Ειλημμένη είναι η απόφαση για την υλοποίηση μιας νέας πλωτής δεξαμενής (FSU) στο τέρμιναλ του ΔΕΣΦΑ στη Ρεβυθούσα, ώστε να ενισχυθεί η δυνατότητα εισαγωγής φορτίων LNG και, με αυτό τον τρόπο, να θωρακισθεί για τον ερχόμενο χειμώνα η επάρκεια εφοδιασμού της χώρας μας στο ενδεχόμενο διακοπής της ροής καυσίμου από τη Ρωσία, με την αύξηση τότε των παραγγελιών υγροποιημένου αερίου.
Αυτό επισημαίνουν υψηλόβαθμα στελέχη του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προσθέτοντας ότι στο τραπέζι βρίσκονται δύο εναλλακτικές λύσεις, για την ενίσχυση της «πύλης εισόδου» του ΔΕΣΦΑ και της δυναμικότητας που έχει αυτή με τις υφιστάμενες τρεις δεξαμενές. Η επιλογή αυτή αφορά το αν θα είναι πρόσκαιρη ή μόνιμη η αύξηση της δυναμικότητας, με την τελική απόφαση να λαμβάνεται από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ).
Η πρώτη εναλλακτική, δηλαδή η πρόσκαιρη ενίσχυση του τέρμιναλ, θα υλοποιηθεί με την ενοικίαση ενός κατάλληλα εξοπλισμένου καραβιού. Το καράβι θα ενοικιαστεί για ένα διάστημα 12 μηνών, ενώ εκτιμάται ότι μπορεί να βρίσκεται στη Ρεβυθούσα σε δύο περίπου μήνες από σήμερα.
Βραχυχρόνια ενοικίαση ή μόνιμη υποδομή
Με τον τρόπο αυτό, θα υπάρξει μεγαλύτερη ευελιξία στην εισαγωγή LNG, καθώς θα μπορούν να εκφορτώνονται στη Ρεβυθούσα δύο φορτία LNG ταυτόχρονα, αντί για ένα όπως συμβαίνει τώρα. Η δυνατότητα αυτή θα είναι ιδιαίτερα σημαντική στην περίπτωση που οποιαδήποτε στιγμή διακοπεί η ροή ρωσικού αερίου, αφού θα παράσχει μεγαλύτερη ελευθερία στον προγραμματισμό άφιξης των φορτίων.
Αυτό σημαίνει πως στην έτσι κι αλλιώς δύσκολη ανεύρεση παραγγελιών LNG, λόγω της κατακόρυφης αύξησης της ζήτησης για υγροποιημένο αέριο στο σενάριο που κλείσουν οι ρωσικές στρόφιγγες, δεν θα υπάρχει ο επιπλέον περιορισμός να μην συμπέσει η άφιξη δύο παραγγελιών. Παράλληλα, το καράβι θα λειτουργεί και σαν δεξαμενή εξισορρόπησης, διευκολύνοντας τη λειτουργία του συστήματος μεταφοράς.
Η δεύτερη λύση είναι η μακροχρόνια ενίσχυση της δυνατότητας εισαγωγών, με την αγορά και εγκατάσταση μίας μόνιμης πλωτής δεξαμενής LNG στη Ρεβυθούσα. Μία λύση που, πέρα από τον διαφορετικό χρονικό «ορίζοντα», θα έχει την ίδια λειτουργία με το καράβι.
Για την επιλογή ανάμεσα στις δύο εναλλακτικές, η ΡΑΕ θα λάβει υπόψη της παραμέτρους όπως η εξέλιξη της ζήτησης του αερίου στην εγχώρια αγορά, αλλά και οι προοπτικές διεύρυνσης του ρόλου της Ρεβυθούσας ως «πύλης εισόδου» φυσικού αερίου για τα όμορα κράτη. Μάλιστα, όπως σημειώνουν οι πηγές του ΥΠΕΝ, ήδη Βουλγαρία και Ρουμανία χρησιμοποιούν το τέρμιναλ του ΔΕΣΦΑ για εισαγωγές LNG. Σε κάθε περίπτωση, όπως συμπληρώνουν, το σχέδιο που θα προκριθεί θα υλοποιηθεί μέσω διαγωνισμού.
Στα υπέρ της αποθήκης τα στρατηγικά αποθέματα αέριου
Ο πόλεμος που μαίνεται στην Ουκρανία έχει αλλάξει και τα δεδομένα για την υπόγεια αποθήκη αερίου στην Καβάλα, όπως προσθέτουν οι κύκλοι του ΥΠΕΝ, καθιστώντας απαραίτητη την επανεξέταση του πρότζεκτ. Έτσι, από τη μία μεριά η δημιουργία στρατηγικών αποθεμάτων φαίνεται να συνηγορεί υπέρ της υλοποίησής του, ενώ από την άλλη πλευρά λειτουργεί αποτρεπτικά το υψηλό κόστος ανάπτυξης της υποδομής, το οποίο εκτιμάται πως αγγίζει το 1 δισ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται πως στη «σκιά» της ουκρανικής κρίσης, η Κομισιόν προχώρησε σε εισήγηση για τη δημιουργία στρατηγικών αποθεμάτων αερίου πριν από την επόμενη χειμερινή περίοδο, με σκοπό τη διασφάλιση της επάρκειας τροφοδοσίας. Μάλιστα, η σχετική πρόταση εγκρίθηκε μόλις χθες από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με ευρύτατη πλειοψηφία, ζητώντας να θεσπιστεί από φέτος ένα υποχρεωτικό ελάχιστο ποσοστό φυσικού αερίου σε αποθηκευτικές εγκαταστάσεις στην Ε.Ε.
Στην περίπτωση της χώρας μας, που αυτή τη στιγμή δεν διαθέτει αποθήκη, η σχετική δέσμευση «μεταφράζεται» στην αποθήκευση έως την 1η Νοεμβρίου 2022 του 15% της ετήσιας κατανάλωσής της (περίπου 1 δισ. κυβικά μέτρα). Οι σχετικές ποσότητες πρόκειται να αποθηκευτούν σε αποθήκη στην Ιταλία, με τις σχετικές διαβουλεύσεις του ΔΕΣΦΑ και της Snam (Διαχειριστή του ιταλικού συστήματος) να βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη.
Στο 1 δισ. το κόστος της αποθήκης
Σύμφωνα με τις πηγές του ΥΠΕΝ, αν η σχετική δέσμευση παραμείνει σε ισχύ για αρκετά χρόνια, τότε η ανάπτυξη της αποθήκης μπορεί να συμφέρει. Κι αυτό γιατί, στην περίπτωση που θα πρέπει να χρησιμοποιείται μέρος μιας ανάλογης υποδομής στη γειτονική χώρα, καταβάλλοντας τα ανάλογα τέλη, σε βάθος χρόνου ενδεχομένως να αντισταθμίζει το κόστος της υποδομής.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, το κόστος της υποδομής έχει εκτιναχθεί με την αναζωπύρωση της κρίσης, που επίσης προκάλεσε ο πόλεμος. Όπως επισημαίνουν οι ίδιοι κύκλοι, μόνο για το μη ανακτήσιμο αέριο (cushion gas) που θα πρέπει να εισαχθεί στην αποθήκη, η πρώτη εκτίμηση δείχνει πως θα χρειαστεί ένα ποσό ύψους 500 εκατ. ευρώ. Επομένως, μαζί με το κόστος ανάπτυξης της αποθήκης, που υπολογίζεται σε άλλα 500 εκατ. ευρώ, το κόστος ανέρχεται πλέον σε 1 δισ. ευρώ περίπου.
Όπως συμπληρώνουν τα ίδια στελέχη, η μελέτη κόστους-οφέλους για την αποθήκη, που έχει εκπονήσει ο ΔΕΣΦΑ, πρόκειται να επαναξιολογηθεί στο πλαίσιο των νέων δεδομένων. Έτσι, ο Διαχειριστής σε συνεργασία με τη ΡΑΕ αυτή την περίοδο προσπαθούν να επικαιροποιήσουν την εκτίμηση για το κόστος της υποδομής.
Σύμφωνα με τους κύκλους του υπουργείου, με την ίδια λογική ίσως θα πρέπει να επαναξιολογηθεί και το ποσοστό κοινωνικοποίησης, το οποίο είχε καθορισθεί στο 50% στην πρόταση της ΡΑΕ, που έχει τεθεί σε διαβούλευση. Σε κάθε περίπτωση, όπως προσθέτουν, το έργο θα προχωρήσει αν προκύψει επενδυτής από τον διαγωνισμό που βρίσκεται σε εξέλιξη από το ΤΑΙΠΕΔ. Επίσης, στην περίπτωση που βρεθεί κάποια άλλη ισοδύναμη λύση, πιο οικονομική για τους καταναλωτές, τότε θα επιλεγεί αυτή.