Δάνεια ύψους 11,4 δισ. ευρώ βρίσκονταν στον «κουβά» των ρυθμισμένων δανείων των τραπεζών στο τέλος του 2022, με το 70% των περιπτώσεων να έχει λάβει μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις. Την ίδια στιγμή, οι τράπεζες προχώρησαν το 2022 σε διαγραφές δανείων, οι οποίες ανήλθαν σε 1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 0,6 δισ. ευρώ αφορούσαν καταγγελμένες απαιτήσεις, κυρίως επιχειρηματικών δανείων (0,5 δισ. ευρώ).
Τα στοιχεία της ΤτΕ στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Μάιος 2023) δείχνουν ότι σε ρύθμιση βρίσκονταν στο τέλος του 2022 το 7,5% του συνόλου των δανείων των τραπεζών. Πρόκειται για ρυθμισμένα (forborne) δάνεια 11,4 δισεκ. ευρώ, από 15,2 δισεκ. ευρώ στο τέλος τους 2021, με τη μείωσή τους να οφείλεται κυρίως στις συναλλαγές τιτλοποίησης και πώλησης μη εξυπηρετούμενων δανείων που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια.
Στα δάνεια αυτά οι τράπεζες έχουν δώσει μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις σε ποσοστό 70%, ενώ ακολουθούν οι βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις με 27,3% και οι λύσεις οριστικής διευθέτησης με ποσοστό 2,7%. Σημαντική, πάντως, είναι η επισήμανση ότι το 13,2% των ήδη ρυθμισμένων δανείων εμφανίζει καθυστέρηση άνω των 90 ημερών, ποσοστό που αν και ελαφρά μειωμένο σε σχέση με το τέλος του 2021 (13,8%), εντούτοις αφορά ρυθμισμένα δάνεια 1,5 δις. ευρώ που μπορεί να ξαναβρεθούν στο «κόκκινο». Την πορεία των δανείων αυτών παρακολουθούν πολύ στενά οι τράπεζες εν μέσω των συνθηκών αυξημένου πληθωρισμού και επιτοκίων.
Την ίδια στιγμή, οι ρυθμίσεις δανείων έχουν ακόμη σημαντικά περιθώρια αύξησης, καθώς τα στοιχεία της ΤτΕ διαπιστώνουν ότι το 65,6% των μη εξυπηρετούμενων δανείων άνω των 90 ημερών δεν έχει ρυθμιστεί, έναντι 63,2% στο τέλος του 2021, ενώ τα ποσοστά για τα στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια ανέρχονται σε 62,1%, 75,7% και 64,4% αντίστοιχα.
Παρά τις μεγάλες προκλήσεις, πάντως, που θέτουν το γεωπολιτικό περιβάλλον και οι αγορές για τα χαρτοφυλάκια δανείων των τραπεζών, είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του 2022 οι ροές από εξυπηρετούμενα δάνεια προς μη εξυπηρετούμενα ήταν 2,5 δισ. ευρώ, ενώ οι ροές από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια προς τα εξυπηρετούμενα ήταν 2,4 δισ. ευρώ, αφήνοντας καθαρές ροές προς μη εξυπηρετούμενα δάνεια 110 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, με εξαίρεση το β΄ τρίμηνο του 2022 που παρατηρήθηκαν σημαντικές καθαρές ροές προς μη εξυπηρετούμενα δάνεια (155 εκατ. ευρώ), στα υπόλοιπα τρία τρίμηνα η τάση ήταν οριακά αρνητική.
Ο ρυθμός αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) ανήλθε το δ΄ τρίμηνο του 2022 σε 4% και ο δείκτης αθέτησης (default rate) σε 0,4%. Το στεγαστικό χαρτοφυλάκιο εμφανίζει τον υψηλότερο ρυθμό αποκατάστασης (7,7%), ενώ το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο τον χαμηλότερο (2,8%).
Σημειώνεται ότι 264 εκατ. ευρώ, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 2% των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αφορά σε απαιτήσεις που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας και για τις οποίες εκκρεμεί η έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Από αυτά, 116 εκατ. ευρώ αφορούν απαιτήσεις που έχουν ήδη καταγγελθεί. Τα δάνεια αυτής της κατηγορίας αφορούν είτε φυσικά πρόσωπα (π.χ. ν. 3869/2010, νόμος Κατσέλη) είτε νομικά πρόσωπα (π.χ. ν. 4307/2014, Πτωχευτικός Κώδικας). Σχετικά με τις επιμέρους κατηγορίες, περίπου το 4,5% των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων έχει υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα καταναλωτικά δάνεια είναι 3,4%.
Ο ρυθμός αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) ανήλθε το δ΄ τρίμηνο του 2022 σε 4% και ο δείκτης αθέτησης (default rate) σε 0,4%. Το στεγαστικό χαρτοφυλάκιο εμφανίζει τον υψηλότερο ρυθμό αποκατάστασης (7,7%), ενώ το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο τον χαμηλότερο (2,8%).