Σε περαιτέρω αναβάθμιση των τιμών στόχων προχωρά και η Εθνική Χρηματιστηριακή, μετά τις Jefferies, Euroxx, Eurobank Equities, Morgan Stanley, για τις ελληνικές τράπεζες στη βάση της επιτυχής υλοποίησης των μέχρι τώρα business plans των τραπεζών, στην ανθεκτικότητα που αναμένεται να επιδείξει η κερδοφορία τους και το 2024 και η προοπτική της διανομής μερισμάτων από τη χρήση του 2023.
Όπως αναφέρει η Χρηματιστηριακή, οι ελληνικές τράπεζες ξεκίνησαν τη χρονιά «με το δεξί», όπως επισημαίνει, με μέση απόδοση 5,4%, υπεραποδίδοντας των ευρωπαϊκών τραπεζών κατά 7,8%, ενώ τοποθετούντα αρκετά καλά για να επωφεληθούν από τα διατηρούμενα υψηλά επιτόκια, τα οποία αναμένεται να διατηρηθούν αμετάβλητα για ένα μεγάλο μέρος του 2024, και να εστιάσουν στην ενίσχυση των δανειακών τους χαρτοφυλακίων. Σύμφωνα με τους αναλυτές, αυτό θα βοηθήσει τις ελληνικές τράπεζες να μετριάσουν τον αντίκτυπο των μειώσεων των επιτοκίων που αναμένεται αργότερα μέσα στο έτος, διατηρώντας την κερδοφορία τους σε υψηλά επίπεδα.
Επιπλέον, οι συνεχείς προσπάθειές τους για μείωση του «στοκ» των NPEs οδήγησαν σε υγιείς ισολογισμούς, ενώ τα ισχυρά επίπεδα κεφαλαίου επιτρέπουν την διανομή μερισμάτων και επιβράβευσης των μετοχών.
Παράλληλα, η προοπτική μιας περαιτέρω αποεπένδυσης του ΤΧΣ αναμένεται να κεντρίσει ακόμη περισσότερο την προσοχή των επενδυτών, να αυξήσει τους όγκους συναλλαγών και να ενισχύσει τις επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών. Ο βασικός κίνδυνος που εντοπίζει η Εθνική Χρηματιστηριακή για το 2024 είναι οι ελληνικές τράπεζες να μην μπορέσουν να αυξήσουν τα χαρτοφυλάκια δανείων τους σύμφωνα με τους στόχους, καθιστώντας την κερδοφορία τους ευάλωτη σε τυχόν μειώσεις επιτοκίων.
Η Χρηματιστηριακή είναι θετική για όλες τις ελληνικές συστημικές τράπεζες που καλύπτει, καθώς θεωρεί ότι τα χαρακτηριστικά τους αντικατοπτρίζονται στις σχετικές αποτιμήσεις τους. Οι υψηλότερες τιμές στόχοι που δίνει αντικατοπτρίζουν κυρίως την αναβάθμιση των εκτιμήσεών της για τα μεγέθη τους, λαμβάνοντας υπόψη την καλύτερη από την αναμενόμενη απόδοση στο εννεάμηνο του 2023. Η Τράπεζα Πειραιώς συνεχίζει να είναι η κορυφαία επιλογή της κυρίως για λόγους δεικτών αποτίμησης, καθώς πιστεύει ότι παραμένει αδικαιολόγητα υποτιμημένη σε σχέση με τις υπόλοιπες ελληνικές τράπεζες, δεδομένου ότι οι μετρήσεις τους συγκλίνουν γρήγορα σε ευρωπαϊκά επίπεδα.
Οι νέες τιμές στόχοι είναι τα 2 ευρώ για την Alpha Bank από 1,95 ευρώ προηγουμένως, στα 2,10 ευρώ για τη Eurobank από 1,70 ευρώ, και για την Τράπεζα Πειραιώς τα 4,50 ευρώ από 3,90 ευρώ προηγουμένως, με τη σύσταση να είναι «outperform».
Σύμφωνα με τη Χρηματιστηριακη, οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών κατέγραψαν υψηλές επιδόσεις το 2023, με μέση άνοδο 68%, αντανακλώντας τη βελτιωμένη κερδοφορία, την ισχυρή ρευστότητα και τα ισχυρά επίπεδα κεφαλαίου καθώς και τις ευνοϊκές προοπτικές. Οι ελληνικές τράπεζες φαίνεται να έχουν επιστρέψει στο «ραντάρ» των επενδυτών, υπεραποδίδοντας έναντι των ευρωπαϊκών το 2023 κατά 48%.
Επιπλέον, σε όρους σχετικής αποτίμησης, συνεχίζουν να διαπραγματεύονται με discount έναντι των ευρωπαϊκούς τραπεζών, κάτι που σύμφωνα με τους αναλυτές δεν δικαιολογείται πλήρως από το «country risk» της χώρας και από τον κλαδικό κίνδυνο. Οι ελληνικές τράπεζες διαπραγματεύονται με μέσο δείκτη λογιστικής αξίας P/TBV για το 2024 στο 0,74χ, έναντι 0,91χ για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, ή με discount 18%. Συνεπώς, η Χρηματιστηριακή πιστεύει ότι το σχετικό discount θα μπορούσε να περιοριστεί καθώς τα business plans των ελληνικών τραπεζών υλοποιούνται με επιτυχία, οδηγώντας σε βελτίωση της κερδοφορίας, και καθώς επανεκκινούν τις διανομές μερισμάτων. Επιπλέον, η αποεπένδυση του ΤΧΣ από την Τράπεζα Πειραιώς και την Εθνική κατά το 2024 θα είναι σημαντικοί καταλύτες για την απόδοση των μετοχών.