Απροσδόκητη μείωση των εσόδων του τέταρτου τριμήνου ανακοίνωσε η BNP Paribas και αναθεώρησε επι τα χείρω την κερδοφορία της προκαλώντας πτώση 9,2% στις μετοχές της γαλλικής τράπεζας. Τα έσοδα της επενδυτικής τράπεζας μειώθηκαν σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, όπως και οι πωλήσεις καταναλωτικών και εμπορικών ακινήτων.
Ο διευθύνων σύμβουλος Jean-Laurent Bonnafe δήλωσε ότι οι προοπτικές δεν είναι καλές για την τράπεζα, καθώς η οικονομία της ευρωζώνης «βρίσκεται σε διαδικασία επιβράδυνσης». Την ίδια στιγμή ο ορίζοντας δεν έχει ξεκαθαρίσει από την οικονομική αβεβαιότητα και τις προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων.
«Η ΕΚΤ δεν μειώνει τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια της, αλλά περιμένει να πέσει ο πληθωρισμός. Προφανώς αυτό παίρνει λίγο περισσότερο χρόνο από ό,τι αναμενόταν. Από αυτή την άποψη, το 2024 δεν θα είναι πολύ ευνοϊκό για εμάς», πρόσθεσε ο Bonnafe σε συνέντευξη Τύπου.
Τα καθαρά κέρδη του ομίλου μειώθηκαν κατά 50% σε ετήσια βάση στα 1,07 δισ. ευρώ, χάνοντας τις μέσες εκτιμήσεις των αναλυτών για 1,74 δισ. ευρώ, όπως μεταδίδει το Reuters. Οι αναλυτές της JP Morgan χαρακτήρισαν τα αποτελέσματα «απογοητευτικά». «Η αστοχία προήλθε κυρίως από την CIB (εταιρική επενδυτική τραπεζική)», ανέφεραν σε σημείωμά τους.
Η BNPP δήλωσε ότι θα αυξήσει το μέρισμα για ολόκληρο το έτος κατά 18% σε 4,60 ευρώ ανά μετοχή και θα δαπανήσει επιπλέον 1,05 δισ. ευρώ για την αγορά ιδίων μετοχών. Η μεγαλύτερη τράπεζα της ευρωζώνης με βάση το ενεργητικό της δήλωσε ότι έχει ήδη χρησιμοποιήσει 3 δισεκατομμύρια ευρώ πλεονάζοντος κεφαλαίου από τα περισσότερα από 7 δισεκατομμύρια ευρώ που κέρδισε μετά την πώληση των δραστηριοτήτων λιανικής στις ΗΠΑ πέρυσι, αφήνοντας της περίπου 4,6 δισεκατομμύρια ευρώ προς αναδιάταξη.
Η αστοχία της BNPP οφείλεται εν μέρει στο ότι έβαλε στην άκρη 645 εκατ. ευρώ για να καλύψει ζημίες που συνδέονται με «κινδύνους χρηματοπιστωτικών μέσων». Το ήμισυ αυτού του ποσού αφορά μια μακροχρόνια υπόθεση που αφορά υποθήκες σε ελβετικό φράγκο στην Πολωνία, οι οποίες αποδείχθηκαν δαπανηρές για τους δανειολήπτες όταν το νόμισμα εκτινάχθηκε έναντι του ζλότι. Το ανώτατο δικαστήριο της Ευρώπης αποφάνθηκε πέρυσι υπέρ των κατόχων ενυπόθηκων δανείων, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να διεκδικήσουν μέρος των πληρωμών.