«Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ, δουλεύουμε όλοι για τις συνθήκες της ενεργειακής μετάβασης, ώστε να ζούμε καλύτερα, πιο οικονομικά και πιο ανταγωνιστικά», σημείωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΗ Ανανεώσιμες, Κωνσταντίνος Μαύρος, μιλώντας στο Delphi Economic Forum.
Τόνισε πως η ενεργειακή μετάβαση θα βασιστεί στην απανθρακοποίηση (με την απόσυρση των μονάδων ορυκτών καυσίμων), την αποκεντρωμένη παραγωγή από ΑΠΕ, καθώς και την ψηφιοποίηση. «Αυτή είναι η ουσία της ενεργειακής μετάβασης, χρειάζεται βούληση και πολιτική κατεύθυνση. Θεωρώ ότι υπάρχει σε παγκόσμιο επίπεδο», πρόσθεσε.
Επισήμανε ότι οι άξονες ανάπτυξης του Ομίλου είναι το «πρασίνισμα», η πελατοκεντρική στρατηγική και οι νέες τεχνολογίες. Όσον αφορά τον κλάδο των ΑΠΕ, σημείωσε πως αποτελεί στρατηγική επιλογή για τη ΔΕΗ, καθώς πέρα των άλλων είναι μία σωστή επιχειρηματική τακτική για να εξασφαλιστεί η κερδοφορία και η αειοφορία των επενδύσεων.
Υπογράμμισε ότι η Ελλάδα διαθέτει τις προϋποθέσεις να πρωταγωνιστήσει στα ενεργειακά δρώμενα της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Όπως τόνισε, σε αυτό το πλαίσιο ο Όμιλος ΔΕΗ εξελίσσεται σε εθνικό πρωταθλητή, αποκτώντας ηγετικό ρόλο σε όλη την ευρύτερη περιοχή, ενώ δημιουργούνται οι προοπτικές ώστε η Ελλάδα να γίνει τοπική ενεργειακή υπερδύναμη.
Όπως συμπλήρωσε, καθώς η «πράσινη» ενέργεια έχει το μικρότερο κόστος, η βιομηχανία μπορεί να προσφέρει φθηνότερα αγαθά. Όσο φθηναίνει ο ηλεκτρισμός, τόσο περισσότερο θα διεισδύει σε νέες χρήσεις, όπως στη θέρμανση με τις αντλίες θερμότητας.
Υπογράμμισε ωστόσο ότι η ενεργειακή μετάβαση εγκυμονεί σημαντικά «στοιχήματα», σημειώνοντας ενδεικτικά τα πορίσματα μελέτης σύμφωνα με τα οποία μέχρι το 2040 πρέπει είτε να ανακαινισθούν είτε να κατασκευαστούν παγκοσμίως 80 εκατ. χιλιόμετρα δικτύων ηλεκτρισμού. Το νούμερο αυτό ουσιαστικά σημαίνει πως θα πρέπει να διπλασιαστούν τα δίκτυα.
Ειδικά μάλιστα στην Ευρώπη, υπολογίζεται ότι θα πρέπει να δαπανηθούν 580 δισ. ευρώ μέχρι το 2030 για την ανάπτυξη δικτύων. Όπως υπογράμμισε, πρόκειται για μία τόσο οικονομική όσο και τεχνική πρόκληση.
Σύμφωνα με τον κ. Μαύρο, πέρα από την ανάπτυξη δικτύων, για την απανθρακοποίηση απαιτούνται νέοι κλάδοι, όπως η αποθήκευση ενέργειας. Επίσης, χρειάζονται νέες τεχνολογίες -ενδεικτικά η αποθήκευση CO2 ή η ανάπτυξη μικρών πυρηνικών μονάδων- που θα σταθεροποιήσουν το ενεργειακό σύστημα.
Μιλώντας στο ίδιο πάνελ, ο κ. Ελευθέριος Χαραλάμπους από τη Mckinsey υπογράμμισε πως πλέον έχει εδραιωθεί επιστημονικά ότι το CO2 είναι ο θερμοστάτης του πλανήτη, όπως και ότι η άνοδος της συγκέντρωσς του διοξειδίου του άνθρακα οφείλεται σε ανθρωπογενείς εκπομπές.
Σημείωσε πως η ενεργειακή μετάβαση προϋποθέτει τον μετασχηματισμό ολόκληρης της οικονομίας, ενώ είναι απαραίτητο να γίνει με τρόπο υπεύθυνο από την πλευρά της ασφάλειας εφοδιασμού. Προς αυτή την κατεύθυνση, όπως πρόσθεσε, υπάρχουν εναλλακτικές επιλογές, από την άποψη των πολιτικών και του κόστους.
Υπογράμμισε πως το Green Deal αποτελεί μακροπρόθεσμο στόχο, ώστε το 90% της ενεργειακής κατανάλωσης να προέρχεται από ΑΠΕ. Εταιρείες ενέργειας όπως η ΔΕΗ εντόπισαν από νωρίς την ευκαιρία που δημιουργεί η απανθρακοποίηση και η οποία μπορεί να τους αποφέρει σημαντικά οφέλη. Το πρόβλημα όμως παραμένει στο πώς θα γίνει η διαχείριση της μεταβατικής περιόδου προς την επίτευξη αυτού του στόχου, κατά την οποία τα ορυκτά καύσιμα θα παραμείνουν απαραίτητα για την ενεργειακή ασφάλεια.