Εντείνεται η «μάχη» της στεγαστικής πίστης, με τις τράπεζες να βλέπουν τα πρώτα ζωηρότερα δείγματα αύξησης των νέων αιτήσεων μετά από 4 – 6 μήνες. Η αύξηση των αιτήσεων συνδέεται με την περαιτέρω μείωση των σταθερών επιτοκίων στην οποία προβαίνουν οι τράπεζες, αλλά και στα στεγαστικά προγράμματα με πολύ ευνοϊκούς όρους για νέους (ηλικιακά) δανειολήπτες.
Σύμφωνα με πληροφορίες του insider.gr, στο τέλος του α΄ εξαμήνου οι νέες εκταμιεύσεις στεγαστικών δανείων από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες ανήλθαν σε 550 εκατ. ευρώ, ενώ αν υπολογιστούν και οι εκταμιεύσεις δανείων από το πρόγραμμα «Σπίτι μου», τα νέα στεγαστικά δάνεια που χορηγήθηκαν ανήλθαν στα 930 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι συνολικά το 2023 τα στεγαστικά δάνεια που έδωσαν οι τράπεζες ανήλθαν σε περίπου 1,2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων δάνεια 485 εκατ. ευρώ αφορούσαν το πρόγραμμα «Σπίτι μου».
Η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια υπολείπεται ακόμη σημαντικά των στεγαστικών αναγκών των πολιτών, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των αγορών γίνεται με μετρητά και όχι με τραπεζικό δανεισμό. Όπως αναφέρουν αρμόδια στελέχη τραπεζών στο insider.gr, το 85% - 90% των αγορών ακινήτων γίνονται με ίδια κεφάλαια και μόλις το 10% - 15% των αγορών γίνονται με λήψη στεγαστικών δανείων. Επιπλέον, από το 10% - 15% των αγορών που γίνονται με λήψη στεγαστικών δανείων, το 35% κατά μέσο όρο χρηματοδοτείται από ίδια κεφάλαια των δανειοληπτών και το υπόλοιπο με δάνειο. Ανασταλτικά στην αύξηση της ζήτησης λειτουργούν ακόμη και τα επιτόκια, τα οποία παραμένουν υψηλά, καθώς η ΕΚΤ δεν έχει προχωρήσει αισθητά σε μειώσεις επιτοκίων.
Πάντως, οι τράπεζες (και οι δανειολήπτες) έχουν απομακρυνθεί από τα κυμαινόμενα επιτόκια που συνδέονται αυτόματα με τα επιτόκια της ΕΚΤ και ως εκ τούτου έχουν εκτοξευτεί κατά 4,50 μονάδες την τελευταία διετία, και έχουν επικεντρωθεί στα σταθερά επιτόκια. Σε σταθερό επιτόκιο συνάπτεται το 95% των συμβάσεων στεγαστικών δανείων, ενώ όπως αναφέρουν τραπεζίτες στο insider.gr, η μέση διάρκεια κινείται στα 20 – 22 χρόνια.
Επιχειρώντας να τονώσουν την στεγαστική πίστη και ειδικά τους νέους δανειολήπτες να αποκτήσουν το πρώτο τους σπίτι, οι τράπεζες μειώνουν περαιτέρω τα σταθερά επιτόκια, τα οποία ούτως ή άλλως είναι εφάμιλλα ή και χαμηλότερα των τραπεζών της ευρωζώνης. Στο πλαίσιο αυτό, η Eurobank μείωσε το σταθερό επιτόκιο τριετίας στο 2,90% από 3% προηγουμένως και περαιτέρω κατά 0,10 της μονάδος, στο 2,80%, εφόσον πρόκειται για νέους δανειολήπτες.
Τα σταθερά επιτόκια στις υπόλοιπες διάρκειες διαμορφώνονται σε 3,60% για διάρκεια 5 ετών, σε 3,80% για 7 έτη, σε 4,10% για 10 έτη και σε 4,30% για 15, 20, 25 και 30 χρόνια. Εφόσον πρόκειται για νέους δανειολήπτες τα επιτόκια σε όλες τις διάρκειες είναι χαμηλότερα κατά 0,10 μ.β., δηλαδή φτάνουν κατ΄ ανώτατον στο 4,20% στα 30 χρόνια. Σημειώνεται ότι εφόσον πρόκειται για καλό πελάτη της Τράπεζας ή προσφέρονται ως εξασφάλιση μετρητά ή τίτλοι (cash collateral), μπορεί να εφαρμοστεί περαιτέρω έκπτωση στο σταθερό επιτόκιο του δανειολήπτη.
Πέραν του χαμηλότερου σταθερού επιτοκίου, το στεγαστικό δάνειο της Eurobank προσφέρεται χωρίς κόστος πρόωρης αποπληρωμής, χωρίς έξοδα δανείου έως και τις 31 Οκτωβρίου 2024 και με διαδικασία γρήγορης εκταμίευσης: προέγκριση του δανείου μέσα σε 48 ώρες, δυνατότητα εκταμίευσης σε 10 εργάσιμες ημέρες από την κατάθεση του συμβολαίου αγοράς στη Eurobank και υπογραφή της σύμβασης ηλεκτρονικά μέσα από το gov.gr.
Η Τράπεζα Πειραιώς είχε ήδη λανσάρει το στεγαστικό δάνειο Piraeus 90 Πρώτης Κατοικίας με σταθερό επιτόκιο από 2,70% για 3 έτη, όπως επίσης και η Alpha Bank το στεγαστικό δάνειο «Alpha Πρώτη Κατοικία», το οποίο για τα πρώτα 3 χρόνια του δανείου παρέχει τη δυνατότητα επιλογής χαμηλού σταθερού επιτοκίου ύψους 2,5%.
Η Εθνική Τράπεζα με το στεγαστικό δάνειο «Το πρώτο μου Σπίτι», προσφέρει σταθερό επιτόκιο 3% για τα τρία πρώτα 3 έτη. Επισημαίνοντας ότι γενικά τα σταθερά επιτόκια που προσφέρουν οι τράπεζες στους δανειολήπτες για την απόκτηση στέγης είναι εξαιρετικά χαμηλά, οι τραπεζίτες αναφέρουν ότι το 2019, όταν ακόμη τα επιτόκια ήταν αρνητικά και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν είχε ξεκινήσει τις αυξήσεις επιτοκίων, οι ελληνικές τράπεζες έδιναν σταθερά επιτόκια από 2,70% έως 3,90% στην τριετία.
Και μάλιστα, χωρίς τις εκπτώσεις που προφέρουν σήμερα στους δανειολήπτες ή τη δυνατότητα πρόωρης αποπληρωμής χωρίς πέναλτι. Σήμερα, που το επιτόκιο Euribor βρίσκεται στο 3,50%, το τελικό στεγαστικό επιτόκιο θα έπρεπε να διαμορφώνεται αναλογικά στο 7% - 8,50%, όπως συνέβαινε αντίστοιχα το 2000. Πράγμα που σημαίνει ότι οι τράπεζες επιδοτούν ουσιαστικά τους δανειολήπτες των στεγαστικών δανείων, καθώς διαμορφώνουν τη σταθερή τιμολόγηση σαν να υπήρχαν ακόμη μηδενικά επιτόκια βάσης.