Σε μια από τις βασικές αγορές στόχους των επόμενων ετών εξελίσσεται η αγορά των ΗΠΑ και του Καναδά για τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος». Καταλυτικό ρόλο για την στόχευση αυτή διαδραματίζει τόσο το ενδιαφέρον των ταξιδιωτών από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού όσο ο σημαντικός αριθμός μετεπιβιβαζόμενων ταξιδιωτών.
«Η αμερικανική αναδεικνύεται σε μία από τις πιο ισχυρά ακμάζουσες αγορές για τον ΔΑΑ, με πάνω από 1 εκατ. ταξιδιώτες από την άλλη άκρη του Ατλαντικού να διακινούνται στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας» ανέφερε χαρακτηριστικά ο διευθύνων σύμβουλος του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος», Γιάννης Παράσχης, στο πλαίσιο του 28ου ετήσιου North America/Central Europe Airport Issues Conference (IAAE) που πραγματοποιήθηκε αυτή την εβδομάδα στην Αθήνα. Σύμφωνα με τον ίδιο, από το 2019 μέχρι και σήμερα η εν λόγω αγορά έχει αυξηθεί κατά 51%, δεδομένης και της αύξησης των απευθείας πτήσεων το προαναφερθέν διάστημα. Αντίστοιχα, σήμερα το 14,8% των διακινούμενων επιβατών στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» προέρχεται από τις ΗΠΑ και τον Καναδά καθώς το φετινό καλοκαίρι το αεροδρόμιο της Αθήνας συνδεόταν με τις ΗΠΑ με 82 πτήσεις την εβδομάδα, έναντι 67 το 2023 και μόλις 46 το προπανδημικό 2019.
Επιπλέον, η αγορά του Καναδά εισφέρει ετησίως περί τις 200 χιλιάδες ταξιδιώτες, με την αύξηση από την προπανδημική χρονιά μέχρι και σήμερα να φτάνει το 32%. Οι προοπτικές για περαιτέρω ενίσχυση παραμένουν ισχυρές αν σκεφτεί κανείς ότι μέχρι και σήμερα το 70% των Αμερικανών και το 40% των Καναδών που επισκέπτονται την Ελλάδα καταφθάνουν στη χώρα μέσω άλλων αεροδρομίων. Όσο για το ποσοστό των μακρινών αγορών (lοng haul) φτάνει μόνο στο 10,5% με το 89,5% να αποτελούν επισκέπτες από αγορές μικρών και μεσαίων αποστάσεων.
Αυξάνονται οι πτήσεις από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού το 2025
Με στόχο να διατηρήσει ή και να ενισχύσει τις υψηλές του επιδόσεις, το «Ελευθέριος Βενιζέλος» στοχεύει για το μέλλον σε απευθείας συνδέσεις με τη Δυτική Ακτή και το Μαϊάμι, σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν στο συνέδριο έχοντας ήδη προγραμματίσει νέες πτήσεις και δρομολόγια.
Για την ακρίβεια, το επόμενο καλοκαίρι προστίθεται ένας νέος προορισμός για το «Ελευθέριος Βενιζέλος» που αυξάνει το σύνολο των αμερικανικών πόλεων που συνδέονται απευθείας με την χώρα μας σε οκτώ από επτά φέτος. Η American Airlines που συνδέει ήδη την Αθήνα με τη Νέα Υόρκη, το Σικάγο και τη Φιλαδέλφεια, θα προσθέσει και το Σάρλοτ, τη μεγαλύτερη πόλη της Βόρειας Καρολίνας.
Από την πλευρά της, η Delta Airlines, που αυτή τη στιγμή είναι η αεροπορική εταιρεία των ΗΠΑ η οποία διαθέτει τη μεγαλύτερη χωρητικότητα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, ανακοίνωσε την προσθήκη 4 επιπλέον εβδομαδιαίων συχνοτήτων μεταξύ Ατλάντα και Αθήνας. Έτσι, οι συνολικές συχνότητες θα φτάσουν τις 11 εβδομαδιαίως το 2025.
Με επιπλέον εβδομαδιαίες συχνότητες θα επιχειρήσει την επόμενη θερινή σεζόν και η United Airlines. Ο αερομεταφορέας θα συνδέει 10 φορές την εβδομάδα την Νέα Υόρκη (Νιούαρκ) με την Αθήνα ενώ θα επεκτείνει τη σεζόν ξεκινώντας τρεις εβδομάδες νωρίτερα τις πτήσεις προς Νέα Υόρκη και Σικάγο.
Η νεοφιχθείσα Norse Atlantic - ξεκίνησε τις πτήσεις Αθήνα Νέα Υόρκη μόλις το φετινό καλοκαίρι - σχεδιάζει να αυξήσει τη χωρητικότητά της κατά 12%, λόγω της αύξησης των συχνοτήτων από 5 σε 6 την εβδομάδα.
Με τις προαναφερθείσες προσθήκες οι απευθείας πτήσεις μεταξύ Αθήνας και ΗΠΑ θα ξεπεράσουν για το καλοκαίρι του 2025 τις 90, από το ιστορικό υψηλό των 82 πτήσεων φέτος.
Η σημασία της αμερικανικής αγοράς
Οι Αμερικανοί αποτελούν μία από τις πολυτιμότερες αγορές για τον ελληνικό τουρισμό, τόσο λόγω της μεγάλης διάρκειας παραμονής στη χώρα μας όσο και της υψηλής μέσης δαπάνης ανά επισκέπτη.
Να θυμίσουμε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του ταξιδιωτικού ισοζυγίου της ΤτΕ το οκτάμηνο του 2024, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις από τις ΗΠΑ, παρουσίασαν άνοδο κατά 0,8% στα 979,6 εκατ. ευρώ συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου, η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση από τις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 8,4% σε 1.016,3 χιλ. ταξιδιώτες. Ενδεικτικά, οι εισπράξεις από την Ιταλία στο οκτάμηνο διαμορφώθηκαν μεν σε παρόμοια επίπεδα στα 988,6 εκατ. ευρώ, αλλά για 1.543,9 χιλιάδες ταξιδιώτες, μισό εκατομμύριο δηλαδή περισσότερους.