Ο Έλον Μασκ αντεπιτέθηκε με μήνυση κατά του Twitter την Παρασκευή, κλιμακώνοντας τη νομική του μάχη ενάντια στην εταιρεία του μέσου κοινωνικής δικτύωσης, για την προσπάθειά του να αποχωρήσει από την αγορά των 44 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σύμφωνα με το Reuters, η αγωγή που κατέθεσε υποβλήθηκε εμπιστευτικά.
Αν και το έγγραφο των 164 σελίδων δεν ήταν δημοσίως διαθέσιμο, σύμφωνα με τους δικαστικούς κανόνες, μια αναθεωρημένη έκδοση του θα μπορούσε σύντομα να δημοσιοποιηθεί.
Η μήνυση του Μασκ κατατέθηκε λίγες ώρες αφότου η πρόεδρος του Πρωτοδικείου του Ντέλαγουερ, διέταξε την έναρξη της πενταήμερης δίκης (μετά την προσφυγή του Twitter) για τις 17 Οκτωβρίου, ώστε να διαπιστωθεί εάν ο Μασκ μπορεί να αποχωρήσει από τη συμφωνία εξαγοράς του μέσου κοινωνικής δικτύωσης.
Το Twitter δεν απάντησε αμέσως σε αίτημα του Reuters για σχόλιο.
Επίσης την Παρασκευή, ο Μασκ μηνύθηκε από έναν μέτοχο του Twitter, ο οποίος ζήτησε από το δικαστήριο να διατάξει τον δισεκατομμυριούχο να κλείσει τη συμφωνία, να διαπιστώσει ότι παραβίασε το καθήκον καταπιστευματικότητας προς τους μετόχους του Twitter και να επιδικάσει αποζημίωση για ζημίες που προκάλεσε.
Ο Μασκ οφείλει υποχρέωση καταπιστεύματος στους μετόχους του Twitter, λόγω του μεριδίου του 9,6% της εταιρείας που έχει στην κατοχή του και επειδή η συμφωνία εξαγοράς του δίνει δικαίωμα βέτο σε πολλές από τις αποφάσεις της εταιρείας, σύμφωνα με τη μήνυση. Η μήνυση κατατέθηκε από τον Λουίτζι Κρίσπο, ο οποίος κατέχει 5.500 μετοχές του Twitter.
Υπενθυμίζεται ότι ο Μασκ, ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο και διευθύνων σύμβουλος της Tesla Inc, δήλωσε στις 8 Ιουλίου ότι εγκαταλείπει την εξαγορά και κατηγόρησε το Twitter για παραβίαση της συμφωνίας, παραποιώντας τον αριθμό των ψεύτικων λογαριασμών στην πλατφόρμα του.
Το Twitter κατέθεσε μήνυση μέρες αργότερα, αποκαλώντας τα περί ψεύτικων λογαριασμών ως μια κίνηση αποπροσανατολισμού και προσθέτοντας ότι ο Μασκ δεσμευόταν από τη σύμβαση συγχώνευσης να κλείσει τη συμφωνία στα 54,20 δολάρια ανά μετοχή. Οι μετοχές της εταιρείας έκλεισαν την Παρασκευή στα 41,61 δολάρια, το υψηλότερο τίμημα από τότε που ο Μασκ εγκατέλειψε τη συμφωνία.