Η κυκλική οικονομία έχει τεθεί στον πυρήνα της πράσινης ανάπτυξης της ΕΕ με στόχο να δημιουργήσει οικονομική αξία και οφέλη όπως είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας και η αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της βελτίωσης της αποδοτικότητας των υλικών, της μείωσης της παραγωγής και ταφής αποβλήτων και της βέλτιστης χρήσης της ενέργειας και των φυσικών πόρων. Σε αριθμούς, όπως έχει αναφέρει ήδη σε σχετική έρευνα και η Deloitte, αυτό μεταφράζεται για την Ελλάδα σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2 δισ. ευρώ και 15.000 νέες θέσεις απασχόλησης. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η κυκλική οικονομία θα μπορούσε να αυξήσει κατά 0,5% το ΑΕΠ και κατά 700.000 τις θέσεις εργασίας (κυρίως στα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης), να οδηγήσει σε εξοικονόμηση ύψους 465 ευρώ το χρόνο για τα νοικοκυριά στους λογαριασμούς ενέργειας και να μειώσει τις εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου κατά 500 εκατ. τόνους (κατά το διάστημα 2015-2035).
Όμως, αυτή τη στιγμή, παρ’ ότι η κυκλική οικονομία παρουσιάζει υψηλή αναπτυξιακή δυναμική και προοπτικές για το μέλλον, η ελληνική αγορά βρίσκεται «πίσω» σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσον όρο καθώς υστερεί σε βασικούς τομείς όπως είναι η ανακύκλωση των αστικών αποβλήτων και η κυκλικότητα αλλά και στην εφαρμογή συναφών πρακτικών. Αυτά ήταν κάποια από τα βασικά συμπεράσματα της Πρώτης Έκθεσης Κυκλικής Οικονομίας στην Ελλάδα που εκπόνησε η Eunomia για λογαριασμό του Συνδέσμου Βιομηχανιών Και Επιχειρήσεων Ανακύκλωσης (ΣΕΠΑΝ).
Η έκθεση βασίστηκε σε έρευνα στους οκτώ βασικούς κλάδους που σχετίζονται με την Κυκλική Οικονομία (Κατασκευές και Απόβλητα Κατασκευών και Κατεδαφίσεων, Συσκευασίες, Τρόφιμα, Πλαστικά, Επαναχρησιμοποίηση Νερού, Αλουμίνιο, Χάλυβας και Λιπαντικά) και αξιολόγησε την πρόοδο προς πια πιο κυκλική οικονομία σε ετήσια βάση μέσω της διαμόρφωσης δεικτών επίδοσης.
Ως κριτήρια αξιολόγησης χρησιμοποιήθηκαν τα στοιχεία κυκλικότητας (επενδύσεις σε υποδομές, χρήση ανακυκλωμένου περιεχομένου και άλλων βιώσιμων υλικών, αποφυγή επικίνδυνων ουσιών, ανακαίνιση και κατασκευή, επαναχρησιμοποίηση/αναδιανομή και ανακύκλωση) καθώς και κάποιοι παράγοντες ενεργοποίησης της κυκλικής οικονομίας όπως είναι η ο σχεδιασμός και η τεχνολογία, τα επιχειρηματικά μοντέλα κυκλικής οικονομίας, η παρακολούθηση και ο καθορισμός στόχων, συνεργασία σε εθελοντικές συμφωνίες, οι πράσινες δημόσιες συμβάσεις και το ρυθμιστικό πλαίσιο.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι οκτώ εξεταζόμενοι κλάδοι έχουν ως επί το πλείστον υιοθετήσει «αποσπασματικά» πρακτικές που εμπίπτουν στους παράγοντες ενεργοποίησης της κυκλικής οικονομίας (ανακύκλωση, χρήση ανακυκλωμένου περιεχομένου και άλλων βιώσιμων υλικών, επενδύσεις σε υποδομές) ενώ για κάποια κριτήρια όπως είναι η ανακαίνιση/κατασκευή δεν υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα στοιχεία. Ο αποσπασματικός χαρακτήρας των δράσεων από την πλευρά των επιχειρήσεων των οκτώ εξεταζόμενων κλάδων υπερισχύει και στους λοιπούς παράγοντες (σχεδιασμός και η τεχνολογία, η ενσωμάτωση επιχειρηματικών μοντέλων κυκλικής οικονομίας , ο καθορισμός στόχων, οι πράσινες δημόσιες συμβάσεις, η συνεργασία και οι εθελοντικές συμφωνίες και η πολιτική και το ρυθμιστικό πλαίσιο). Χαρακτηριστικό είναι ωστόσο, ότι σχεδόν όλοι οι κλάδοι (πλην του κατασκευαστικού) έχουν ανταποκριθεί «ικανοποιητικά» σε μία συγκεκριμένη συνισταμένη, την αποφυγή επικίνδυνων ουσιών.
Σημαντικό «βαρίδι» που φράσσει την ανάπτυξη της κυκλικής οικονομίας στην Ελλάδα παραμένει η διαχείριση των αποβλήτων και χαμηλός βαθμός ανακύκλωσης. Η έρευνα εξέτασε κάποιους κρίσιμους δείκτες όπως είναι ο Δείκτης Ανακύκλωσης Αστικών Αποβλήτων (μετρά το μερίδιο των ανακυκλωμένων αστικών απορριμμάτων) και σύμφωνα με τις μετρήσεις, η Ελλάδα βρίσκεται στο 21% με το υπόλοιπο ποσοστό να οδηγείται στην ταφή. Ως προς το ποσοστό κυκλικότητας (δείκτης που μετρά το μερίδιο του υλικού που ανακτάται και ανατροφοδοτείται στην αγορά), το 2017 βρισκόταν στο 1,4 και το 2020 στο 4,1 και σύμφωνα με όσα ανέφερε η κ. Χαρά Ξηρού, επικεφαλής της Eunomia για την ΝΑ Ευρώπη, υπάρχει η προσδοκία ότι ο συγκεκριμένος δείκτης θα αυξηθεί κατά 2 και 3 μονάδες μέσα στα επόμενα τρία χρόνια.
Όσον αφορά στο Δείκτη Παραγωγής Αστικών Αποβλήτων, το 2017, η Ελλάδα βρισκόταν στα 504 κιλά (κατά κεφαλήν) ενώ το 2020 στα 525. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος για το 2020 διαμορφώθηκε στα 505 κιλά.
Πώς θα αναπτυχθεί περαιτέρω η κυκλική οικονομία στην Ελλάδα – Οι προτάσεις
Η περαιτέρω διείσδυση των αρχών της κυκλικής οικονομίας στην ελληνική επιχειρηματικότητα μπορεί να λάβει ώθηση μέσω πολιτικών ενίσχυσης της προσφοράς όπως είναι η διαφάνεια και η διασφάλιση υψηλής ακρίβειας δεδομένων για τα απόβλητα και την ιχνηλασιμότητά τους, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή και αξιοποίηση του Ηλεκτρονικού Μητρώου Αποβλήτων, όπως αναφέρει η έκθεση. Για τον ίδιο σκοπό, η έκθεση προτείνει και την καθιέρωση (υψηλότερου) τέλους ταφής στα 70 ευρώ ανά τόνο για τα ανεπεξέργαστα απόβλητα για αποφυγή της υγειονομικής ταφής και την επίτευξη του στόχου ταφής του ΕΣΔΑ. Στην επίτευξη των παραπάνω στόχων θα συμβάλει και η παροχή οικονομικών κινήτρων αλλά και αντικινήτρων όπως είναι η προώθηση παραγωγής και αξιοποίησης δευτερογενών προϊόντων μέσω π.χ μειωμένων φορολογικών συντελεστών.
Ομοίως, η έκθεση συστήνει την προώθηση της χωριστής συλλογής και διαλογής των ανακυκλώσιμων υλικών (μέσω της λήψης μέτρων για τη μείωση των φαινομένων εισφοροδιαφυγής, της συνεπούς εφαρμογής του συστήματος Διευρυμένης Ευθύνης Παραγωγού (EPR) και της επιβολής οικονομικών κυρώσεων για τα συστήματα εναλλακτικής διαχείρισης που δεν επιτυγχάνουν τους στόχους). Στις προτάσεις συμπεριλαμβάνονται και μέτρα για την προτυποποίηση των αποβλήτων και των προϊόντων ανακύκλωσης όπως είναι η ανάπτυξη κριτηρίων για τον αποχαρακτηρισμό των αποβλήτων (End of Waste), η σήμανση των προϊόντων ανάλογα με το περιεχόμενό τους σε ανακυκλωμένα υλικά και τη δυνατότητα ανακύκλωσής τους και η παροχή οικονομικών κινήτρων για το σχεδιασμό συσκευασιών.
Όσον αφορά στην ενίσχυση της ζήτησης, αναδεικνύεται ο ρόλος των εθελοντικών συμφωνιών με τη βιομηχανία με στόχο την προώθηση της κυκλικότητας αλλά και της υποστήριξης των επιχειρήσεων μέσω της αξιοποίησης χρηματοδοτικών εργαλείων της ΕΕ για την εφαρμογή κυκλικών πρακτικών στην παραγωγική διαδικασία της βιομηχανίας.
Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, η κ. Ξηρού τόνισε την ανάγκη κατάλληλης διαμόρφωσης του φορολογικού πλαισίου με κίνητρα για τις επιχειρήσεις επισκευής προϊόντων και προετοιμασίας για επαναχρησιμοποίηση και αντικίνητρα στη χρήση πρωτογενών υλικών ενώ αναφέρθηκε και στις υποχρεωτικές πράσινες δημόσιες συμβάσεις κάνοντας ειδική αναφορά στην εισαγωγή υποχρεωτικής κοστολόγησης του Κύκλου Ζωής (LCC) και της χρήσης πράσινων κριτηρίων στις δημόσιες συμβάσεις.
Δημήτρης Κονταξής: Απαιτούνται οριζόντιες συνέργειες μεταξύ κλάδων και τομέων
Ο πρόεδρος του ΣΕΠΑΝ, Δημήτρης Κονταξής, κατά την παρουσίαση της έκθεσης για την κυκλική οικονομία, επεσήμανε τις αλλαγές που συντελούνται στα παραγωγικά μοντέλα και τις καταναλωτικές συνήθειες ως αποτέλεσμα ενός μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος, το οποίο επηρεάζεται από την κλιματική αλλαγή, την ενεργειακή κρίση και την πανδημία.
«Η κυκλική οικονομία δεν είναι απλώς μια δέσμη μέτρων που εστιάζει στην προστασία του περιβάλλοντος. Είναι ένα νέο οικονομικό μοντέλο. Στόχος είναι η αύξηση του χρόνου ζωής των προϊόντων και η αποτελεσματική αξιοποίησή τους ως απόβλητα, τα οποία θα επανέλθουν στην αγορά», σημείωσε ενώ επεσήμανε ότι προς αυτή την κατεύθυνση, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να αντιληφθούν ότι απαιτούνται οριζόντιες συνέργειες μεταξύ κλάδων και τομέων.