Με τις τράπεζες να ξεκινούν από σήμερα τις ανακοινώσεις αποτελεσμάτων εννεαμήνου, παρουσιάζοντας ένα τρίτο τρίμηνο ακόμη καλύτερο από το δεύτερο και το πρώτο χάρη στα αυξημένα επιτοκιακά έσοδα από τα υψηλά επιτόκια της ΕΚΤ, αρχίζουν να διακρίνονται τα πρώτα σημάδια της άλλης όψης του νομίσματος.
Μέχρι πρότινος, τα υψηλά επιτόκια αποτελούσαν μηχανή εύκολων κερδών για τις τράπεζες από τη διαφορά μεταξύ επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων. Πλέον, οι τράπεζες θα αναγκαστούν να περάσουν άμεσα και στις καταθέσεις μεγαλύτερο μέρος των αυξήσεων επιτοκίων που έως τώρα περνούσε εξ ολοκλήρου και αυτομάτως στα δάνεια. Την ίδια στιγμή, οι τράπεζες θα αναγκαστούν να βάλουν φρένο στα επιτοκιακά περιθώρια των δανείων. Και αυτό, διότι αφενός συνεχίζεται – αν και πιο ήπια – το φαινόμενο των πρόωρων αποπληρωμών δανείων από επιχειρήσεις (και ιδιώτες) με διαθέσιμη ρευστότητα, αφετέρου επιχειρήσεις με δανεισμό αρχίζουν να ζητούν επαναδιαπραγμάτευση των επιτοκίων των δανείων τους, πιέζοντας για μείωση των spreads.
Οι δύο αυτές τάσεις - αύξηση επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις και μείωση των επιτοκιακών περιθωρίων στα δάνεια -, θα καταγραφούν από το τελευταίο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
Μία πρώτη αμυδρή εικόνα της «ζυγαριάς» των επιτοκίων, έδειξαν τα στοιχεία που ανακοίνωσαν χθες η ΤτΕ και η ΕΚΤ για καταθέσεις και χορηγήσεις στην Ελλάδα και στην Ευρωζώνη τον μήνα Σεπτέμβριο. Τα στοιχεία επιβεβαίωσαν για ακόμη μία φορά και την «ψαλίδα» μεταξύ επιτοκίων σε Ελλάδα και Ευρωζώνη, η οποία, ενδεικτικά στις καταθέσεις προθεσμίας φτάνει στις 1,35 μονάδες για τις καταθέσεις των νοικοκυριών και στη 1 μονάδα για τις καταθέσεις επιχειρήσεων.
Τα επιτόκια στην Ελλάδα (νέες καταθέσεις, νέα δάνεια)
Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων καταθέσεων κινήθηκε ανοδικά κατά 0,43%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των νέων δανείων μειώθηκε στο 6,15%. Το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των νέων καταθέσεων και δανείων μειώθηκε στις 5,72 εκατοστιαίες μονάδες.
Το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος από νοικοκυριά αυξήθηκε κατά 17 μ.β., στο 1,73% και από επιχειρήσεις κατά 15 μ.β., στο 2,85%. Το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων μίας ημέρας (ταμιευτήριο) από νοικοκυριά παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,03% και το αντίστοιχο από επιχειρήσεις σχεδόν αμετάβλητο στο 0,17%.
Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των νέων δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 20 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 6,15%.
Ειδικότερα, το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια (κατηγορία που περιλαμβάνει τα δάνεια μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανοικτά δάνεια και υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς) παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 14,79%.
Το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο μειώθηκε κατά 121 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 12,19%. Το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο αυξήθηκε κατά 39 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 4,42%.
Το μέσο επιτόκιο των επιχειρηματικών δανείων χωρίς συγκεκριμένη διάρκεια διαμορφώθηκε στο 6,76% από 6,73% τον προηγούμενο μήνα, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των επαγγελματικών δανείων αυξήθηκε κατά 5 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 7,77%.
Το μέσο επιτόκιο των νέων επιχειρηματικών δανείων με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο μειώθηκε κατά 31 μονάδες βάσης, το Σεπτέμβριο του 2023, και διαμορφώθηκε στο 6,04%. Το μέσο επιτόκιο των δανείων τακτής λήξης με κυμαινόμενο επιτόκιο προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 6,10%.
Όσον αφορά τη διάρθρωση των επιτοκίων ως προς το ύψος του δανείου σημειώνεται ότι το μέσο επιτόκιο για δάνεια μέχρι και 250.000 ευρώ αυξήθηκε κατά 8 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 5,76%, για δάνεια από 250.001 μέχρι 1 εκατ. ευρώ αυξήθηκε κατά 9 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 6,06%, ενώ για δάνεια άνω του 1 εκατ. ευρώ μειώθηκε κατά 34 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 6,06%.
Τα επιτόκια στην Ευρωζώνη
Στις νέες προθεσμιακές καταθέσεις νοικοκυριών με διάρκεια έως ένα έτος, το επιτόκιο αυξήθηκε κατά 4 μονάδες βάσης, στο 3,08%. Για τις επιχειρήσεις, το αντίστοιχο επιτόκιο αυξήθηκε κατά 15 μονάδες βάσης, στο 3,58%.
Στις καταθέσεις μίας ημέρας το επιτόκιο για τα νοικοκυριά παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,33%, ενώ για τις επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 10 μ.β, στο 0,75%.
Το μεσοσταθμικό επιτόκιο προς νοικοκυριά για δάνεια αγοράς κατοικίας αυξήθηκε κατά 4 μονάδες βάσης, στο 3,89%. Το κυμαινόμενο επιτόκιο με αρχική περίοδο σταθερού επιτοκίου έως και ένα έτος παρέμεινε γενικά αμετάβλητο στο 4,72%. Το επιτόκιο στεγαστικών δανείων με αρχική περίοδο σταθερού επιτοκίου άνω του ενός έως και πέντε χρόνια παρέμεινε σχεδόν σταθερό στο 4,24%. Το επιτόκιο δανείων για αγορά κατοικίας με αρχική περίοδο σταθερού επιτοκίου άνω των πέντε και έως δέκα ετών αυξήθηκε κατά 7 μονάδες βάσης, σε 3,86%. Το επιτόκιο στεγαστικών δανείων με αρχική περίοδο σταθερού επιτοκίου άνω των δέκα ετών αυξήθηκε κατά 6 μονάδες βάσης, στο 3,57%.
Το επιτόκιο των νέων δανείων προς τα νοικοκυριά για κατανάλωση μειώθηκε κατά 5 μονάδες βάσης, στο 7,86%.
Στα νέα επιχειρηματικά δάνεια, το μεσοσταθμικό επιτόκιο δανεισμού αυξήθηκε κατά 10 μονάδες βάσης, στο 5,09%.
Το επιτόκιο νέων δανείων άνω του 1 εκατ. ευρώ με κυμαινόμενο επιτόκιο και αρχική περίοδο σταθερού επιτοκίου έως τρεις μήνες παρέμεινε σε γενικές γραμμές αμετάβλητο, στο 5,03%. Το επιτόκιο για νέα δάνεια ίδιου μεγέθους με αρχική περίοδο καθορισμού επιτοκίου 3 μηνών – ενός έτους τριών μηνών αυξήθηκε κατά 10 μονάδες βάσης στο 4,99%. Το επιτόκιο των νέων δανείων άνω 1 εκατ. ευρώ με αρχική περίοδο σταθερού επιτοκίου άνω των δέκα ετών παρέμεινε σε γενικές γραμμές αμετάβλητο, στο 3,98%. Στην περίπτωση νέων δανείων έως 250.000 ευρώ με κυμαινόμενο επιτόκιο και αρχική περίοδο σταθερού επιτοκίου έως τρεις μήνες, το μέσο επιτόκιο αυξήθηκε κατά 12 μονάδες βάσης, στο 5,58%.
Το επιτόκιο των νέων δανείων σε ατομικές επιχειρήσεις με κυμαινόμενο επιτόκιο και αρχική περίοδο σταθερού έως και ενός έτους παρέμεινε γενικά αμετάβλητη στο 5,65%.