Πολλαπλασιαστικά οφέλη στις τράπεζες και στην ελληνική οικονομία, συνεχίζει να φέρνει ο «Ηρακλής» δύο χρόνια μετά την θέσπισή του, ενώ ο ρόλος του για τη μείωση του συστημικού κινδύνου παραμένει καταλυτικός για την συζητούμενη ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης στην ΕΕ.
Σαν χθες, 12 Δεκεμβρίου, η ελληνική Βουλή ψήφισε το 2019 τον νόμο του «Ηρακλή» για τη συστημική αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Παραλαμβάνοντας τα κόκκινα δάνεια στα 75 δις. ευρώ ή στο 45% των χορηγήσεων των ελληνικών τραπεζών τον Ιούνιο του 2019, ο «Ηρακλής» έριξε στο τέλος του α΄ εξαμήνου 2021 το συνολικό απόθεμά τους στα 29,4 δις. ευρώ και τον δείκτη NPE στο 20,3% (έναντι 47,2 δις. και δείκτη NPE 30,1% στο τέλος του 2020). Ο μονοψήφιος σε ευρωπαϊκά επίπεδα δείκτης NPE θα είναι καθολική πραγματικότητα για όλες τις συστημικές τράπεζες μέσα στο 2022 (σ.σ. τον Οκτώβριο 2022 λήγει η παράταση του «Ηρακλή»), με τη Eurobank να έχει επιτύχει ήδη από το εννεάμηνο του 2021, δείκτη NPE στο 7,3%.
Τα κόκκινα δάνεια δεν βαραίνουν πλέον τους ισολογισμούς των τραπεζών και αυτές μπορούν να επικεντρωθούν:
α) στον μετασχηματισμό του μοντέλου λειτουργίας τους ώστε να καταστούν κερδοφόρες και ανταγωνιστικές και πρωτίστως,
β) στον ρόλο του χρηματοδότη της πραγματικής οικονομίας στην απαιτητική και μοναδική συγκυρία που διαμορφώνει μετά την πανδημική κρίση το Ταμείο Ανάκαμψης.
Και μόνο το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία δεν χάνει το τρένο του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς οι τράπεζες είναι ικανές και έτοιμες να συμβάλλουν στην απορρόφηση και να μοχλεύσουν τους τεράστιους πόρους που θα εισρεύσουν στη χώρα μέχρι το 2026, υλοποιώντας μεγάλα και μικρότερα επενδυτικά έργα και δημιουργώντας το νέο και βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο της ελληνικής οικονομίας, είναι αρκετό για να καταδείξει τι σημαίνει η απαλλαγή των τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια μέσω του «Ηρακλή».
Σημειώνεται ότι τα κόκκινα δάνεια δεν έχουν βγει και από την πραγματική οικονομία. Βρίσκονται όμως στις εταιρείες διαχείρισης με το σκοπό αυτό και η θεραπεία και επιστροφή τους υγιών στις τράπεζες είναι ο επόμενος στόχος για κυβέρνηση και ΤτΕ. Στα χέρια τους έχουν τον «Ηρακλή» που θα ανοίξει σύντομα τη δευτερογενή αγορά NPLs, ώστε τα κόκκινα δάνεια των ελληνικών τραπεζών να βγουν εντελώς από την εγχώρια αγορά, με κόστος των επενδυτών και όχι των Ελλήνων φορολογούμενων. Το τελευταίο έχει ήδη επιτευχθεί λόγω της εξαρχής στόχευσης και της δομής του «Ηρακλή».
Οι αναβαθμίσεις των ελληνικών τραπεζών (κρίσιμες για την αναβάθμιση και της ελληνικής και η δυνατότητα προσφυγής στις αγορές για την άντληση κεφαλαίων, ειδικά σε μια περίοδο μέχρι τα τέλη του 2025 κατά την οποία πρέπει να χτίσουν κεφαλαιακά «μαξιλάρια» άνω των 16 δις. ευρώ, είναι μία ακόμη σημαντική θετική απόρροια του «Ηρακλή». Μόνο από τον Απρίλιο του 2021 μέχρι σήμερα, εν μέσω της πανδημικής κρίσης, οι ελληνικές τράπεζες έχουν σηκώσει από τις αγορές μέσω αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου ή ομολογιακών εκδόσεων, κεφάλαια άνω των 4 δισ. ευρώ.
Πρόκειται για ανανεούμενη ψήφο εμπιστοσύνης από τους ξένους επενδυτές (η πρώτη ψήφος εμπιστοσύνης δόθηκε με τις αγορές των ελληνικών NPLs, καθώς ο «Ηρακλής» λειτούργησε παρά το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης), οι οποίοι – μέσω της εξυγίανσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος – είδαν με άλλο μάτι τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και την δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης για μεταρρυθμίσεις. Το μήνυμα το είχε δώσει ακριβώς ένα χρόνο πριν, μιλώντας στο 22ο Capital Link Invest in Greece Forum, ο Αμερικανός πρέσβης, Τζέφρι Πάιατ («ο ‘Ηρακλής’ βοηθάει στο να προσκαλεί διεθνείς και ειδικά Αμερικανούς επενδυτές, στην Ελλάδα»).
Όλα τα παραπάνω έχουν στρώσει τον δρόμο για την αναβάθμιση και της ελληνικής οικονομίας, με στόχο την κατάκτηση επενδυτικής βαθμίδας για τη χώρα μέσα στο 2022 ή το αργότερο το 2023.
Ο «Ηρακλής», ωστόσο, δεν έχει μόνο ελληνική, αλλά έχει και ευρωπαϊκή διάσταση. Στο Eurogroup του Νοεμβρίου 2020 η μείωση του συστημικού κινδύνου των κόκκινων δανείων (καίριας σημασίας για την Ελλάδα και τη θετική αξιολόγηση της μεταμνημονιακής της πορείας) ήταν ο όρος που έκρινε την απόφαση των Ευρωπαίων να φέρουν μπροστά κατά 2 χρόνια την ενεργοποίηση του ESM ως back stop. Τι σημαίνει αυτό απλά; Ότι ο ESM (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) θα μπορεί να χορηγήσει νωρίτερα κεφάλαια στο SRM (Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης) για να καλυφθούν ενδεχόμενες ανάγκες για την εξυγίανση συστημικών τραπεζών. Με τις τράπεζες να μην έχουν ακόμη τα buffers που θα χτίσουν μέχρι το 2026 στο πλαίσιο των υποχρεώσεων MREL, οι πιθανές ανάγκες εξυγίανσης πιστωτικών ιδρυμάτων θα καλύπτονταν σε διαφορετική περίπτωση αναγκαστικά με «κούρεμα» των καταθετών...
Ο «Ηρακλής» συνεχίζει να είναι κρίσιμος σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Όχι μόνο γιατί αποτελεί μοντέλο του πώς μπορεί να μειωθεί ο συστημικός πιστωτικός κίνδυνος με δυναμική συνέργεια Δημοσίου (παροχή κρατικών εγγυήσεων αλλά με ιδιωτικά κριτήρια) και επενδυτών που αναλαμβάνουν το ρίσκο της απομείωσης των NPLs. Αλλά γιατί επιπλέον, η επιτυχία της μείωσης του συστημικού πιστωτικού κινδύνου παραμένει η προϋπόθεση για την απόφαση του διαμοιρασμού του κινδύνου μεταξύ των κρατών – μελών της ΕΕ, δηλαδή το βήμα για την κοινή Εγγύηση των Καταθέσεων που λείπει για να ολοκληρωθεί η ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση.
Οι άθλοι πίσω από τον άθλο του «Ηρακλή»
Η λύση του «Ηρακλή» για τη συστημική μείωση των κόκκινων δανείων των ελληνικών τραπεζών, ήταν η πρώτη μεταρρύθμιση που διαπραγματεύθηκε με τους Θεσμούς η ελληνική κυβέρνηση, τον Ιούλιο – Αύγουστο του 2019, αμέσως μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου και της ανάληψης των καθηκόντων της.
Κατόπιν συνάντησης του τότε αρμόδιου για το χρηματοπιστωτικό σύστημα Υφυπουργού Οικονομικών, Γιώργου Ζαββού, με τον επικεφαλής του SSM, Αντρέα Ένρια, στη Φρανκφούρτη στις 27 Αυγούστου 2019 και του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη και του Υπουργού Οικονομικών, Χρήστου Σταϊκούρα με τον τότε αντικαγκελάριο Όλαφ Σολτς στο Βερολίνο στις 29 Αυγούστου 2019, συμφωνήθηκε ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει με μηχανισμό τιτλοποιήσεων για τη μείωση των NPLs.
Η αίτηση της ελληνικής κυβέρνησης για τον «Ηρακλή» υπογράφηκε με την Κομισιόν στις 13 Σεπτεμβρίου 2019 και στις 10 Οκτωβρίου η επίτροπος Μαργκρέτε Βεστάγκερ ανακοίνωσε το ελληνικό APS στην ετήσια ομιλία της στον SRB.
Αν και ο «Ηρακλής» βασίστηκε στα πρότυπα του ιταλικού σχήματος παροχής κρατικών εγγυήσεων (GACS), εντούτοις η σύστασή του δεν θα ήταν δυνατή αν οι διαπραγματεύσεις του Υπουργείου Οικονομικών με την Κομισιόν δεν είχαν καταφέρει να ξεπεράσουν το εμπόδιο της έλλειψης επενδυτικής βαθμίδας των ελληνικών κρατικών ομολόγων (το σχήμα λειτουργούσε στην Ιταλία διότι η χώρα είχε επενδυτική βαθμίδα). Χωρίς επενδυτική βαθμίδα, δεν θα μπορούσε να αποδειχτεί η ύπαρξη αγοράς CDS στα κρατικά ομόλογα και άρα δεν θα μπορούσε να καθοριστεί η προμήθεια που θα έπρεπε να καταβάλλουν οι ελληνικές τράπεζες για την απόκτηση των κρατικών εγγυήσεων, προκειμένου να προχωρήσουν τις τιτλοποιήσεις τους.
Η έλλειψη επενδυτικής βαθμίδας συνιστούσε ένα επιπλέον εμπόδιο, καθώς, λόγω της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, για τις τιτλοποιήσεις των ελληνικών τραπεζών θα απαιτούνταν επιπλέον collateral, πέραν των κρατικών εγγυήσεων. Το εμπόδιο αυτό λειτουργούσε ανασταλτικά και για τη συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών στον «Ηρακλή». Η επίλυσή του ήταν προσωπική επιτυχία του τότε αρμόδιου Υφυπουργού Οικονομικών Γ. Ζαββού, ο οποίος διαπραγματεύθηκε με την Κομισιόν τη νομική διατύπωση και ερμηνεία των ευρωπαϊκών κανονισμών περί κεφαλαιακής επάρκειας (CRR), εξασφαλίζοντας, στα μέσα Φεβρουαρίου του 2020, για το Ελληνικό Δημόσιο και τις ελληνικές τράπεζες, το μηδενικό RWA για τους senior τίτλους των τιτλοποιήσεων.
Με τον τρόπο αυτό, οι senior τίτλοι που διακρατούν οι ελληνικές τράπεζες υπολογίζονται ως κεφάλαιο (έχει μηδενική στάθμιση κινδύνου, 0% Risk Weight) και αυτές δεν χρειάζεται να πάρουν επιπλέον προβλέψεις, πράγμα που θα καθιστούσε ασύμφορη τη διαδικασία του «Ηρακλή».
Επιπλέον, η διαπραγματευτική αυτή επιτυχία επιβεβαίωσε τη θέση για το αξιόχρεο του Ελληνικού Δημοσίου ως ισότιμου εταίρου οποιουδήποτε άλλου κράτους – μέλους στο πλαίσιο της Ευρωζώνης.
Το ελληνικό αξιόχρεο και η αναβάθμιση κατηγορίας για τις ελληνικές τράπεζες «κλείδωσαν» και με την προσωπική επιτυχία του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος έπεισε τη επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, να δώσει στα ελληνικά κρατικά ομόλογα το waiver (δηλ. την εξαίρεσή τους από την υποχρέωση επενδυτικής βαθμίδας για τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης).
Ο «Ηρακλής» πέρασε και τον τρίτο σκόπελο, αυτόν της πανδημικής κρίσης που ξέσπασε στο ξεκίνημά του. Χάρη στις αξιολογήσεις μακροπρόθεσμου ορίζοντα (δεκαετίας) με τις οποίες πιστοποιούνταν οι τιτλοποιήσεις των ελληνικών τραπεζών για την είσοδό τους στο σχήμα, οι αρνητικές οικονομικές προβλέψεις εξαιτίας του Covid-19 δεν απέτρεψαν το ενδιαφέρον των επενδυτών.