Η παραβατικότητα και η πτώση της ζήτησης πλήττουν την αγορά των καυσίμων αλλά οι επιχειρήσεις του κλάδου δεν αποτελούν τους μοναδικούς «χαμένους». Το ύψος της φοροδιαφυγής από την παράνομη διακίνηση καυσίμων φθάνει τα 250 εκατ. ευρώ ετησίως ενώ από την παράνομη αυτή πρακτική πλήττονται εκτός από τις επιχειρήσεις και το κράτος και οι καταναλωτές. Όπως είναι γνωστό, η χρήση νοθευμένου καυσίμου είναι καταστροφική για τους κινητήρες ενώ οι οδηγοί δεν δείχνουν να είναι επαρκώς «υποψιασμένοι» για τις παγίδες της αγοράς.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΥΠΕΝ, η εγχώρια αγορά καυσίμων επέστρεψε σε αρνητικό πρόσημο το 2018. Οι πωλήσεις βενζίνης εμφάνισαν υποχώρηση της τάξης του 5% ενώ η κατανάλωση του πετρελαίου θέρμανσης σημείωσε πτώση κατά 17%. Η μείωση της ζήτησης οφείλεται στις τρέχουσα οικονομική συγκυρία και τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος αλλά και στη μετακίνηση των καταναλωτών προς εναλλακτικά καύσιμα όπως είναι το φυσικό αέριο αλλά και το πετρέλαιο κίνησης και το υγραέριο.
Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τα «καπέλα» που μπαίνουν στην τιμή των καυσίμων. Εκτός από την υψηλή τιμή του πετρελαίου το οποίο το 2018 βρέθηκε να «πατάει» τα 70 δολάρια, οι τιμές αντλίας επιβαρύνονται από τους φόρους και τους δασμούς, την απόσβεση των παγίων επενδύσεων του πρατηρίου, το κόστος μεταφοράς και διανομής, τα διαχειριστικά έξοδα το κέρδος της εταιρείας εμπορίας και το κέρδος του πρατηριούχου.
Επομένως, ακόμη και αν η διεθνής τιμή του πετρελαίου ήταν ιδιαίτερα χαμηλή, οι Έλληνες καταναλωτές και οι επιχειρήσεις πάλι θα πλήρωναν ακριβά – σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη- τα καύσιμα.
Αυξημένη παραβατικότητα εντόπισε η ΑΑΔΕ – Να μην «γενικεύουμε» ζητούν οι εταιρείες του κλάδου
Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) εντόπισε πρόσφατα σοβαρές παραβάσεις φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου και συγκεκριμένα σε ελέγχους που πραγματοποίησε σε 546 πρατήρια εντόπισε παραβάσεις στα 181 από αυτά.
Πρόκειται για φορολογικές, τελωνειακές και άλλες χημικές παραβάσεις, οι οποίες καταδεικνύουν ένα υψηλό ποσοστό παραβατικότητας το οποίο όμως δεν μπορεί να γενικευτεί. Όπως εξηγεί ο Σύνδεσμος Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδος (ΣΕΕΠΕ), «τα σημαντικότατα ευρήματα των ελέγχων της ΑΑΔΕ δικαιώνουν τον Σύνδεσμο και τις θέσεις του πάνω στο θέμα. Θεωρούμε λανθασμένη την ερμηνεία που δόθηκε από πλευράς διαφόρων Μέσων στα αποτελέσματα των ελέγχων που παρουσίασε η ΑΑΔΕ για ομάδα πρατηρίων.
Συγκεκριμένα, είναι ατυχές και άστοχο το να ανάγονται οι έλεγχοι στο σύνολο των πρατηρίων και να μεταφράζονται σε τίτλους όπως : "Ένα στα τρία πρατήρια καυσίμων με παραβάσει"» αντί του σωστού "τρία στα εκατό πρατήρια". Οι έλεγχοι πραγματοποιήθηκαν κατ’ αποκλειστικότητα σε συγκεκριμένα πρατήρια που το σύστημα είχε εντοπίσει, πρωτογενώς, προβλήματα και, κατ’ επέκταση, πιθανή παραβατικότητα. Επισημαίνεται ότι από τα, περίπου, 6.000 πρατήρια που λειτουργούν στη χώρα μας, επιλέχθηκαν 546 πρατήρια για έλεγχο το 2018 (που αντιπροσωπεύουν περίπου το 10% του συνόλου των πρατηρίων), κατόπιν ανάλυσης πληροφοριών από το σύστημα εισροών – εκροών.
Σε αυτούς τους ελέγχους εντοπίσθηκαν παραβάσεις σε 181 πρατήρια – που αντιστοιχούν στο 3% του συνόλου των πρατηρίων, δηλαδή 3 στα 100 πρατήρια. Εξακολουθούμε να πιστεύουμε πως προτεραιότητα για τον κλάδο είναι η καταπολέμηση του λαθρεμπορίου και κάθε παρανομίας στα καύσιμα. Συνεχίζουμε να είμαστε υπέρ της αξιοποίησης των δεδομένων του συστήματος εισροών – εκροών στα πρατήρια καυσίμων όλης της χώρας, καθώς και της ολοκλήρωσης και εφαρμογής όλων των μέτρων που έχουν ενταχθεί στον Επιχειρησιακό Σχεδιασμό της ΑΑΔΕ ή έχουν νομοθετηθεί και δεν έχουν υλοποιηθεί».