Σημαντικές ευκαιρίες για την πραγματοποίηση βιώσιμων επενδύσεων παρουσιάζει η ελληνική οικονομία, με έμφαση στους τομείς πράσινης ενέργειας, τουρισμού και real estate, τόνισε ο Θοδωρής Τζούρος, Ανώτερος Γενικός Διευθυντής, Chief Corporate & Investment Banking της Τράπεζας Πειραιώς, ο οποίος συμμετείχε σε συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της διεθνούς έκθεσης MIPIM.
Η MIPIM είναι κορυφαία έκθεση στον τομέα του real estate παγκοσμίως και πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή 90 χωρών, περισσότερων από 20.000 επισκεπτών της διεθνούς βιομηχανίας ακινήτων και επενδυτών που διαχειρίζονται assets της τάξης των 4 τρισ. ευρώ.
Στο πλαίσιο της έκθεσης και σε συζήτηση που οργάνωσε το Enterprise Greece με θέμα «Greece: Unveiling Sustainable Investment Opportunities», ο κ. Τζούρος αναφέρθηκε στην αυξημένη επενδυτική δραστηριότητα που καταγράφεται την τελευταία τριετία στη χώρα. Τα στοιχεία σχετικά με το σχηματισμό παγίου κεφαλαίου αποτυπώνουν αύξηση από €20 δισ. ετησίως την περίοδο 2011-2020, σε €28 δισ. το 2023. Οι επενδύσεις στη χώρα μας ανήλθαν στο 14% του ΑΕΠ φέτος, παραμένοντας όμως σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με το μέσο ευρωπαϊκό επίπεδο που ανέρχεται στο 21%.
Όπως σημείωσε ο κ. Τζούρος, δεδομένης της απουσίας ξένης τραπεζικής χρηματοδότησης, η αυξημένη επενδυτική δραστηριότητα έχει βασικά χρηματοδοτηθεί από τον εγχώριο τραπεζικό τομέα, ο οποίος ενισχύει την πιστωτική επέκταση κυρίως στην επιχειρηματική πίστη, καθώς η ζήτηση στη λιανική τραπεζική παραμένει υποτονική.
Είναι ενδεικτικό ότι η καθαρή πιστωτική επέκταση προς τις ελληνικές επιχειρήσεις έφτασε τα €12 δισ. κατά τη διετία 2022-2023, με υπόλοιπα ύψους €74 δισ. στο τέλος του 2023 και άνοδο της τάξης του 18% σε σχέση με το τέλος του 2021. Τα περιθώρια για περαιτέρω πιστωτική επέκταση είναι σημαντικά, πρόσθεσε αφού οι ελληνικές τράπεζες έχουν τη χαμηλότερη αναλογία δανείων/καταθέσεων στην Ευρώπη, στο 59% έναντι 104% στη ζώνη του ευρώ.
Ο επικεφαλής Corporate & Investment Banking της Τράπεζας Πειραιώς τόνισε ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτής της χρηματοδότησης κατευθύνθηκε σε έργα που μπορούν να χαρακτηριστούν βιώσιμες επενδύσεις καθώς έχουν μακροπρόθεσμα οφέλη για την ελληνική κοινωνία και οικονομία με πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα. Αφορούν δε, κυρίως τρεις κατηγορίες, όπως σημείωσε:
- έργα πράσινης ενέργειας, που σχετίζονται με έργα υποδομής φωτοβολταϊκών/αιολικών και δικτύων. O κ. Τζούρος εκτίμησε ότι καθώς η ισχύς ΑΠΕ στη χώρα μας αναμένεται να διπλασιαστεί έως το 2030 από τα 10 GW σήμερα, με επιπλέον επενδύσεις περίπου €10-15 δισ. σε νέα ισχύ, μπαταρίες και αναβάθμιση δικτύου.
- έργα υποδομής που υποστηρίζουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, μεταξύ των οποίων το νέο αεροδρόμιο Κρήτης, η επέκταση του Αεροδρομίου Αθηνών, περιφερειακά αεροδρόμια, ο Βόρειος Οδικός Αξονας Κρήτης, το FlyOver στη Θεσσαλονίκης, έργα αρδευτικών συστημάτων & διαχείρισης απορριμμάτων και νέα σχολικά κτίρια. Έργα άνω των €15 δισ. που έχουν προγραμματιστεί για την περίοδο έως το 2030, θα αναπτυχθούν μέσω συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
- τουρισμός και real estate. Στον τουρισμό, η έμφαση δίνεται στην αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος, με ισχυρή δραστηριότητα σε νέες μονάδες 4 και 5 αστέρων με επίκεντρο τα νησιά Αιγαίου, την Κρήτη και την Αθήνα, η οποία τα τελευταία έχει αποτελέσει αυτόνομο τουριστικό προϊόν. Όσον αφορά την αγορά του real estate, κινητικότητα καταγράφεται στα κτίρια γραφείων και logistics, κυρίως σε Αθήνα και δευτερευόντως σε Θεσσαλονίκη.
Ο κ. Τζούρος υπογράμμισε ότι το περιβάλλον αναμένεται ευνοϊκό τα επόμενα χρόνια καθώς η Ελλάδα συνδυάζει ισχυρό τραπεζικό σύστημα, πολιτική σταθερότητα, επενδυτική βαθμίδα και εισροή σημαντικών αναπτυξιακών πακέτων από την Ε.Ε. που παρέχουν σημαντική ώθηση στην ελληνική οικονομία.
Η οικονομία εκτιμάται ότι θα «τρέξει» με ρυθμό 2-2,3% τα επόμενα έτη, ενώ οι εγχώριες επιχειρήσεις εμφάνισαν ισχυρή κερδοφορία το 2023, παρά την αύξηση των επιτοκίων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι όλο και περισσότερες ελληνικές εταιρίες εκμεταλλεύονται τα δυνατά αποτελέσματα των τελευταίων ετών για να χρηματοδοτήσουν νέες δραστηριότητες στο εξωτερικό και καταγράφεται μια νέα εξωστρέφεια της ελληνικής επιχειρηματικότητας, είπε ο κ. Τζούρος.
Σημαντικός μοχλός ώθησης της ανάπτυξης είναι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με τα συνολικά κεφάλαια που διατίθενται στην Ελλάδα να ανέρχονται σε €35 δισ., το 15% του ΑΕΠ, και εν μέρει εξηγούν το ρυθμό ανάπτυξης 2% που σημειώθηκε στην ελληνική αγορά το 2023 και θα συνεχιστεί επίσης για το 2024 και το 2025.
Έως το τέλος του 2023 είχαν υπογραφεί δανειακές συμβάσεις ΤΑΑ ύψους €4 δισ., οι οποίες σχετίζονται με έργα περίπου €8 δισ.. Από αυτά το 30% είναι έργα πράσινης ενέργειας, 25% έργα στο χώρο του τουρισμού και 20% αφορούν σε ψηφιακό μετασχηματισμό (κυρίως δίκτυα οπτικών ινών). Σε ένα περιβάλλον δε, ιστορικά υψηλών επιτοκίων, πολλά από τα projects δεν θα είχαν υλοποιηθεί χωρίς το ΤΑΑ, τόνισε ο κ. Τζούρος, ο οποίος επισήμανε ότι αποτελεί πρόκληση η απορρόφηση των κονδυλίων μέχρι τον Αύγουστο του 2026.