Σημαντικά ευκολότερη πρόσβαση σε δανεισμό έχουν αποκτήσει οι ελληνικές επιχειρήσεις, κλείνοντας την ψαλίδα με τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σε όρους προσβασιμότητας σε χρηματοδότηση. Την ίδια στιγμή, το κόστος δανεισμού αποτελεί πιο επιβαρυντικό παράγοντα για τις ελληνικές επιχειρήσεις σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές, ενώ οι ελληνικές χρηματοδοτούν σε μεγαλύτερο βαθμό τα επενδυτικά τους σχέδια με ίδια κεφάλαια. Κατά μέσο όρο, το 11% των επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν από εταιρείες στην Ελλάδα κατευθύνθηκε σε μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης του οργανισμού, σχεδόν πανομοιότυπο με τον τρέχοντα μέσο όρο της ΕΕ (12%).
Τα παραπάνω συνάγονται από την Επισκόπηση Επενδύσεων 2023 για την Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (EIB Investment Survey 2023 - Greece overview), η οποία επιβεβαιώνει τον θετικό αντίκτυπο της βελτίωσης του επιχειρηματικού κλίματος και της οικονομίας στις επενδύσεις των ελληνικών επιχειρήσεων. Όπως διαπιστώνεται, οι επιχειρήσεις ανησυχούν πολύ λιγότερο για όσα ανησυχούσαν στην Επισκόπηση του 2022. Τα μακροπρόθεσμα εμπόδια στις επενδύσεις στην Ελλάδα είναι η αβεβαιότητα για το μέλλον (89%), το ενεργειακό κόστος (85%) και η διαθεσιμότητα ειδικευμένου προσωπικού (82%). Αυτά είναι επίσης τα κύρια εμπόδια για τις επιχειρήσεις σε ολόκληρη την ΕΕ. Σε σύγκριση με την Επισκόπηση Επενδύσεων 2022 της ΕΤΕπ, όμως, οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα έχουν μειώσει τις ανησυχίες τους για τα παραπάνω, αφού τότε 97% ένιωθαν αβεβαιότητα για το μέλλον, 96% για το ενεργειακό κόστος, 71% για τους κανονισμούς της αγοράς εργασίας, 70% για την επαρκή υποδομή μεταφορών και 72% για τη διαθεσιμότητα χρηματοδότησης. Οι επιχειρήσεις στον κλάδο υποδομών είναι αυτές με τα χαμηλότερα ποσοστά ανησυχίας ότι καθένα από τα παραπάνω μπορεί να εμποδίσει τις επενδύσεις τους.
Περαιτέρω, η πρόσβαση των ελληνικών επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση έχει αυξηθεί κατακόρυφα. Όπως προκύπτει από την επισκόπηση 2023 της ΕΤΕπ, το ποσοστό των ελληνικών επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν περιορισμούς χρηματοδότησης έχει μειωθεί στο μισό, συγκριτικά με την επισκόπηση της ΕΤΕπ για το 2022, από 16% σε 7,9%, φέρνοντάς το πιο κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ (6,1%). Και αυτή είναι μια σημαντική αλλαγή σε σχέση με την τελευταία επταετία.
Το ποσοστό των επιχειρήσεων με περιορισμένη χρηματοδότηση στην Ελλάδα είναι υψηλότερο στον κατασκευαστικό τομέα (13,8%) και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (10,0%). Μία στις δέκα (9,9%) ΜμΕ είναι οικονομικά περιορισμένες σε σύγκριση με το 4,1% των μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ το 19% των ΜμΕ είναι πρόθυμο να βασίζεται στην εσωτερική χρηματοδότηση σε σύγκριση με το 17% των μεγάλων επιχειρήσεων. Όπως και στην Eπισκόπηση του 2022, ο κύριος περιορισμός που αναφέρουν οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι η απόρριψη (5,8%), ακολουθούμενη από την υπερβολικά ακριβή χρηματοδότηση (1,7%).
Σημειώνεται ότι μία στις τέσσερις επιχειρήσεις στην Ελλάδα (26%) είναι δυσαρεστημένη με το κόστος χρηματοδότησης. Και το ποσοστό αυτό είναι πολύ υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (14%).
Η επισκόπηση της ΕΤΕπ διαπιστώνει ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις βασίστηκαν περισσότερο στην εσωτερική χρηματοδότηση από ό,τι στην ΕΕ συνολικά (74% έναντι 66%), ενώ η εξωτερική χρηματοδότηση υποστήριξε μικρότερο ποσοστό των επενδύσεών τους (22% έναντι 26%). Οι εσωτερικές πηγές αντιπροσώπευαν το μεγαλύτερο μερίδιο της επενδυτικής χρηματοδότησης των επιχειρήσεων στην Ελλάδα (74%), ακολουθούμενες από την εξωτερική χρηματοδότηση (22%). Το υπόλοιπο (4%) προήλθε από ενδοομιλική χρηματοδότηση. Όλα τα ποσοστά συμβαδίζουν με την Eπισκόπηση του2022. Οι μεγάλες επιχειρήσεις είχαν περισσότερες πιθανότητες από τις μικρομεσαίες να έχουν χρησιμοποιήσει εξωτερική χρηματοδότηση (30% έναντι 18%) και λιγότερο πιθανό να έχουν χρησιμοποιήσει εσωτερική χρηματοδότηση (62% έναντι 81%).
Τέσσερις στις δέκα επιχειρήσεις στην Ελλάδα (40%) που επένδυσαν το τελευταίο οικονομικό έτος, χρηματοδότησαν τουλάχιστον μέρος αυτής της επένδυσης μέσω εξωτερικών πηγών. Αυτό είναι σύμφωνο με την Eπισκόπηση 2022 της ΕΤΕπ (41%) και τον μέσο όρο της ΕΕ (43%). Το ποσοστό των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν εξωτερική χρηματοδότηση ήταν το υψηλότερο στον τομέα της μεταποίησης (47%) και το χαμηλότερο στον τομέα των υπηρεσιών (34%). Οι μεγάλες επιχειρήσεις που επένδυσαν είχαν περισσότερες πιθανότητες από τις μικρομεσαίες να λάβουν χρηματοδότηση από εξωτερικές πηγές (53% έναντι 32%).
Μία στις πέντε επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν εξωτερική χρηματοδότηση στην Ελλάδα έλαβαν επιχορηγήσεις (21%). Αυτό ευθυγραμμίζεται σε γενικές γραμμές με τον μέσο όρο της ΕΕ (16%). Οι κατασκευαστικές εταιρείες που χρησιμοποιούν εξωτερική χρηματοδότηση είναι πιο πιθανό να έχουν λάβει επιχορηγήσεις (37%), ακολουθούμενες από τις εταιρείες υποδομών (28%). Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν εξωτερική χρηματοδότηση είναι πιο πιθανό από τις μεγάλες επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν εξωτερική χρηματοδότηση να έχουν λάβει επιχορηγήσεις (30% έναντι 12%).
Η ΕΤΕπ διαπιστώνει ότι οι ανησυχίες που αναφέρουν συχνότερα οι εταιρείες στην Ελλάδα είναι οι τιμές της ενέργειας (96%) και η αβεβαιότητα σχετικά με τις τιμές ενέργειας, τη διαθεσιμότητα ή τα ρυθμιστικά πλαίσια (93%), τα οποία είναι και τα δύο υψηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ (93% και 89% αντίστοιχα). Η πλειονότητα των επιχειρήσεων στην Ελλάδα θεωρεί ότι οι τιμές της ενέργειας αποτελούν σημαντική ανησυχία (65%), υψηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ (59%). Ενώ η πλειονότητα των επιχειρήσεων στην Ελλάδα ανησυχεί για τη διαθεσιμότητα ενέργειας (73%), είναι μεγάλη ανησυχία μόνο για το 33% από αυτές.
Τρεις στις δέκα ελληνικές επιχειρήσεις (30%) επένδυσαν σε μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, πολύ κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ (51%). Οι μεταποιητικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα είχαν τις περισσότερες πιθανότητες να επενδύσουν στην ενεργειακή απόδοση (37%), ενώ οι κατασκευαστικές εταιρείες τις λιγότερες (20%). Οι μεγάλες επιχειρήσεις είχαν περισσότερες πιθανότητες από τις ΜμΕ να επενδύσουν στην ενεργειακή απόδοση (47% έναντι 21%).
Τέλος, σε ό,τι αφορά στην καινοτομία, μόνο τρεις στις δέκα ελληνικές επιχειρήσεις (28%) ανέπτυξαν ή εισήγαγαν νέα προϊόντα, διαδικασίες ή υπηρεσίες ως μέρος των επενδυτικών τους δραστηριοτήτων το 2022, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν για το 2021 στην Επισκόπηση του 2022 (25%) αλλά κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ (39%). Μόνο το 5% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα αναφέρει ανάπτυξη ή εισαγωγή προϊόντων, διαδικασιών ή υπηρεσιών νέων είτε στη χώρα είτε στην παγκόσμια αγορά (13% στην ΕΕ). Λιγότερες εταιρείες στην Ελλάδα χρησιμοποίησαν τουλάχιστον μία προηγμένη ψηφιακή τεχνολογία από ό,τι στην ΕΕ συνολικά (61% έναντι 70%). Οι ψηφιακές τεχνολογίες που είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιούν οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι η ρομποτική (44%) και οι ψηφιακές πλατφόρμες (44%).