Σε επιβεβαίωση της μακροπρόθεσμης αλλά και βραχυπρόθεσμης αξιολόγησης της Eurobank σε «BB-» και «B» αντίστοιχα, προχώρησε η Standard & Poor's, εστιάζοντας ωστόσο στην περαιτέρω ενίσχυση της θέσης της στην Ελληνική Τράπεζα, αποκτώντας ένα επιπλέον ποσοστό της τάξεως του 7,2% (29.710.012 μετοχές), φτάνοντας έτσι τη συνολική της συμμετοχή στο 55,3%.
Όπως σημειώνει ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης, η Eurobank θα υποχρεωθεί να προχωρήσει σε δημόσια πρόταση για τις υπόλοιπες μετοχές των μειοψηφούντων μετόχων της Ελληνικής Τράπεζας μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής, η οποία θα μπορούσε να φέρει τη συμμετοχή της υψηλότερα από την τρέχουσα συμφωνία. Ως εκ τούτου, η Eurobank είναι πολύ πιθανό να προχωρήσει σε μια ενοποίηση και να ασκήσει τον πλήρη έλεγχο της κυπριακής τράπεζας μόλις λάβει τις εγκρίσεις από τις εποπτικές αρχές για την εξαγορά, η οποία ενδέχεται να διαρκέσει έως και δώδεκα μήνες.
Κατά τη Standard & Poor's, η συναλλαγή θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την κεφαλαιοποίηση της Eurobank. Η εισφορά σε μετρητά ύψους 253,2 εκατ. ευρώ θα μειώσει εν μέρει την κεφαλαιακή εποπτική θέση της τράπεζας. Ωστόσο, αναμένει ότι η αρνητική επίδραση θα παραμείνει διαχειρίσιμη στο τρέχον επίπεδο αξιολόγησης. Ο δείκτης κεφαλαίου προσαρμοσμένου στον κίνδυνο (RAC) της Eurobank ήταν στο 5,5% στο τέλη του 2022 και τώρα αναμένεται να προσεγγίσει το 5,8% - 6,3% μέχρι τα τέλη του 2025. Επιπλέον, μόλις υλοποιηθεί η ενοποίηση σε επίπεδο ομίλου, ο αντίκτυπος στα κεφάλαια θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερός, αν και θα εξαρτηθεί τελικά από τους τελικούς όρους της συναλλαγής.
Η Standard & Poor's εκτιμά ότι η Eurobank θα συνεχίσει να καταγράφει ισχυρές επιδόσεις εν μέσω των υψηλών επιτοκίων και να δρέπει τους καρπούς της προηγούμενης αναδιάρθρωσή της.
Κατά τους αναλυτές, η λειτουργική απόδοση και το προφίλ κινδύνου της τράπεζας έχουν βελτιωθεί και κινούνται κοντά στον μέσο όρο των ευρωπαϊκών ομολόγων με υψηλότερη αξιολόγηση, με το χάσμα να μειώνεται κατά τους επόμενους δώδεκα μήνες. Η Eurobank ανέφερε απόδοση επί των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων της τάξεως του 17,9% για το πρώτο εξάμηνο του 2023. Οι δείκτες ποιότητας ενεργητικού παρέμειναν ανθεκτικοί την τρέχουσα περίοδο με το κόστος κινδύνου και τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) στις 81 μονάδες βάσης και στο 5,2% των συνολικών ανοιγμάτων, αντίστοιχα, με τη Standard & Poor's να αναμένει ότι θα βελτιωθούν προς τις 60 μονάδες βάσης και στο 4,5% - 5% έως το 2025. Η ισχυρότερη κερδοφορία αναμένεται επίσης να προσφέρει στην τράπεζα αρκετά αποθέματα ασφαλείας για να διατηρήσει την κεφαλαιοποίησή της παρά τη συναλλαγή.
«Η εξαγορά ευθυγραμμίζεται με τη στρατηγική της Eurobank να ενισχύσει την παρουσία της στις βασικές αγορές», όπως αναφέρει η S&P.
Μέσω της παρουσίας της στην Κύπρο και τη Βουλγαρία, η Eurobank έχει το πιο διεθνοποιημένο προφίλ μεταξύ των ελληνικών τραπεζών, με το 33% των βασικών λειτουργικών κερδών του ομίλου να απορρέουν από το εξωτερικό κατά το περσινό έτος. Η συναλλαγή θα συμβάλει στην περαιτέρω διαφοροποίηση της ροής εσόδων της τράπεζας, αν και όσον αφορά τη γεωγραφική διαφοροποίηση οι αναλυτές θεωρούν την ελληνική και την κυπριακή οικονομία ως κάπως αλληλένδετες.
Η Ελληνική Τράπεζα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα στην Κύπρο, με ενεργητικό 20 δισ. ευρώ, και εστιάζει περισσότερο στον δανεισμό λιανικής, στο 57% περίπου των δανείων της έναντι 36% της Eurobank. Αναμένουμε ότι η ενδεχόμενη εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας δεν θα αποδυναμώσει το χρηματοοικονομικό προφίλ της Eurobank επειδή η Ελληνική Τράπεζα έχει ισορροπημένο προφίλ χρηματοδότησης και υγιείς δείκτες ποιότητας ενεργητικού. Επιπλέον, η ποιότητα του ενεργητικού της Ελληνικής Τράπεζας έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, με δείκτη NPE 3,3%, CET1 στο 20,8% και συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 26,5%.
«Το θετικό outlook για τη Eurobank αντικατοπτρίζει τις προσδοκίες μας ότι, τους επόμενους δώδεκα μήνες, η τράπεζα θα μπορούσε να βελτιώσει τους δείκτες απόδοσης, να παρουσιάσει υγιή λειτουργική κερδοφορία σε σύγκριση με τις υπόλοιπες και να διατηρήσει το ενισχυμένο προφίλ κινδύνου και την κεφαλαιοποίησή της παρά την ανόργανη ανάπτυξη», σχολιάζει η S&P.
«Θα μπορούσαμε να αναθεωρήσουμε τις προοπτικές μας για τη Eurobank σε σταθερές εάν συμπεράνουμε ότι οι οικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα έχουν επιδεινωθεί περισσότερο από ό,τι αναμενόταν λόγω της σύγκρουσης Ρωσίας - Ουκρανίας ή της συνεχιζόμενης νομισματικής σύσφιξης, οδηγώντας σε σημαντικά πιο έντονη πίεση στην ποιότητα και την κεφαλαιοποίηση της τράπεζας. Από την άλλη, θα μπορούσαμε να αναβαθμίσουμε τη Eurobank, εάν η τράπεζα επιδείξει σταθερή ισχυρή λειτουργική απόδοση και υγιή ποιότητα περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με αυτή των ομοτίμων με υψηλότερη αξιολόγηση. Για παράδειγμα, αυτό θα μπορούσε να προκύψει από την εξασφάλιση του ελέγχου της Ελληνικής Τράπεζας από την Eurobank και την ενοποίησή της, εάν καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι αυτό ενισχύει το business προφίλ και το franchise της τράπεζας σε σύγκριση με ομοτίμους».