Της Δήμητρας Καδδά
Την εκτίμηση πως το μεγάλο ρίσκο του 2021, πέρα από την υγειονομική κρίση, είναι το πώς θα γίνει η επαναφορά των εσόδων μετέφερε το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. Επίσης εκτίμησε πως δεν είναι ασύμβατη με την κουλτούρα πληρωμών μία διευκόλυνση στην πληρωμή των οφειλών μετά το τέλος της πανδημίας, ενώ έδωσε έμφαση στο ρεκόρ ύφεσης κατά το 3ο τρίμηνο που κατεγράφη στην Ελλάδα. Απεύθυνε επίσης σύσταση συναίνεσης για εκκίνηση μεταρρυθμίσεων από αυτές που έχουν τις περισσότερες πιθανότητες συναίνεσης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.
Αναλυτικά, στην έκθεση για το τρίτο τρίμηνο του 2020 που παρουσίασε ο επικεφαλής του Φραγκίσκος Κουτεντάκης, καταγράφεται στα στοιχεία Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου μία απόκλιση στα Φορολογικά Έσοδα κατά 5,2 δισ. ευρώ (από τα 36,238 δισ. ευρώ το 2019 στα 30,988 δισ. ευρώ φέτος) και μία ανάλογη απόκλιση της τάξης των 700 εκατ ευρώ στα έσοδα των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης.
Πηγές του Γραφείου εξήγησαν πως το ρίσκο για το 2021 είναι πως αυτά τα χρέη σε ένα μεγάλο βαθμό είναι προϊόν των ειδικών ρυθμίσεων και των αναστολών. Αυτό είναι και το στοιχείο αβεβαιότητας: δεν είναι σαφές αν όλα οφείλονται σε αναστολές ή και σε μειωμένα εισοδήματα και αν οι ιδιώτες το 2021 θα μπορέσουν να ανταποκριθούν σε αυτές. Και τούτο ακόμα και σε ένα υποθετικό σενάριο που το 2021 λειτουργήσει ως κανονικό έτος η οικονομία (πχ κάποιοι μπορεί να διακόψουν τη δραστηριότητά τους ακριβώς επειδή δεν έχουν εισόδημα).
Το Γραφείο τάχθηκε επίσης υπέρ της άποψης για σταδιακή επαναφορά σε πλεονάσματα, αλλά μίλησε και για αναγκαιότητα να υπάρξει δημοσιονομική ισορροπία. Καθώς διαφορετικά αυξάνεται το χρέος και αυτό κάθε οικονομία «θα το βρει μπροστά της».
Ρύθμιση οφειλών
Οι ίδιες πηγές σε ερώτημα για το κατά πόσο πρέπει να υπάρξει ρύθμιση οφειλών σε συνάρτηση με τη διατήρηση της κουλτούρας πληρωμών είπαν πως είναι δεδομένη η επιδείνωση στα χρέη προς το δημόσιο και προς τις τράπεζες. «Δεν νομίζω ότι η λογική των δόσεων και η κουλτούρα πληρωμών είναι απαραίτητα αντίθετα πράγματα. Δηλαδή προφανώς μετά από δύσκολες συνθήκες πρέπει να παρέχονται διευκολύνσεις στους οφειλέτες ώστε να αποπληρώσουν και αυτό είναι απόλυτα συμβατό με μία καλή κουλτούρα πληρωμών. Που σημαίνει ότι χρωστάω κάτι και θα το πληρώσω».
«Πρέπει να παρασχεθεί κάθε δυνατή διευκόλυνση. Έτσι ώστε αφού αποκατασταθεί η ιδιωτική δραστηριότητα να αποκατασταθούν για τα δημόσια οικονομικά» ανέφεραν οι ίδιες πηγές. Στο θέμα των διαγραφών οι ίδιες πηγές είπαν πως «είναι πιο περίπλοκο. Υπάρχουν περιορισμοί στο τι μπορεί και τι δεν μπορεί να διαγραφεί όσον αφορά στα χρέη και στο δημόσιο και στις τράπεζες».
Η έκθεση
Στην 3μηνιαία έκθεση του Γραφείου γίνεται σαφές πως οι μακροοικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα εξακολουθούν να καθορίζονται από τις επιπτώσεις της πανδημίας. Η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας το τρίτο τρίμηνο διαμορφώθηκε στο -11,7% (σε ετήσια βάση) και αποτελεί τη χειρότερη επίδοση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η δημοσιονομική εικόνα είναι εξίσου προβληματική καθώς την περίοδο Ιανουαρίου Σεπτεμβρίου καταγράφεται πρωτογενές έλλειμμα κοντά στα 7 δις ευρώ που αντιστοιχεί σε επιδείνωση κατά 10,8 δις σε σχέση με πέρυσι. Αυτό ωστόσο δεν δείχνει να επηρεάζει τις αποδόσεις των τίτλων του ελληνικού δημοσίου που παραμένουν ιδιαίτερα χαμηλές.
Το Γραφείο πιστεύει πως επιπρόσθετα, καθίσταται αναγκαία η εκπόνηση μιας στρατηγικής διαχείρισης της πανδημίας που δεν θα περιορίζεται μόνο στις αναγκαίες μεταβιβάσεις και φοροαπαλλαγές αλλά θα στοχεύει στην ενίσχυση της δημόσιας υγείας, της εκπαίδευσης και των μέσων μαζικής μεταφοράς, τόσο σε ανθρώπινο επιστημονικό προσωπικό όσο και σε υποδομές, προκειμένου βραχυπρόθεσμα να περιοριστεί η μετάδοση της πανδημίας με την ελάχιστη δυνατή διαταραχή στις καθημερινές δραστηριότητες και μετακινήσεις των πολιτών – και κατά συνέπεια στις οικονομικές επιπτώσεις – και μεσοπρόθεσμα να αναβαθμιστεί το επίπεδο των δημόσιων υπηρεσιών και υποδομών που αποτελούν προϋποθέσεις για τον δυνητικό ρυθμό μεγέθυνσης.
Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, οι θετικές προοπτικές για την οικονομία προέρχονται πρώτον, από τα ενθαρρυντικά νέα για την ανάπτυξη εμβολίου κατά του COVID-19 και δεύτερον, από τα διαθέσιμα κονδύλια του ταμείου ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU) που, εφόσον ξεπεραστεί η εμπλοκή από τις αντιρρήσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, αναμένεται ότι θα κατευθυνθούν, κατά κύριο λόγο σε νέες επενδύσεις οδηγώντας σε μια σημαντική άνοδο του πραγματικού ΑΕΠ για την περίοδο 2021-26.
Ειδική μνεία κάνει το Γραφείο στη τελική έκθεση του «Σχεδίου ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία» (Έκθεση Πισσαρίδη). Κάνει σαφές πως οι περισσότερες προτάσεις που περιλαμβάνει «έχουν σημαντικό οικονομικό και πολιτικό κόστος και η υλοποίησή τους προϋποθέτει έναν σημαντικό βαθμό πολιτικής και κοινωνικής συναίνεσης. Συνεπώς, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην υλοποίηση των προτάσεων που οδηγούν στην αναβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου, στη βελτίωση των όρων συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, στην πράσινη ανάκαμψη και στην ψηφιακή μετάβαση της ελληνικής οικονομίας. Τα πεδία αυτά συγκεντρώνουν τις περισσότερες πιθανότητες συναίνεσης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων και αποτελούν σπάνια ευκαιρία να συμφωνηθεί μια κοινά αποδεκτή μακροπρόθεσμη στρατηγική».