογική πολιτική η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπογραμμίζει πως λόγω του κορονοϊού οι ελληνικές αρχές δεν μπόρεσαν να ολοκληρώσουν την τρέχουσα εθνική διαδικασία αποτίμησης του φόρου ακίνητης περιουσίας, και η μεταρρύθμιση αναβλήθηκε έως το 2021. Όπως αναφέρουν, αυτό θα έχει μια μικρή δημοσιονομική επίπτωση που αυξάνει το έλλειμμα περίπου 150 εκατ. ευρώ.
«Οι αρχές έχουν δεσμευτεί να επαναπρογραμματίσουν την άσκηση έως το φθινόπωρο με στόχο την ευθυγράμμιση των αντικειμενικών αξιών με τις τιμές της αγοράς έως τον Ιανουάριο του 2021», τονίζεται στην έκθεση.
Αναφορικά με τις ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους της Ελλάδας η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει πως θα είναι χαμηλές τα επόμενα χρόνια. Υπογραμμίζεται δε πως από την έναρξη της πανδημίας, η Ελλάδα έχει εκδώσει επιτυχώς τόσο έντοκα γραμμάτια όσο και μακροπρόθεσμα ομόλογα, επιδεικνύοντας συνεχή πρόσβαση στις αγορές.
«Το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της Ελλάδας το 2020 και το 2021 είναι χαμηλό και ως επί το πλείστον αντικατοπτρίζει την αναχρηματοδότηση βραχυπρόθεσμων ομολόγων», σημειώνεται στην έκθεση και προστίθεται πως τα σημαντικά ταμειακά αποθέματα παρέχουν προστασία για την απορρόφηση αναταραχών στη ρευστότητα.
Στη βάση αυτή η Επιτροπή θεωρεί πως ο κύριος κίνδυνος για το χρέος θα ήταν μια εκτεταμένη οικονομική ακινησία που θα διαρκούσε μετά τον Μάιο, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση θα απαιτεί πρόσθετη χρήση του ταμειακού αποθέματος ασφαλείας κατά τους πρώτους καλοκαιρινούς μήνες.
Για το τραπεζικό σύστημα η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφέρει πως αν και ο ρυθμός μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων επιταχύνθηκε το 2019, το μερίδιό τους παρέμεινε υψηλό και το απόθεμά τους έφτασε στα 68,5 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019 (40,6% των συνολικών δανείων), μειωμένα κατά 13,3 δισ. ευρώ σε σχέση με ένα χρόνο πριν.
«Η κρίση επηρεάζει τις στρατηγικές μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών, οι οποίες θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Η εφαρμογή του προγράμματος «Ηρακλής» αναβάλλεται προσωρινά, αν και μία συναλλαγή τιτλοποίησης βρίσκεται στο στάδιο της ολοκλήρωσης. Οι προγραμματισμένες πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι επίσης σε αναμονή», αναφέρεται στην έκθεση.
Στο σημείο αυτό οι θεσμοί σημειώνουν πως λαμβάνοντας υπόψη τον αναμενόμενο αρνητικό αντίκτυπο της επιδημίας του κορονοϊού στη δευτερογενή αγορά μη εξυπηρετούμενων δανείων, υπάρχει ακόμη μεγαλύτερη πίεση για την επιτυχή αναδιάρθρωσή των τραπεζών μέσω εσωτερικών διαδικασιών, προκειμένου να διατηρηθεί η τάση βελτίωσης στην ποιότητα του ενεργητικού τους.
Τέλος, σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής η πανδημία του κορονοϊού επηρέασε το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων του ΤΑΙΠΕΔ και οδήγησε σε προσαρμογές ή και αλλαγή των προτεραιοτήτων. Έτσι, σημειώνεται πως οι διαδικασίες που σχετίζονται με τα Ελληνικά Πετρέλαια, το Διεθνές Αεροδρόμιο Αθηνών, τη ΔΕΠΑ Υποδομών, την Εγνατία, και τα περιφερειακά λιμάνια θα καθυστερήσουν.